Από το Βερολίνο χωρίς αγάπη – Άρθρο στο Δρόμο (φ.375- 30/9/2017)

Οι γερμανικές εκλογές, η απειλή για τη Δημοκρατία και η ενίσχυση της κυρίαρχης ιδεολογίας

 

Ο μικρός σεισμός που σημειώθηκε με τα εκλογικά αποτελέσματα στην Γερμανία, έχει και την καλή του πλευρά. Γιατί βοηθά όποιον θέλει να καταλάβει κάτι περισσότερο από αυτό που σερβίρουν τα ΜΜΕ, για το πραγματικό πρόβλημα συνολικά της Ευρώπης.

Το κυρίαρχο δόγμα όλων των πλευρών συνίσταται στο ότι η οικονομική πολιτική, ο νεοφιλελευθερισμός γεννά ανισότητα και φτώχεια που τροφοδοτούν ακροδεξιές πολιτικές. Βέβαια, το στερεότυπο αυτό συμπληρώνεται με τη βεβαιότητα πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική πέρα από τον νεοφιλελευθερισμό (ΤΙΝΑ).

Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική.

 

Ποσοστά και συμπεράσματα

Τα αποτελέσματα των εκλογών είναι γνωστά. Ο κυβερνητικός συνασπισμός (GroKo, από το Grosse Koalition, δηλαδή Μεγάλος Συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών) έχασε συνολικά 13 μονάδες, και πάνω από 4,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους, καταγράφοντας τα πιο χαμηλά μεταπολεμικά ποσοστά και για τα κόμματα των Μέρκελ και Σουλτς. Η Μέρκελ με 13 μονάδες διαφορά από το δεύτερο κόμμα διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και γι αυτό δείχνει συγκρατημένα ευχαριστημένη.

Μεγάλοι κερδισμένοι οι Φιλελεύθεροι και οι Ακροδεξιοί που δεν είχαν καταφέρει στις εκλογές του 2013 ούτε καν να μπουν στο Κοινοβούλιο. Τώρα, το μεν ακροδεξιό AfD ανακηρύσσεται τρίτο κόμμα με 94 βουλευτές, το δε FDP τέταρτο με 80 βουλευτές.

Η Die Linke (Αριστερά) και οι Πράσινοι σημειώνουν μια οριακή αύξηση, εκλέγοντας 69 και 67 βουλευτές αντίστοιχα.

Η συμμετοχή στις εκλογές αυξήθηκε από 71% το 2013 σε 76% τώρα.

Στο διάβασμα των εκλογικών αποτελεσμάτων, αξία έχει να σημειώσουμε ότι στην Ανατολική Γερμανία οι ακροδεξιοί αναδεικνύονται δεύτερο κόμμα, όπως και ότι συγκεντρώνουν ψήφους από όλα τα άλλα κόμματα. Ακόμα και η Αριστερά, βλέπει 400.000 ψηφοφόρους της να μετακινούνται προς το AfD (βλ. Πίνακα 2).

Αυτή η εικόνα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εσωτερική πολιτική ζωή της Γερμανίας –αλλά και η πολιτική της στην Ευρώπη και διεθνώς- θα μετακινηθεί πιο δεξιά, θα σκληρύνει. Ο νέος γερμανικός εθνικισμός θα αποκτήσει πιο έντονα και επιθετικά χαρακτηριστικά. Το AfD είναι απλά η πιο σκληρή πτέρυγα του νέου αναδυόμενου και ισχυροποιούμενου γερμανικού εθνικισμού. Η γερμανική Ευρώπη σημαίνει υποταγή των ευρωενωσιακών οργάνων και σχεδιασμών στις ανάγκες της ιμπεριαλιστικής ιθύνουσας τάξης της Γερμανίας.

 

Παγκοσμιοποίηση και νέος εθνικισμός

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να γίνουν δύο σημαντικές επισημάνσεις. Η Γερμανία μαζί με την Κίνα είναι δύο χώρες που ευνοήθηκαν πολύ από την παγκοσμιοποίηση. Ειδικά η Γερμανία, μετά την ενοποίηση των δύο τμημάτων της, αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομική και πληθυσμιακή δύναμη της Ε.Ε., επέβαλλε μέσω της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του ευρώ μια σκληρή δημοσιονομική πολιτική που την ισχυροποίησε, κατέκτησε και σχεδόν εξάρτησε τον μηχανισμό της Ε.Ε., μετέτρεψε σε δικό της «ζωτικό χώρο» την κεντρική και ανατολική Ευρώπη (η ευρωπαϊκή «Κίνα» της Γερμανίας), επέβαλλε τοκογλυφικούς όρους δανεισμού σε πολλές χώρες μέσω των μνημονίων με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την Ελλάδα.

Το Βερολίνο κατόρθωσε να συγκεντρώνει οικονομική δύναμη επιβάλλοντας την πανευρωπαϊκή λιτότητα και λειτουργώντας ως «ταμίας» και «παιδονόμος» των υπόλοιπων «άτακτων» της Ευρώπης. Εξυπακούεται ότι η νεοφιλελεύθερες συνταγές αφορούσαν και το εσωτερικό της Γερμανίας, όπου καταγράφεται ποσοστό φτώχειας 16% και μεγάλη ανισότητα ανάμεσα στο δυτικό και το ανατολικό τμήμα. Βέβαια, οι κυρίαρχες δυνάμεις παρουσιάζουν την σημερινή Γερμανία ως την «καλύτερη που είχαμε ποτέ» και αναφέρονται στις οικονομικές και εξαγωγικές της επιτυχίες και τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που εμφανίζει.

Η δεύτερη επισήμανση εδράζεται στο γεγονός ότι καμία πολιτική δύναμη στη Γερμανία δεν έχει επί της ουσίας αμφισβητήσει τον διεθνή και ευρωπαϊκό ρόλο του κράτους, δηλαδή την πολιτική της γερμανικής Ευρώπης και τον ρόλο του Βερολίνου στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Αυτό είναι κεντρικό πολιτικό ζήτημα, γιατί η απλή αντίδραση ή κριτική σε ορισμένες πλευρές δεν συνιστά διαχωριστική θέση από το γενικό ιδεολογικό και πολιτικό, ηγεμονικό εντός της κοινωνίας, σχήμα: «Θα καλυτερεύσουμε τη ζωή μας μέσα σε μια ισχυρή Γερμανία και εις βάρος των άλλων». Ο νέος γερμανικός εθνικισμός στηρίζεται στην ιδέα της κραταιάς Γερμανίας που δικαιούται να έχει πρωταρχικό ρόλο επί των άλλων Ευρωπαίων και πόσο μάλλον επί… απολίτιστων τριτοκοσμικών. Η ιδέα αυτή κερδίζει τη συναίνεση, έχει μεγάλο κοινωνικό consensus μέσα στη Γερμανία.

Η σοσιαλδημοκρατία συγκυβερνούσε το προηγούμενο διάστημα, ο δε επικεφαλής της είχε διατελέσει εξέχων στέλεχος της ευρωενωσιακής γραφειοκρατίας, υιοθετώντας και στηρίζοντας όλες τις υπαγορεύσεις της ιθύνουσας τάξης της Γερμανίας.

Είναι εντυπωσιακό, αλλά ούτε η Die Linke δεν ψέλλισε τίποτα για τον ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη, για τον ρόλο του νέου γερμανικού εθνικισμού που στηρίζεται και τρέφεται από την υπαγωγή όλου του ευρωενωσιακού κρατικού μορφώματος στις στοχεύσεις του.

Αυτή η σιωπή για τη γερμανοποίηση της Ευρώπης δεν μπορεί να ισοσκελιστεί με γενικές αναφορές στην αλληλεγγύη και τη δικαιοσύνη. Η Die Linke έχασε εξάλλου ψήφους στην ισχυρή της βάση, την Ανατολική Γερμανία. Μετεκλογικά, τονίζει ότι το AfD είναι τέκνο των CDU και του SPD που συγκυβέρνησαν και εφάρμοσαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές, αλλά και πάλι ερμηνεύει την άνοδο του AfD ως αποτέλεσμα των κοινωνικών ανισοτήτων. Δεν βλέπει διόλου το μέγα θέμα του νέου γερμανικού εθνικισμού που από το 1990 έχει καταστεί κυρίαρχη ιδεολογία και τις ανάγκες του γερμανικού ιμπεριαλισμού.

Η Μέρκελ ως εκφραστής των πιο συνολικών γερμανικών συμφερόντων, εκφράζει μια σχετική αυτονομία από τις ακραίες κοινωνικές εκφράσεις του νέου γερμανικού εθνικισμού, άσχετα αν η πολιτική της τον στηρίζει και τον τρέφει. Τα κοσμοπολίτικα παγκοσμιοποιητικά χαρακτηριστικά και οι τέτοιου είδους πινελιές που έχει η πολιτική της, υπαγορεύονται από συγκεκριμένες ανάγκες (στο Μεταναστευτικό, για παράδειγμα, η άρχουσα τάξη της Γερμανίας είχε ανάγκη το 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και έχει υπολογιστεί πως είναι αναγκαίες σε έναν βαθμό οι ροές εργατικού δυναμικού). Η Μέρκελ προκρίνει, λοιπόν, τον πολιτικό χειρισμό και τέτοιων πλευρών, ενώ άλλες πτέρυγες θα τα χρησιμοποιούν για να προωθήσουν τις θέσεις τους. Μόνο που αυτή η συνταγή καταλήγει να θρέψει ακραίες φασιστικές λογικές και να προσδώσει ιδιαιτέρως επιθετικά χαρακτηριστικά στον νέο γερμανικό εθνικισμό. Αυτή η προσφορά της Μέρκελ και των «παγκοσμιοποιητών» σημαίνει καταρράκωση και συρρίκνωση της δημοκρατίας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και βεβαίως επιφέρει την νέα άνοδο του φασισμού στη Γερμανία και την Ευρώπη.

Είναι υποκριτικό η ολοκληρωτική γερμανική Ευρώπη να παριστάνει πως ανησυχεί για το «αυγό του φιδιού». Η Γερμανία, ως ιθύνουσα δύναμη της Ε.Ε., είναι άκρως επικίνδυνη και υπονομεύει τη δημοκρατία, τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία στην Ευρώπη.

 

Διαβουλεύσεις και δυσκολίες

Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, και τώρα στην Γερμανία, δυσκολεύει η πολιτική διαχείριση μέσα από τις εκλογικές διαδικασίες. Είναι πιο δύσκολες οι κυβερνητικές λύσεις. Μια λύση «Τζαμάικας» (τι κολακευτικό για μια κυρίαρχη χώρα να επικαλούνται τα χρώματα της σημαίας της για να αποδοθεί ένας πιθανός κυβερνητικό συνεταιρισμός), δηλαδή συνεργασίας Μέρκελ, Φιλελεύθερων και Πράσινων, θα κινηθεί σε πιο σκληρές θέσεις, αφού οι Φιλελεύθεροι διαφωνούσαν με τις επιλογές της «ήπιας» Μέρκελ, ενώ η πίεση που θα ασκούν οι Ακροδεξιοί θα επιφέρει κάποια αποτελέσματα.

Η Μέρκελ, αφού σχηματίσει κυβέρνηση με ή χωρίς Σόιμπλε, θα πρέπει να αλλάξει κάποια πράγματα στην Ε.Ε. μαζί με Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία, ώστε να εξασφαλίσει όρους συνέχισης της πολιτικής της απέναντι στα μεγάλα εμπόδια που είναι οι ΗΠΑ του Τραμπ και, ανατολικά, ο Πούτιν.

Ελλάδα και γερμανικές εκλογές

Θυμάστε εκείνο το «θα δούμε το ζήτημα του χρέους μετά τις γερμανικές εκλογές»; Σήμερα, μοιάζει με ανέκδοτο να νομίζει κανείς ότι θα μειωθεί η πίεση από την Ε.Ε. και τη Γερμανία. Οι συσχετισμοί πράγματι αλλάζουν, αλλά μάλλον προς το χειρότερο για την Ελλάδα.

Το μήνυμα του κυρίαρχου νέου γερμανικού εθνικισμού, που ενισχύεται από τις εκλογές, είναι πως δεν πρόκειται να γίνει καμιά χάρη στους ασθενέστερους. Εκείνη που είναι πλήρως κατανοητή, είναι η σύγχυση του ΣΥΡΙΖΑ: Ποιον να πρωτοσυγχαρεί; Την Linke λόγω πολιτικής συγγένειας; Τον μέγα φίλο της Ελλάδας Σουλτς; Ή την «μαντάμ Μέρκελ» που είναι η φωνή της σύνεσης και ηγέτης της παγκοσμιοποίησης, στην οποία έχουμε προσχωρήσει ψυχή τε και σώματι; Όποιον και να διαλέξουμε, γενικώς «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας»…

https://www.e-dromos.gr/apo-to-verolino-xwris-agaph/

Tagged : /

Το «άδειο Κιβώτιο» του πολιτικού κόσμου – Άρθρο στο Δρόμο (φ. 374 – 23/9/2017)

Τα μεγάλα… οράματα για την Ελλάδα βουλιάζουν στη διαφθορά και τη διαπλοκή

Τα δύο μεγάλα κόμματα, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, παρουσιάστηκαν, δια μέσου των αρχηγών τους και από βήματος της ΔΕΘ, σαν κάτοχοι μεγάλων οραμάτων για την Ελλάδα που δικαιούται η νέα γενιά, για την Ελλάδα του μέλλοντος. Στην πραγματικότητα, δεν έχουν κανένα όραμα για τη χώρα και πολύ περισσότερο δεν εκπονούν αυτοί –τα επιτελεία και τα κόμματά τους- καμία από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Αυτές αποφασίζονται από τα τροϊκανά όργανα και τις ευρωενωσιακές αποφάσεις, και υλοποιούνται μέσα από τα πακέτα μέτρων των Μνημονίων που ψηφίζονται στο ελληνικό Kοινοβούλιο τα 7 τελευταία χρόνια.

Ο πολιτικός κόσμος, αφού για ένα διάστημα διχάστηκε ανάμεσα σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, τώρα αποδέχεται τη νέα διαμορφωμένη πραγματικότητα και συναγωνίζεται ποιος είναι ικανότερος να προσελκύσει επενδύσεις, να εγγυηθεί για ασφάλεια και κοινωνική ειρήνη. Ο «αυτόματος πιλότος» των όσων συμφωνιών έχει συνάψει το ελληνικό κράτος με τους εταίρους, δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις από το «πρόγραμμα» και πριμοδοτεί όσους μπορούν να το φέρουν σε πέρας με τη μεγαλύτερη αποδοτικότητα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε τα μέγιστα μέχρι τώρα. Πέρασε ό,τι δεν μπορούσαν να περάσουν οι «κακοί», εγγυήθηκε μια κοινωνική κάλμα που κανείς άλλος δεν θα πρόσφερε για 2,5 χρόνια, καταρράκωσε κάθε ελπίδα για καλύτερη ζωή. Φθείρεται, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ, και προβάλλει ως διάδοχη κατάσταση η Ν.Δ. που έχει μεγαλύτερη ευκολία να διακηρύττει και να εφαρμόζει το Πρόγραμμα. Χωρίς ιδεολογικούς φραγμούς, τύψεις και αναστολές.

Η σιωπή και των δύο για τον «αυτόματο πιλότο» είναι εξηγήσιμη. Τούτες τις μέρες, όμως, ήρθε στην επιφάνεια μια ακόμα σιωπή. Η ρύπανση του Σαρωνικού, όσο κι αν κουκουλώνουν το ζήτημα, φέρνει στην επιφάνεια από πολλές χαραμάδες, τη σχέση εφοπλιστών, υπουργείου Ναυτιλίας, Λιμενικού, πολιτικού κόσμου, ΜΜΕ με την –υπό διωγμόν κατά τ’ άλλα- διαφθορά και διαπλοκή.

Διαφθορά και διαπλοκή ζουν και βασιλεύουν και στη μνημονιακή Ελλάδα. Επιβάλλουν, μάλιστα, ομερτά σε ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο. Κανένας δεν λέει κανένα όνομα. «Μη λες ονόματα», λέει ο ένας στον άλλο. Ο Πολάκης, το παλληκάρι, δεν ξέρει τώρα τίποτα. Ο Δρίτσας από τους «53», που διετέλεσε και υπουργός ναυτιλίας, ήξερε μεν πως ήταν έμπειρος ο γέρος ξάδελφος του Λυκουρέζου στην Αίγινα που παρέσυρε και σκότωσε τόσους ανθρώπους, αλλά για το διαρκές έγκλημα της λαθρεμπορίας, τι να πει αφού δεν ξέρει. Ξέρουν όμως και οι 53 ότι η προσπάθεια να απλοποιηθεί η διαδικασία αλλαγής φύλλου είναι η κορυφαία μεταρρύθμιση, που ίσως τη μπλοκάρουν οι κάκιστοι των ΑΝΕΛ… Ο φοβερός και τρομερός ντετέκτιβ δημοσιογράφος Βαξεβάνης δεν έχει κανένα ρεπορτάζ για το θέμα; Δεν έχει ακούσει τίποτα; Η κυρία Άντα Ψαρρά της ΕφΣυν δεν μπορεί να ανοίξει τους φακέλους της και να κάνει αποκαλύψεις;

Αλλά και η Ν.Δ. τι να πει; Αφού κι αυτή δεν ξέρει τίποτα. Την ενδιαφέρει η πολιτική αξιοποίηση του θέματος και φυσικά το κουκούλωμα της υπόθεσης. Εκτός κι αν ο μεγάλος καυγάς στο βαθύ σύστημα εφοπλισμού και ΜΜΕ, απαιτήσει κάποιες αποκαλύψεις με ρέγουλα.

Ούτε ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος λέει τίποτα αποκαλυπτικό. Το «γιατί» δεν είναι τόσο κρυμμένο. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί πολύ μαύρο χρήμα και η συνύφανση (τα κονέ, πιο απλά) ανάμεσα στη φανερή οικονομία και τις «υπόγειες» δραστηριότητες παντός είδους, έχουν τυλίξει νευραλγικούς τομείς της κρατικής και πολιτικής λειτουργίας. Ο πολιτικός κόσμος, ποτέ δεν ήταν τόσο εξαρτημένος από τα κυκλώματα αυτά και ποτέ τόσο αδύναμος. Η γραμμή είναι «κουκούλωμα και διαχείριση». Όλοι θυμόμαστε το «όποιος έχει στοιχεία, να πάει στον εισαγγελέα». Θα ξανακουστεί σύντομα. Βέβαια το λαθρεμπόριο καυσίμων είναι ακόμα πλημμέλημα…

Κανένας, μα κανένας, δεν νοιάζεται για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Η επιτροπεία της χώρας έχει άλλους στόχους: Τη γενικευμένη φτωχοποίηση, την τοκογλυφική αφαίμαξη, την αναδιανομή του πλούτου υπέρ μιας ολιγαρχίας αεριτζίδικης, μεταπρατικής ή και μαφιόζικης, την καταστροφή μικρής και μεσαίας τάξης μέσω της αρπαγής (δάνεια, κατασχέσεις, καταθέσεις, αποποιήσεις κληρονομιάς, φορολογία). Αλλά και την εκποίηση φυσικού και ορυκτού πλούτου της χώρας προς όφελος μεγάλων δυτικών μονοπωλίων. Ο λόγος για τις επενδύσεις, αφορά ακριβώς τη φτηνή ιδιωτικοποίηση και «αξιοποίηση» όλων των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων που πέρασαν στο υπερταμείο.

Αυτά δεν τα ξέρουν ο Κουρουμπλής (που δεν θα παραιτηθεί ποτέ), ο Τσακαλώτος (που μάλιστα δεν του τραβούν τα αφτιά), ο Δραγασάκης (που κάνει τουρνέ ανά την Ελλάδα μαζί με τον Τσίπρα για την παραγωγική ανασυγκρότηση) ή ο Πάντζας (που θέλει γήπεδο στη Φιλαδέλφεια).

Ο πολύς μαρξισμός ζάλισε τους Δραγασάκη, Σταθάκη, Τσακαλώτο, Κατρούγκαλο και τώρα: «Τα ρέστα μου» ο ένας, «δικαίωμα» ο άλλος, «τα βλέπω» ο τρίτος, «πάσο» ο τελευταίος. «Πάμε για άλλους τρεις γύρους;» λέει ο Φλαμπουράρης. «Φτάνει ρε παιδιά, αύριο 8.30 πρέπει να είμαι Χίλτον» (Κατρούγκαλος). «Ρε Γιάννη, τι λέει ο Μαρξ για το παραγωγικό κεφάλαιο;». «Άσε τις πλάκες Ευκλείδη, δεν είναι ώρα για αστεία»…

Για τον μαρξισμό του άλλου «τραπεζιού» (Τσίπρας, Τζανακόπουλος, Βερναρδάκης, Τσέκερης, Καρανίκας), σε άλλη ευκαιρία. Ο Πιτσιόρλας, λένε οι κακές γλώσσες ότι παίζει ηλεκτρονικό πόκερ, στο κομπιούτερ. Δεν τον καλούνε οι άλλοι.

«Άδειο κιβώτιο» ο πολιτικός κόσμος. Παλιά λέγανε «τενεκές τρύπιος». Μεγάλα λόγια, κούφιες υποσχέσεις και πλήρης αδιαφορία για την κοινωνία, τον τόπο, τη νέα γενιά.

 

Τόσο ίδιοι…

Νομίζω, πιστεύω, και θέλω να μοιραστώ μαζί σας την εκτίμηση ότι ήρθε η ώρα να ανοίξουν η νεολαία, η χώρα, όλοι μας να ανοίξουμε τον βηματισμό μας προς τα μπροστά.
Η μετάβαση, όμως, από την εποχή του Grexit στην εποχή του Grinvest, δεν έγινε με αυτόματο πιλότο.
Και είμαστε αποφασισμένοι να το πετύχουμε και είμαστε αποφασισμένοι να το καταφέρουμε, είμαστε αποφασισμένοι να ξαναστηθεί αυτή η χώρα στα πόδια της, στις δικές της δυνάμεις.
Του χρόνου εδώ θα συζητάμε για το πώς θα οργανώσουμε το μέλλον κα το πώς θα σχεδιάσουμε και θα υλοποιήσουμε μαζί την Ελλάδα της νέας εποχής.
Την Ελλάδα της δίκαιης ανάπτυξης.
Την Ελλάδα της κοινωνικής προκοπής και της δικαιοσύνης.
Την Ελλάδα που αξίζει σε εμάς και κυρίως στη νέα γενιά αυτού του τόπου.
(Αλέξης Τσίπρας, στη ΔΕΘ)

 

Στις δικές μας πλάτες, στην επόμενη κυβέρνηση, πέφτει μια βαριά ευθύνη. Όχι μόνο να πετύχουμε μια μεγάλη πολιτική αλλαγή, αλλά να βγάλουμε οριστικά τη χώρα από την κρίση.
Να γίνει ένας κόσμος που ανατέλλει και όχι μια χώρα που δύει.
Μέσα στην καταχνιά της κρίσης, η Ελλάδα διψά για ένα καλύτερο αύριο. Και το δικαιούται.
Οραματίζομαι μια Ελλάδα με πραγματική ελευθερία, αλλά και με γνήσια αλληλεγγύη. Σε αυτήν την Ελλάδα οι άξιοι επιβραβεύονται. Και οι πιο αδύναμοι υποστηρίζονται. Αυτήν την Ελλάδα αξίζουμε. Διότι αξίζουμε καλύτερα…
Να χτίσουμε για πρώτη φορά μια σύγχρονη Ελλάδα που δεν θα είναι μια οφθαλμαπάτη, δεν θα είναι μια μετέωρη χώρα χωρίς προσανατολισμό, χωρίς θέση στην Ευρώπη και στον κόσμο. Θα είναι αντίθετα η νέα Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Πίσω από τη στάχτη της κρίσης να ξαναβρούμε τη φλόγα της δημιουργίας.
(Κυριάκος Μητσοτάκης, στη ΔΕΘ)

https://www.e-dromos.gr/to-adeio-kibwtio-tou-politikou-kosmou/

 

Tagged : /

Ciao bello! Νίκος Χιωτάκης, 1955-2017

 

Δεν είμαι έτοιμος να αποχαιρετήσω τον παιδικό μου φίλο Νίκο Χιωτάκη. Για πολλούς λόγους. 51 χρόνια φιλίας βαραίνουν, κάνουν την ανάσα πιο δύσκολη. Μια ζωή ολόκληρη. Μα πάλι, αν δεν μπορώ να τον αποχαιρετήσω, δεν μπορώ να παραστήσω πως δεν έγινε τίποτα και να συνεχίσω να κάνω όλα όσα έκανα.

Συμμαθητές στο Γυμνάσιο, την Ιταλική Σχολή (της Πατησίων, πριν πάει στην Μητσάκη και κλείσει πριν από λίγο καιρό μέσα στην αδιαφορία και τις περικοπές του ιταλικού κράτους), Κυψελιώτες, παιδιά, μετά έφηβοι, παρέες, γιορτές, πάρτι, πλάκες, σχέσεις, μετά φοιτητικά χρόνια –απομακρυσμένοι από πολιτικές διαφορές–, γάμοι, παιδιά, χωρισμοί, επαγγελματικά, αλλά πάντα δεμένοι. Εκείνος κράτησε την φιλία μας, της έδινε σημασία, την υπολόγιζε, έκανε κινήσεις. Είχαμε στενή επαφή και μια αλληλεγγύη μεταξύ μας στα καλά και στα δύσκολα. Η κρίση μας έφερε ακόμα πιο κοντά και μας έκανε να αισθανόμαστε τα ουσιαστικά περισσότερο.

Πλακατζής, ζωντανός, έξυπνος, χαρισματικός, ψυχή και σύνδεσμος μιας ολόκληρης τάξης (που αποφοίτησε το 1972), ικανός αρχιτέκτονας με πολλά ενδιαφέροντα και πλούσια μόρφωση.

Την τελευταία μέρα του, το Σάββατο 16/9, είχαμε ραντεβού. Μου είχε γράψει (δεν μπορούσε να μιλήσει) «φέρε μου την εφημερίδα κι ό,τι άλλο γκωσίστ βγάζετε». Τον πρόλαβα πριν μπει στο ασθενοφόρο. Κούνησε το χέρι σαν να μου έλεγε «τι να πούμε τώρα…». Του έστειλα φιλιά, μου έστειλε και εκείνος. Σε 5 ώρες είχε φύγει οριστικά.

Αυτές τις μέρες, αυτός ο θάνατος με πονάει περισσότερο από όσο μπορούσα να φανταστώ.

Επειδή ήταν πλακατζής – τι γέλια κάναμε, ρε Νίκο– θα του έλεγα μόνο: «Amici miei», «Vieni a prendere il caffé da noi» (δύο ταινίες με τον Ούγκο Τονιάτσι).

Συνεχίζουμε φίλε!

Η Κυψέλη, (ο Άη Γιώργης, η Ύδρας, η Άνδρου, η Τροίας, η Φωκίωνος) είναι θλιμμένη και άδεια τούτες τις μέρες…

Ρούντι Ρινάλντι

Νίκος Χιωτάκης ,Μάρω Πιζάνη, Ρούντι Ρινάλντι(1971;)

 

Στο κέντρο Νίκος Χιωτάκης, πίσω του Γιώργος Σημαιφορίδης και Διονύσης Γιαννημαράς. Πιο πίσω αριστερά Αντώνης Χαραχούσης. Στο κέντρο πίσω Άγης Κόντεσης. Όρθιος δεξιά Γιώργος Μαρούδης (καλοκαίρι 1971 ή 1972)

 

Ο Νίκος Χιωτάκης φέτος το καλοκαίρι στην Ζάκυνθο. Αριστερά Ρούντι Ρινάλντι, δεξιά Νίκος Βουτσινάς που φιλοξενούσε τον Νίκο(14 Αυγούστου 2017)

 

Tagged :

Αυτό το «κάτι» που λείπει, ξεχνιέται, παραμερίζεται – Άρθρο στο Δρόμο (φ.373 – 16/9/2017)

Το πολιτικό σύστημα και η ανάγκη μιας διαφορετικής πορείας για τη χώρα

 

 Η υποστροφή του λαϊκού παράγοντα οδήγησε σχεδόν με μαθηματική ακρίβεια σε μετατόπιση του πολιτικού άξονα επί το συντηρητικότερον. Αυτή είναι η «κανονικότητα» που όλοι υποδέχονται περιχαρείς. Για αυτό σήμερα η δημόσια συζήτηση έχει μετατοπιστεί και δεν γίνεται, για παράδειγμα, λόγος για το χρέος, το πολιτικό σύστημα, την έκπτωση της δημοκρατίας ή την εξάρτηση της χώρας. Αντίθετα, έχει υιοθετηθεί μια πολιτική ατζέντα κομμένη και ραμμένη στις προδιαγραφές της μνημονιακής πραγματικότητας.

Από κυβερνητικής πλευράς, βέβαια, λέγονται χοντρά ψέματα, όπως ότι η επόμενη ΔΕΘ θα διοργανωθεί σε μια χώρα εκτός μνημονίων, αφού τον Αύγουστο του 2018 θα έχει τελειώσει η μνημονιακή επιτροπεία. Τι κι αν ο πολύς Μοσκοβισί, αυτός που ομολογεί ότι καταπατήθηκε κάθε δημοκρατική διαδικασία στην περίπτωση της Ελλάδας, τονίζει ότι έξοδος από τα μνημόνια θα υπάρξει μόνο όταν αποπληρωθεί το 75% του χρέους. Του Αγίου Τάδε ανήμερα δηλαδή…

 

Επιστροφή στην «κανονικότητα»

Η προπαγανδιστική μηχανή του Μαξίμου, θέλει να παρουσιάσει μια εικόνα στροφής στην οικονομική ζωή της χώρας. Αναγγέλλει μια νέα εποχή επενδύσεων και εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα, μαζί με ένα υποτιθέμενα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο. Η αντιπολίτευση από τη μεριά της, θέλει να δείξει ότι η κυβέρνηση είναι ανίκανη να οδηγήσει την χώρα στην «κανονικότητα», άρα έρχεται η δική της ώρα. Πίσω από το συνηθισμένο σεπτεμβριανό παιχνίδι εντυπώσεων, στο οποίο επιδίδονται κόμματα και πολιτικός κόσμος, υπάρχει ένα θέμα ουσίας.

Με την «απολίπανση» των μεσαίων και μικρομεσαίων στρωμάτων, την εξάπλωση της μερικής απασχόλησης, της απλήρωτης εργασίας και της φορο-ληστείας, οι δυναμικοί παράγοντες της μεγαλοαστικής τάξης (οι εγχώριες παραδοσιακές οικογένειες-όμιλοι και οι αναδυόμενοι μισομαφιόζικοι κύκλοι), έχουν προσαρμοστεί στο περιβάλλον που διαμορφώνεται μετά από 8 χρόνια Μνημόνια. Προσαρμόστηκαν είτε στέλνοντας δραστηριότητες στο εξωτερικό, είτε κάνοντας υπεργολαβικούς «γάμους» συμφερόντων με ξένους ομίλους που έχουν αναλάβει την εκποίηση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, προς όφελός τους φυσικά.

Ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος (πρώην αντιμνημονιακός ή μη), αν θέλει να έχει σήμερα έναν ρόλο, οφείλει να διευκολύνει αυτό το περιβάλλον. Να υπάρξει και να αναπαραχθεί μέσα σε αυτό, χωρίς φυσικά να το αμφισβητεί.

Επί της ουσίας, δεν υπήρξε σε όλη την μεταπολιτευτική περίοδο τόσο καθολική υπαγωγή του πολιτικού κόσμου στον ξένο και εγχώριο οικονομικό παράγοντα. Υπαγωγή είτε προς τους ξένους «θεσμούς» που υπαγορεύουν «μεταρρυθμίσεις» και πλήρη απορρύθμιση, είτε προς τους εγχώριους «λούμπεν» μαφιόζικους κύκλους που δραστηριοποιούνται στον έλεγχο τζόγου, λιμανιών, λαθρεμπορίου, ποδοσφαίρου, περιοχών, δήμων και ΜΜΕ. Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου, στις δεκαετίες του 70 και του 80, αντιπροσώπευαν έναν βαθμό αυτονομίας του πολιτικού στοιχείου που οι σημερινοί επίγονοι ούτε μπορούν να φανταστούν.

Επιστροφή στην «κανονικότητα», σημαίνει πως το πολιτικό προσωπικό αντιλαμβάνεται καθαρά και χωρίς περιστροφές πως οι κανόνες άσκησης της πολιτικής και της διαχείρισης θα οριοθετούνται εντός του πλαισίου που δημιούργησαν οι μνημονιακές ρυθμίσεις και όσα υπαγορεύονται από το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο. Ορισμένοι πολιτικοί θα «καούν» γιατί δεν θα είναι σε θέση να ισορροπήσουν και να εξυπηρετήσουν όλες τις πλευρές, κι άλλοι γιατί θα βιαστούν ή θα ποντάρουν σε λάθος παίκτες μέσα στον κανιβαλικό χορό που θα στηθεί γύρω από τα μεγάλα «φιλέτα».

Επομένως, δεν χρειάζεται κανένα μεγάλο όραμα ή σύνθημα για μια μεγάλη αλλαγή οποιουδήποτε τύπου. Δεν χρειάζεται ο αντιμνημονιακός λόγος των προηγούμενων χρόνων, ούτε καν στην πιο ρηχή εκδοχή του. Η πλήρης υπαγωγή και συνενοχή του πολιτικού κόσμου στην διαμορφωθείσα κατάσταση, απαιτεί έναν λόγο συστημικό και απαλλαγμένο από κάθε «λαϊκισμό». Επενδύσεις, παραγωγικότητα, κέρδος, επιχειρηματικότητα, Gre-invest, έξοδος στις αγορές, με ολίγη από κοινωνική οικονομία, εταιρική ευθύνη και καινοτομία.

Επιστροφή στην κανονικότητα, σημαίνει για τον πολιτικό κόσμο να βγούμε από την «σκληρή επιτροπεία», εφαρμόζοντας ακριβώς όσα αυτή παραγγέλλει και χωρίς να ενδιαφερόμαστε για το πού οδηγεί τη χώρα. Στην ουσία, πρόκειται για αποδοχή του «γύψου» των μνημονίων και κυρίως των αποτελεσμάτων του, σε μόνιμη βάση. Αποδοχή του νομικού – πολιτικού οικοδομήματος που έχει εγκαθιδρύσει, της κατεδάφισης που έχει προκαλέσει σε δικαιώματα και κατακτήσεις. Αποδοχή της διάλυσης της χώρας και της μετατροπής της σε βορρά των ευρύτερων γεωπολιτικών ανακατατάξεων. Στο πλαίσιο αυτό, ο «εθνολαϊκισμός», και ιδιαίτερα αυτός των χρόνων 2010-2012, πρέπει να ριχθεί στην πυρά.

 

Το κενό στην πολιτική ατζέντα

Στον νέο πολιτικό λόγο, δεν διακρίνεται καθόλου η ανάγκη κάποιας διαφορετικής πορείας για τη χώρα. Σχετικά με το ζήτημα αυτό, ο πολιτικός κόσμος προτιμά να δημιουργεί σύγχυση. Η απάντηση που δίνει είναι, επί της ουσίας, η ανάγκη πλήρους ευθυγράμμισης με ορισμένα δυτικά οικονομικά και πολιτικά στάνταρντς. Τα λένε «ευρωπαϊκά», αλλά μάλλον εκείνο που προωθείται είναι μια «αμερικανοποίηση» της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας. Με τριτοκοσμικά ή ανατολικοευρωπαϊκά επίπεδα μισθών και δικαιωμάτων, βεβαίως.

Άλλωστε, η Ελλάδα «δεν μπορεί αλλιώς». Είναι υποχρεωμένη να υπομείνει αυτή την πορεία προδιαγεγραμμένης υποβάθμισης και διάλυσης, ίσως και διαμελισμού και δημογραφικού μαρασμού. Λογικά, σύμφωνα πάντα με την αστική σκέψη, δεν χρειάζεται αλλαγή ρότας, αφού δεν υπάρχει καμία άλλη εναλλακτική. Απαγορεύεται γενικώς να φανταστεί κανείς μια κοινωνία καλύτερη, μια χώρα και έναν λαό με στόχους. Από το «δεν υπάρχει εναλλακτική» ξεκινά και εκεί τελειώνει η κυρίαρχη συστημική πρόταση και σε αυτή τη βάση είναι που στηρίζεται η «αυτοκτονία της σκέψης» των υποτελών τάξεων, του λαού. Στην πραγματικότητα, βέβαια, μάλλον για «φόνο εκ προθέσεως» πρόκειται και λιγότερο για αυτοκτονία..

Δεν απασχολεί κανέναν μια μεγάλη πολιτική μεταβολή ή αλλαγή. Αυτό είναι το «κάτι» που όλοι αποσιωπούν. Το πλαίσιο και τα όρια που έχουν επιβληθεί, τα γνωρίζουν όλοι, τα σέβονται και κυρίως σχεδιάζουν μέσα σε αυτά. Κι όμως, βασική προϋπόθεση για οποιαδήποτε θετική εξέλιξη, είναι μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Μια νέα μεταπολίτευση, που θα καθαρίσει τον κόπρο του Αυγεία (και όχι φυσικά του… Αυγέα, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό). Για να το πετύχει αυτό, σύμφωνα με τον μύθο, ο Ηρακλής έστρεψε δύο ποτάμια προς τα εκεί, τον Αλφειό και τον Πηνειό. Από τα ορμητικά τους νερά, καθάρισε η κόπρος.

Είναι δεδομένο ότι ο πολιτικός κόσμος και οι οικονομικές ελίτ δεν θέλουν και δεν μπορούν να καθαρίσουν την σύγχρονη κόπρο, μέσα στην οποία βουλιάζει η χώρα. Δεν υπάρχει βέβαια Ηρακλής, ούτε και κανένας άλλος σωτήρας. Η ορμητική δύναμη που είναι εντελώς απαραίτητη είναι, χωρίς αμφιβολία, εκείνη του λαϊκού παράγοντα. Πρόκειται, όμως, για δύναμη που τελεί αυτή τη στιγμή εν υπνώσει, σε καθεστώς ήττας και απώλειας προοπτικής με κομβικό στην εξέλιξη αυτή τον ρόλο της Αριστεράς.

Να προσαρμοστεί κανείς στην «κανονικότητα» που όλοι καλωσορίζουν, αλλά καθόλου δεδομένη δεν είναι η έλευσή της, ή να επισημαίνει με επιμονή τον απαραίτητο όρο μια μεγάλης θεμελιακής πολιτικής αλλαγής; Τα μεγάλα ρεύματα δημιουργούνται από πλήθος ρυάκια. Δίχως μεγάλες ιδέες και οράματα, δεν έγινε καμιά σημαντική κοινωνική στροφή. Ο στόχος μιας μεγάλης πολιτικής αλλαγής, όρου αναγκαίου για την κάθαρση από τον μνημονιακό κόπρο, είναι κρίσιμο να μην υποσταλεί.

https://www.e-dromos.gr/ayto-to-kati-poy-leipei-xexnietai-paramerizetai/

Tagged : /

Ο κεντροαριστερός άξονας – Άρθρο στο Δρόμο (φ.372 – 9/9/2017)

Ο ρόλος και η σημασία του στην ελληνική πολιτική ζωή

 

Ιστορικά, σε τρεις κρίσιμες περιόδους η κεντροαριστερή συνταγή αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για το εγχώριο πολιτικο-οικονομικό σύστημα και τους διεθνείς προστάτες του.

Η πρώτη σχετίζεται με τη δημιουργία της Ένωσης Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Βασική επιδίωξη, η αντιμετώπιση και εξουδετέρωση της ανόδου της ΕΔΑ (αξιωματική αντιπολίτευση με 24% και 80 βουλευτές μόλις το 1958, εννέα χρόνια μετά τον εμφύλιο) και η απορρόφηση του ριζοσπαστισμού σε δικομματικά κανάλια. Η «πολιτική ουράς» που ακολούθησε η ΕΔΑ προς την Ε.Κ. προσέδωσε πόντους και αποτελεσματικότητα στο όλο εγχείρημα. Αυτή η «κεντροαριστεροποίηση» οδήγησε σε μεγάλη κρίση το αριστερό και λαϊκό κίνημα, κάνοντας ευκολότερη την επικράτηση της χούντας το 1967.

Δεύτερη περίπτωση, η διαδρομή του ΠΑΣΟΚ από το 1974 έως και την περίοδο Σημίτη. Το κόμμα του Α. Παπανδρέου χρησιμοποίησε αρχικά αριστερό λόγο για να προσεταιριστεί τον ριζοσπαστισμό που αναδύθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας. Στη συνέχεια, αναδείχθηκε ως η πιο αποτελεσματική αστική πολιτική δύναμη για τη διαχείριση του συστήματος και την προώθηση του εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού.

Η τρίτη φορά σχετίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε περίοδο οξύτατης κρίσης του πολιτικού συστήματος, ανέλαβε να διεκπεραιώσει και να προωθήσει τις μνημονιακές πολιτικές, αδρανοποιώντας το λαϊκό κίνημα και αποσαθρώνοντας τον ριζοσπαστισμό των χρόνων 2010-2012. Με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κυβερνητισμός και η κεντροαριστεροποίηση αποτέλεσαν μοχλό διαιώνισης των μνημονιακών συνταγών και παλινόρθωσης του πολιτικού συστήματος.

Δεν είναι εύκολο να υπολογίσει κανείς ποιες θα ήταν οι εξελίξεις χωρίς την κεντροαριστερή διαχείριση και τον αντίστοιχο προσανατολισμό της πολιτικής ζωής. Πώς, σε τι βαθμό και με ποιες εναλλακτικές θα τιθασεύονταν ο λαϊκός παράγοντας και πόσα προβλήματα και δυσκολότερους όρους θα αντιμετώπιζε η αστική πολιτική στην Ελλάδα.

 

Η βασική συνιστώσα

Η κεντροαριστερή πολιτική είναι μια βασική συστημική πολιτική. Ο πυρήνας από τον οποίο εκκινεί η εκφώνηση και η εκτύλιξή της, είναι η παραμονή εντός του υπάρχοντος συστήματος και των προδιαγραφών του. Δηλαδή στην περίπτωσή μας, η παραμονή εντός του καθεστώτος εξάρτησης (θέση και συμμαχίες της χώρας, συμμετοχή σε ενώσεις και συνασπισμούς) και εντός των πλαισίων όχι μόνο του καπιταλισμού γενικώς, αλλά και της συγκεκριμένης κάθε φορά κυρίαρχης οικονομικής συνταγής.

Η βασική διαφορά αυτής της πολιτικής από εκείνη που ασκούν οι δεξιές και κεντροδεξιές δυνάμεις, είναι η επίκληση μιας κοινωνικής ευαισθησίας, υποστηρίζοντας έναν υποτίθεται δίκαιο, λογικό, ευαίσθητο καπιταλισμό που μέσα από μεταρρυθμίσεις και αναδιανομή θα μετριάσει τις ανισότητες και τις αδικίες. Το μίγμα «δημοκρατίας και αγοράς» στον κεντροαριστερό λόγο δεν παρουσιάζει τα ακραία χαρακτηριστικά που έχει η ρητορική περί ανταγωνιστικής κοινωνίας και ατομικού ωφελιμισμού, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις τύπου Θάτσερ ή Ρήγκαν.

Στην Ελλάδα, δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί η αποτελεσματικότητα της κεντροαριστερής πολιτικής έναντι της δεξιάς. Οι τραγικές περιπέτειες και η ιστορία του τόπου, η ύπαρξη μιας πολύ μεγάλης «δεξαμενής» πολιτών δημοκρατικών και αριστερών παραδόσεων, η άμεση διασύνδεση των ελίτ με ξένα συμφέροντα, σκιαγραφούν μερικούς από τους λόγους.

Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ο άξονας της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα έχει πιο κεντροαριστερό πρόσημο, δηλαδή κυριαρχείται από λόγο και επιχειρήματα που βρίσκονται πιο κοντά στην κεντροαριστερή αντίληψη. Αυτό σημαίνει πως μια αντιδεξιά, αντινεοφιλελεύθερη ρητορική είναι αναγκαία για την ύπαρξη ενός πυλώνα που θα διαχειρίζεται την κρατική μηχανή και εξουσία. Η κεντροαριστεροποίηση [οικονομικός νεοφιλελευθερισμός + κοινωνική ευαισθησία βιτρίνας+ γενικευμένο ψέμα] αποτελεί βασική συνιστώσα του πολιτικού συστήματος και των εξελίξεων στη χώρα. Έτσι, οι εξελίξεις διευκολύνονται και προωθούνται σε συστημική τροχιά κυρίως με κεντροαριστερές φόρμουλες, και όχι με ανοικτά κεντροδεξιές-ακροδεξιές. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε το σύστημα από τεράστιους κινδύνους, προωθώντας ρυθμίσεις που άλλοι δεν θα μπορούσαν να εφαρμόσουν.

Διεθνώς, όλες οι κεντροαριστερές δυνάμεις είναι ισχυροί υποστηρικτές του μπλοκ της παγκοσμιοποίησης. Είναι οι κυριότεροι εκφραστές της παγκοσμιοποίησης και έχουν εγκολπωθεί και χειραγωγήσει τον «δικαιωματισμό» και μεγάλο μέρος του εθελοντισμού. Πρωτοστατούν στον αγώνα ενάντια στον «εθνολαϊκισμό» και επιχειρηματολογούν για την ανάγκη παραχώρησης κυριαρχίας από τις χώρες στους υπερεθνικούς οργανισμούς, ενώ αναγνωρίζουν τις «αγορές» ως βασικά υποκείμενα της σύγχρονης ζωής.

 

Το επικείμενο ξαναμοίρασμα

Οι κεντροαριστερές πολιτικές δεν είναι άφθαρτες. Το αποδεικνύει το παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ που από το 44% ξέπεσε στο 5%. Αυτός είναι ίσως και ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Έχοντας εισέλθει ήδη σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (μέχρι το 2019 θα διεξαχθούν εθνικές, αυτοδιοικητικές εκλογές και ευρωεκλογές) με συγκεκριμένες μνημονιακές υποχρεώσεις (τρίτη αξιολόγηση κλπ), ο πολιτικός χάρτης θα αλλάξει, μαζί και ο πολιτικός συσχετισμός στη χώρα.

Η γενικότερη ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς, οι εξελίξεις στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, οι κινήσεις Λαλιώτη, δείχνουν ότι αρκετοί κατανοούν την σημασία μιας κεντροαριστερής διαχείρισης, αλλά έχουν πολύ φθαρμένο προσωπικό για να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες προς όφελός τους.

Ο Αλ. Τσίπρας θα παίξει αυτό το χαρτί, με στόχο την διατήρηση ενός ικανοποιητικού ποσοστού που θα του επιτρέπει να κάνει «παιχνίδι» μετεκλογικά, έχοντας περιθώρια συνεργασιών και συμμαχιών. Έτσι, το ερώτημα δεν είναι τώρα ακριβώς «πόσο ΠΑΣΟΚ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ», ούτε «πόσα ΠΑΣΟΚ υπάρχουν στη χώρα». Είναι κυρίως πόσο πειστικός θα είναι ο κεντροαριστερός λόγος για τον εγκλωβισμό κόσμου απέναντι στην «λαίλαπα Μητσοτάκη». Ο νέος συσχετισμός που θα προκύψει, θα σημαδέψει και τις επόμενες κινήσεις της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Θα συνδράμει σε μια κυβέρνηση με την Ν.Δ.; Θα προτιμήσει νέα προσφυγή στις κάλπες; Κι αν υπάρξουν πιέσεις για σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας»;

Το ξαναμοίρασμα της τράπουλας δεν θα είναι απλή υπόθεση, ούτε θα εξαρτηθεί από τις ικανότητες των επιτελείων ή των διαφημιστικών εταιρειών. Θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις πιέσεις της πραγματικότητας, από τα μέτρα και τις ρυθμίσεις που πρέπει ακόμα να περάσουν, από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις ενδοευρωπαϊκές διενέξεις. Αλλά και από τις ρητές ή άρρητες μορφές αντίστασης που θα εμφανιστούν. Ίσως και από την εκλογική συμπεριφορά της τελευταίας στιγμής, αφού το πόσοι θα πάνε στις κάλπες και τι θα κάνουν δεν είναι τόσο προκαθορισμένο.

 

Απαραίτητοι διαχωρισμοί

Ο διαχωρισμός σε πολιτικό επίπεδο από την κεντροαριστερή αντίληψη και η συστηματική αποκάλυψή της, αποτελεί κομβικό σημείο για την αντιστροφή της ατμόσφαιρας καθήλωσης που έχει επικρατήσει στον λαϊκό παράγοντα. Η «αποσυριζοποίηση» είναι ένας όρος αναγκαίος αλλά όχι αρκετός. Καμιά φορά μάλιστα, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η γενικευμένη και ηχηρή «καταγγελιολογία» και τα δραματικά αναθέματα για την «προδοσία Τσίπρα» φανερώνουν το αντίθετο από αυτό που διακηρύσσουν, δείχνουν αυταπάτες που δεν έχουν ξεπεραστεί. Ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύονται από προτάσεις στα καίρια ζητήματα. Μια ειδική πολιτική αντιμετώπισης του κεντροαριστερού λόγου και άξονα, της μεγάλης εξαπάτησης που επιχειρούν, είναι απαραίτητη για όσους επιδιώκουν την αντιστροφή της σημερινής κατάστασης.

 

https://www.e-dromos.gr/o-kentroaristeros-axonas/

Tagged : /