05/02/2015, “Η ώρα του αγώνα!”, Δήλωση για τις τρέχουσες εξελίξεις

Η ώρα του αγώνα!

Η ευρωκρατία οργανώνει την ασφυξία της Ελλάδας, οξύνοντας την αρπακτική πολιτική της.
Κατεδαφίζει τον διάλογο και μετατρέπει την ελπίδα για επικοινωνία σε αυταπάτη. Επιχειρεί να μας γονατίσει, να μας σύρει στον εξευτελισμό και την ικεσία.
Είναι η ώρα του αγώνα του ελληνικού λαού. Η ώρα να υποστηρίξει ο ίδιος τις επιλογές του. Να κερδίσει την αλληλεγγύη και τη συμπαράσταση.
Τα δεσμά της γερμανικής Ευρώπης θα σπάσουν.
Πολιορκημένοι, αλλά ελεύθεροι, να στείλουμε το μήνυμα του αγώνα παντού, σε κάθε γωνιά της χώρας, σε κάθε μεριά, απ΄ άκρου εις άκρον της Ευρώπης.

5 Φεβρουαρίου 2015

Ρούντι Ρινάλντι, μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ

Η «Νεοπολίτευση», άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.248,31/1/2015)

Νέος πολιτικός κύκλος ανοίγει για τη χώρα – Ποια χαρακτηριστικά θα έχει το καινούργιο τοπίο, μετά τη μεταπολίτευση και το μνημονιακό καθεστώς 

nepolitefsh-650x250

Με την ιστορικής σημασίας νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και το λαϊκό ρεύμα που υποστήριξε την απαλλαγή από το μνημονιακό καθεστώς, ξημερώνει μια νέα μέρα, ένα νέο πολιτικό τοπίο, που θα έχει άλλα χαρακτηριστικά από αυτά που ζήσαμε στους δύο προηγούμενους κύκλους που κλείνουν: Τον κύκλο της χρεοκοπημένης μεταπολίτευσης που πολιτικά κυριαρχήθηκε από τον δικομματισμό ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και χαρακτηρίστηκε από τη νομή της εξουσίας από τα κόμματα αυτά και την προώθηση μιας εκδοχής εκσυγχρονισμού αλά ελληνικά της μεταπρατικής δομής που παρέλαβαν. Τον κύκλο της μνημονιακής περιόδου με επικυριαρχία του μνημονιακού πολιτικού μπλοκ (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, μέσα από δικομματικές ή τρικομματικές κυβερνήσεις) που τιμωρήθηκε σκληρά για την αντιλαϊκή πολιτική που εφάρμοσε στα 4 χρόνια μνημονίου.

Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ορίζει και ανοίγει έναν νέο πολιτικό κύκλο, που ο Λάκης Λαζόπουλος ονόμασε «νεοπολίτευση» και στον οποίο η Αριστερά παίζει κεντρικό ρόλο, πρωταγωνιστικό. Η τιμωρία του μνημονιακού πολιτικού στρατοπέδου και η αφαίρεση της διακυβέρνησης από αυτό το αντιδραστικό και εθελόδουλο μπλοκ, το μπλοκ του «ναι σε όλα» προς την τρόικα, αποτελεί μια σημαντική στιγμή και τομή στην πολιτική ζωή του τόπου και αποτελεί μια απαρχή ενός νέου κύκλου που επηρεάζει και επιδρά στις εξελίξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Ορισμένα χαρακτηριστικά της «Νεοπολίτευσης»

Τα βασικά χαρακτηριστικά του κύκλου που ανοίγει είναι η συνύπαρξη τριών πλευρών:

  • των προσδοκιών και δεσμεύσεων για μια φιλολαϊκή πορεία
  • των έντονων πιέσεων για μια συστημική παλινόρθωση
  • των ανοικτών μετώπων με τη διαπλοκή/διαφθορά εσωτερικά και την τρόικα/γερμανική Ευρώπη από την άλλη.

Και μόνο η συνύπαρξη αυτών των τριών πλευρών συν τις γεωπολιτικές πιέσεις που υπάρχουν, αναδεικνύει πως η ρευστότητα, η πυκνότητα, οι δυσκολίες και η μεταβατικότητα θα είναι σύμφυτα χαρακτηριστικά του νέου κύκλου. Είναι αλήθεια πως από την πρώτη μέρα μπήκαμε στα δύσκολα και καμιά απλοποιητική λογική δεν μπορεί να σταθεί έστω για ένα 24ωρο.

Πριν τις εκλογές ήταν φανερό ότι στην Ελλάδα επίκειτο ένας μεγάλος πολιτικός σεισμός που θα ταρακουνούσε όλα τα σχήματα που ήταν γνωστά μέχρι τότε. Είτε με τη μορφή της αυτοδυναμίας προς τον ΣΥΡΙΖΑ, όπου ορμητικά θα άνοιγε μια πορεία αλλαγών και αντιπαραθέσεων, είτε με τη μορφή ενός μεγάλου αναγκαστικού συμβιβασμού, της «εθνικής συνεννόησης», όπου ένας αχταρμάς μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων μπαίνουν στο χορό της «εθνικής διαπραγμάτευσης».

Το αποτέλεσμα των εκλογών έδωσε μια οριακή και υβριδική απάντηση στο ζήτημα. Ούτε αυτοδυναμία, αλλά και ούτε κατάσταση «εθνικής συνεννόησης».

Ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς αυτοδυναμία, αλλά και χωρίς την ανάγκη να στηριχθεί σε μνημονιακές δυνάμεις ή φιλομνημονιακές (Ποτάμι), μπόρεσε εύκολα και γρήγορα να προσανατολιστεί στον σχηματισμό κυβέρνησης με τους αντιμνημονιακούς ΑΝΕΛ και να είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Με δυο λόγια να αποφύγει εν πρώτοις έναν σφιχτό εναγκαλισμό από κατεστημένες δυνάμεις. Κρατά δηλαδή την πρωτοβουλία των κινήσεων και αυτό είναι κρίσιμο.

Λίγες μέρες μετά τις εκλογές πήραμε μυρωδιά από το άρωμα της συνθετότητας και της δυσκολίας των καταστάσεων: δικομματική κυβέρνηση, υπουργικό συμβούλιο με πολλές ισορροπίες και ανθρώπους τεχνοκράτες, νομικούς, ειδικούς, ανοίγματα στο χώρο της ΔΗΜΑΡ και της Οικολογίας, εμπλοκή και θετική παρέμβαση στα θέματα της Ουκρανίας, επισκέψεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, επιστολές Ομπάμα και παράλληλα κυκλοφορία σεναρίων για ψήφιση του μνημονιακού Αβραμόπουλου στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Πλάι δηλαδή στην ανακούφιση από το διώξιμο της μνημονιακής κυβέρνησης και τον ερχομό μιας φρέσκιας κατάστασης, πλάι στη συγκλονιστική εικόνα του πρωθυπουργού στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, συνυπάρχουν πλείστες αντιφάσεις του ίδιου του εγχειρήματος που συσσωρεύουν απορίες και έντονα συνειδησιακά προβλήματα από τις πρώτες μέρες διακυβέρνησης.

Το εκλογικό αποτέλεσμα

Το εκλογικό αποτέλεσμα κατέγραψε τα ακόλουθα:

  • Σαφή τιμωρία του μνημονιακού πολιτικού συστήματος
  • Δημιουργία ενός ρεύματος προς τον ΣΥΡΙΖΑ που τον οδήγησε πολύ κοντά (οριακά) στην αυτοδυναμία και έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μεγάλος νικητής των εκλογών.
  • Σαφή νίκη του αντιμνημονιακού μπλοκ με τους ΑΝΕΛ όχι μόνο να διασώζονται αλλά και να ξεπερνούν το ΠΑΣΟΚ παρά τον πόλεμο που τους έγινε τα 3 τελευταία χρόνια.
  • Παραμένει υψηλό το ποσοστό της Ν.Δ. που επωφελήθηκε από την προπαγάνδα τρόμου και τη συσπείρωση μεσοστρωμάτων που νόμιζαν ότι μπορούν να επιβιώσουν με τη συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής και ίσως και να σταθεροποιήσουν τη θέση τους.
  • Η Χρυσή Αυγή κρατά δυνάμεις, είναι τρίτο κόμμα και δείχνει ότι υπάρχει ένα τμήμα πολύ θυμωμένο στην κοινωνία, που δεν εκφράστηκε τους τελευταίους μήνες παρά μόνο με αυτήν την ψήφο. Η Χ.Α. ίσως να εισπράξει από τη δυσαρέσκεια που δεν θα βρει καταφύγιο στις πολιτικές που θα εφαρμοστούν…
  • Το Ποτάμι δεν κατόρθωσε να είναι ρυθμιστής των εξελίξεων και μοχλός κουτσουρέματος του ΣΥΡΙΖΑ, στην περίπτωση που οι ΑΝΕΛ δεν έμπαιναν στη Βουλή. Παρόλα αυτά αποτέλεσε ένα σχετικά επιτυχημένο ανάχωμα στο να πάνε δυνάμεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ (νέοι ψηφοφόροι κυρίως) και εκμεταλλεύτηκε τον αντικομματισμό που δικαιολογημένα υπάρχει σε διάχυτη μορφή.
  • Το ΚΚΕ διατήρησε τις δυνάμεις του και ο νέος γραμματέας μπορεί να απολογίζει πως αυξήθηκε κατά μία μονάδα και με έναν βουλευτή η δύναμη του κόμματος σε μια εξαιρετικά δύσκολη εκλογική μάχη. Η πολιτική συμπεριφορά του ΚΚΕ απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και στο λαϊκό αίτημα «να φύγουν», έκανε πολύ άσχημη εντύπωση σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα, γι’ αυτό παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα η γενική επιρροή του.
  • Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμπιέστηκαν πολύ από τον ΣΥΡΙΖΑ και έτσι παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα (κάτω της μονάδας) ενώ οι δημοσκοπήσεις της έδιναν κάτι παραπάνω (έως 1,5%).
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε από τα αριστερά του παρά την προσαρμογή μετά τις ευρωεκλογές και τα διάφορα ανοίγματά του. Η παραδοσιακή Αριστερά δεν ήξερε και δεν ξέρει πώς να συμπεριφερθεί απέναντι σε ένα ιδιότυπο εγχείρημα και κλείνεται στα στερεότυπά της. Κινείται τελείως αμυντικά και φοβικά απέναντι σε ένα λαϊκό ρεύμα τιμωρίας και αλλαγής του μνημονιακού καθεστώτος.
  • Ο αριθμός των «τυφλών» ψήφων προς την Τελεία του Απ. Γκλέτσου ή προς την Ένωση Κεντρώων του Β. Λεβέντη δεν είναι μικρός (περίπου 3,6%) και δείχνει πως δεν είναι μικρό το τμήμα της κοινωνίας που έχει απηυδήσει από το πολιτικό σύστημα και τον λόγο/συμπεριφορά των κομμάτων.
  • Η συμμετοχή κινήθηκε σε συνηθισμένα επίπεδα διαψεύδοντας όσους νόμιζαν ότι σε αυτήν την κρίσιμη αναμέτρηση θα υπάρχει μεγαλύτερη προσέλευση. Γεγονός που πρέπει να προβληματίσει για τις τάσεις που υπάρχουν στο δεδομένο σύστημα εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές σε μια περίοδο που το μαζικό λαϊκό κίνημα είχε υποχωρήσει από το κεντρικό πεδίο, μετά από μια περίοδο προσαρμογής και προετοιμασίας μόνο για το έργο της διακυβέρνησης, χωρίς να υπάρχει ένα ενεργό λαϊκό ρεύμα και χωρίς να έχει γίνει σοβαρή προσπάθεια για τη δημιουργία του.

Κέρδισε τις εκλογές μετά από μια περίοδο συγκρατημένης, προσεκτικής, μετριοπαθούς πολιτικής για να πετύχει τον στόχο να μην εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας και να πάμε σε εκλογές. Ο κόσμος παρόλα αυτά δεν ήθελε απλά έναν καλύτερο διαπραγματευτή, και την ίδια στιγμή που δήλωνε αυθόρμητα «πως και τα μισά, ή το 1/10 αν κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ απ’ όσα υπόσχεται καλό θα είναι», στην ουσία ζητούσε και ποθούσε μια μεγάλη και βαθιά αλλαγή. Ο ΣΥΡΙΖΑ με μια πιο τολμηρή γραμμή και κυρίως συμπεριφορά, μπορούσε να κάνει έναν περίπατο, να τιμωρήσει σκληρά τη Ν.Δ. (και όχι να πάρει αυτή 27%, μόλις 100.000 ψήφους λιγότερες από το 2012) και να έχει την κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό και ενεργό στήριγμα το λαό και το λαϊκό κίνημα.

Το αίτημα που παραμένει δυνατό

Στο νέο πολιτικό κύκλο ο ρόλος του κάθε μέρους, ο πολιτικός χρόνος και οι τόποι άσκησης της πολιτικής διαφοροποιούνται σε σχέση με το τι ήταν μέχρι χθες. Καθοριστικό ρόλο θα παίζει η κυβέρνηση και στο πλαίσιό της μια μικρή ομάδα που θα έχει βαρύνουσα σημασία στην καθημερινή και στρατηγική άσκηση της κεντρικής πολιτικής. Θα έχει σημαντικό ρόλο και θα είναι τόπος άσκησης και εφαρμογής πολιτικών ο κρατικός, διοικητικός τομέας. Σε ορισμένες στιγμές η Κοινοβουλευτική Ομάδα θα κληθεί να πάρει κρίσιμες αποφάσεις.

Για το κόμμα δεν υπάρχει ακόμα καμία σοβαρή σκέψη και πρόταση, παρόλο που έχει εκφραστεί από κορυφαία στελέχη (π.χ. Γ. Δραγασάκης στην ομιλία στο «διαρκές συνέδριο») πως πρέπει να αναρωτηθούμε για το ρόλο και να αναβαθμίσουμε το ίδιο το κόμμα σε όλο το εγχείρημα.

Τέλος, καθοριστικός, σημαντικός και αποφασιστικός (όταν εξετάζουμε τα ζητήματα από αριστερή σκοπιά) είναι ο ρόλος που θα έχει, και μέσα από ποιες διαδικασίες, εγχειρήματα, κινήματα και νέους θεσμούς, η ίδια η κοινωνία. Η λαϊκή συμμετοχή, η παρουσία του λαού σε όλα τα επίπεδα, η οργάνωση του λαού, η υποκειμενική διάσταση του λαϊκού παράγοντα, ο λαϊκός έλεγχος και κυρίως η συνάντηση κινημάτων, προτάσεων, εγχειρημάτων και κυβέρνησης στην τροχιά μιας αλλαγής και όχι ενός συμβιβασμού στα κρίσιμα ζητήματα. Η κοινωνική διέξοδος, η αλλαγή της συνείδησης και του βαθμού συμμετοχής του λαού, το φρόνημά του μπροστά στις δυσκολίες, ο πολιτισμός εν γένει και η πολιτική εγρήγορση γύρω από κεντρικούς μεγάλους στόχους. Μεγάλους στόχους γύρω από κεντρικά ζητήματα όπως: η διαπλοκή και το πολιτικό σύστημα, η ευρωκρατία και το χρέος, τα γεωπολιτικά ζητήματα, η παραγωγική ανασυγκρότηση και κυρίως το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης.

Πολιτικοί και ιδεολογικοί κίνδυνοι

Σε κάθε περίπτωση στον νέο πολιτικό κύκλο, στην «νεοπολίτευση», με πρωταγωνιστή την Αριστερά, καραδοκούν ορισμένοι ιδεολογικοί και πολιτικοί κίνδυνοι:

  • Ο κίνδυνος της συστημικής παλινόρθωσης. Είτε με τη μορφή της σύντομης παρένθεσης, είτε από τα μέσα δηλαδή την απορρόφηση του ΣΥΡΙΖΑ και την κεντροαριστεροποίηση της πολιτικής του σαν μοναδικής δυνατότητας. Ιστορικά οι παλινορθώσεις έγιναν και με τους δύο τρόπους: είτε με ανατροπή από εχθρικές δυνάμεις είτε με εκφυλισμό και πτώση.
  • Ο κίνδυνος της ενσωμάτωσης μέσα από τον κυβερνητισμό, τον κρατικισμό, τη δημόσια διοίκηση. Χωρίς μεγάλες μεταβολές και με παραμονή στο υπάρχον θεσμικό και κρατικο-διοικητικό σύστημα, η συμμετοχή και απορρόφηση δυνάμεων μέσα από τους μηχανισμούς αυτούς δεν παράγει αναζωογόνηση, αλλά γραφειοκρατία, ρουτίνα, εκφυλισμό. Η λαϊκή συμμετοχή και η εφευρετικότητα για χώρους συμμετοχής πρέπει να είναι ένα αντίδοτο σε αυτές τις φυσιολογικές τάσεις που θα αναπτυχθούν.
  • Ο διασκορπισμός των αριστερών σκεπτόμενων προοδευτικών δυνάμεων σε ειδικούς τομείς, κι όχι η συγκέντρωσή τους σε τομείς κρίσιμους και αποφασιστικούς.
  • Η αποδιάρθρωση της κοινωνικής θέλησης και δυναμικής και, αν θέλετε, ακόμη της ίδιας της Αριστεράς, ως ρόλου υποκειμένου μετάβασης και εκφραστή μεγάλων ιστοριών αιτημάτων – κινημάτων.

Συμπέρασμα

Σαν συμπέρασμα όλων των παραπάνω, προκύπτει πως είναι αναγκαία:

  • μια σύνθετη αριστερή οπτική που θα αφουγκράζεται τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες που δημιουργούνται στον νέο κύκλο που έχουμε εισέλθει
  • μια δράση πιο αιχμηρή, πιο βαθιά, πιο αποτελεσματική
  • μια κίνηση που να δημιουργεί τη συνάντηση κινημάτων, πρωτοβουλιών και λαϊκής συμμετοχής και ελέγχου
  • ένα πολιτικό ρεύμα στήριξης και ελέγχου της πορείας που άνοιξε ο νέος κύκλος.

Η λαϊκή παρουσία επομένως είναι πάλι το «κλειδί». Είναι αδύνατο να φανταστούμε μια αφαίρεση από το προσκήνιο, του λαϊκού κινήματος, της λαϊκής συμμετοχής, των κινημάτων, των αντιδράσεων, της αμφισβήτησης. Ανάμεσα στην κυβέρνηση και το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο (οικονομία και εν γένει κοινωνία) υπάρχει ένας πλούσιος ιστός κοινωνικής δραστηριότητας που πρέπει να πάρει υπόσταση και να αποτελέσει πρωταγωνιστική δύναμη: ένα λαϊκό πολιτικό ρεύμα–κίνημα, που δίνει στήριξη, ελέγχει, κριτικάρει, συμπληρώνει, μετασχηματίζει την κρατική κυβερνητική παρέμβαση. Αυτά μπορούν να δώσουν ορμή και ρυθμό, περιεχόμενο και λαϊκότητα στην αναγκαία μετάβαση σε μια άλλη Ελλάδα. Η ελπίδα πρέπει να ανοίγει δρόμους μιας άλλης κοινωνίας.

Tagged : /

Μηνύματα λίγο πριν τις κάλπες, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.246,17/1/2015)

kalph

 

Το εκλογικό ρεύμα και η κρισιμότητα των επόμενων μηνών

Στις προσεχείς εκλογές όλα δείχνουν ότι θα καταγραφεί ένα ρεύμα τιμωρίας και αλλαγής. Το ρεύμα αυτό θα τροφοδοτήσει μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ που η έκτασή της δεν μπορεί ακόμα να προβλεφθεί. Θα μπορούσε να ήταν σαρωτική, ουσιαστική, αν και εφόσον τα προηγούμενα δύο χρόνια είχαν δοθεί πιο σαφή δείγματα γραφής και κυρίως αν είχε συγκροτηθεί ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου.

Το παλιό πολιτικό-κομματικό σύστημα πνέει τα λοίσθια. Στην ουσία, είναι ανύπαρκτο. Ο δικομματισμός (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) έχει τελειώσει από το 2012, η διάλυση του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνεται, η ΔΗΜΑΡ διαλύθηκε μέσα σε λίγους μήνες, ενώ δημιουργούνται νέα μορφώματα, όπως το Ποτάμι, αμφίβολης διάρκειας και ρόλου. Η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής προσκρούει στην τεραστίων διαστάσεων κρίση του σάπιου πολιτικού συστήματος και στην ευρεία του καταδίκη στη λαϊκή συνείδηση. Το γεγονός ότι συντηρητικά στρώματα σκέφτονται να εγκαταλείψουν την Ν.Δ. και να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιεί το μέγεθος του κλυδωνισμού που έχει υποστεί το αντιπροσωπευτικό σύστημα στη χώρα μας με τη μορφή που το γνωρίζαμε. Αυτός είναι ο λόγος που ακυρώθηκε η αντι-αριστερή προπαγάνδα τρόμου και φόβου που είχε σχεδιάσει το νεοδημοκρατικό επιτελείο.

Η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, έδινε -και δίνει ακόμα- τη δυνατότητα μιας βαθιάς πολιτικής τομής, μιας σημαντικής μεταπολίτευσης του λαού, κατά την οποία όλοι οι όροι του πολιτικού πεδίου, του κράτους, της κοινωνίας θα τροποποιούνταν σε προοδευτική κατεύθυνση. Μια μεταπολίτευση που θα οδηγούσε στον εξοστρακισμό από την πολιτική σφαίρα όσων ευθύνονται για τη διάλυση της χώρας και το γονάτισμα της κοινωνίας, στο καθάρισμα όλου του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού από την κόπρο του Αυγεία. Είναι όρος η διάλυση του σάπιου πολιτικού συστήματος για κάθε προοδευτικό βήμα της κοινωνίας. Αυτή η ανάγκη, που τόσο εμφατικά έφερε στην επιφάνεια το κίνημα των πλατειών, δεν αναδείχθηκε ως δυνατότητα και αναγκαιότητα τους τελευταίους μήνες.

Ο διπολισμός εγκλωβίζει

Ας κάνουμε λίγο πιο σαφές το σημείο αυτό. Η αντιμετώπιση του μνημονιακού διαπλεκόμενου πολιτικού κόσμου και της τροϊκανής επικυριαρχίας, δεν εξαντλείται μέσα από την επίλυση της αντίθεσης Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και μόνο. Ο διπολισμός ή νέος δικομματισμός ανάμεσα στα δύο κόμματα εγκλωβίζει δυνάμεις και περιορίζει στόχους, γιατί απλώς η Ν.Δ. δεν είναι η μόνη μνημονιακή δύναμη, ούτε κυβέρνησε ποτέ μόνη της. Η ανάδειξή της σε αποκλειστικό αντίπαλο βοήθησε στην συσπείρωσή της (τα ποσοστά της είναι αρκούντως μεγάλα, ενώ θα μπορούσε να έχει σφυροκοπηθεί παντοιοτρόπως και να έχει απομονωθεί σε μέγιστο βαθμό) και τώρα ευελπιστεί, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, να παίξει κάποιο ρόλο.

Ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου, ένα αριστερό πολιτικό κίνημα θα όφειλε να μην αφήσει καμιά ανάσα σε όλους τους μνημονιακούς σχηματισμούς. Η μεταμνημονιακή Ελλάδα χρειάζεται κάθαρση και νέο πολιτικό σύστημα που σε τίποτα να μη μοιάζει με το σημερινό. Αυτό είναι που δεν βλέπουν οι διαφημιστικές, οι εταιρίες μετρήσεων, τα κανάλια και όλα τα πλοκάμια του παλιού πολιτικού συστήματος. Η παραμονή όλης της προεκλογικής ρητορικής απλώς και μόνο στο έδαφος της οικονομίας και ειδικότερα στο ερώτημα «πού θα βρείτε τα λεφτά και πώς θα πληρωθούν τα ομόλογα», αποσκοπεί να αφήσει στην άκρη το ζήτημα ποιος και πώς θα καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.

Τώρα όλοι αναρωτιούνται πόσο πρώτος θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι διαφορά θα έχει από την Ν.Δ. και ποιο κόμμα θα είναι τρίτο. Η «τριτιά» μοιάζει λίγο σαν το βούτηγμα μέσα στο κρύο των νέων για να πιάσουν τον σταυρό στα Θεοφάνια. Ποιος θα τον πιάσει; Ποια θα ήταν η σημασία αυτών των δεδομένων μπροστά σε έναν περίπατο-χείμαρρο των λαϊκών δυνάμεων με μια σαρωτική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Αλλά γι’ αυτό χρειαζόταν το πολιτικό κίνημα που ποτέ δεν οικοδομήθηκε. Τι μένει; Μένει να γίνουν πολλά και σημαντικά.

Καθησυχαστικό πνεύμα και ριζοσπαστισμός

Η εικόνα που σχηματίζεται δείχνει πως υπάρχουν αποθέματα και έντονη λαϊκή διάθεση για να μπει ένα τέρμα στο κακό. Αλλά εκφράζεται με έμμεσο τρόπο, διά της αντιπροσωπεύσης, διά της ανάθεσης. Τα «δώστε μας μεγάλη εντολή», τη «μαγική μέρα των εκλογών» και «εμείς θα διαπραγματευτούμε επάξια» μαζί με το «μην ανησυχείτε, όλα είναι υπό έλεγχο και θα πάνε καλά», δημιουργούν όρους υποστολής της αναγκαίας συμμετοχής και τόλμης που πρέπει να επιδειχθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή.

Ζητούμενο μιας μεγάλης αλλαγής είναι η συνεχής παρουσία του λαϊκού παράγοντα και όχι η στιγμιαία έκφρασή του μέσα από την εκλογική διαδικασία. Αυτή ξεκλειδώνει απλά την πόρτα: Οι μνημονιακές δυνάμεις θα χάσουν τη διακυβέρνηση και η ευρωκρατία θα υποχρεωθεί σε κινήσεις και προσαρμογές στα νέα δεδομένα. Θα αντιδράσει, θα δυσκολέψει, θα υπαγορεύσει όρους, θα εκβιάσει, θα νουθετήσει, θα ρίξει γέφυρες, θα θολώσει τα νερά, θα πάρει πρωτοβουλίες, θα δημιουργήσει τετελεσμένα.

Η σχέση κοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής θα δοκιμαστεί σε διαφορετικές συντεταγμένες, όπου θα κονταροχτυπηθούν δύο διαφορετικές και ανταγωνιστικές κατευθύνσεις: Από τη μια, η κατεύθυνση βαθέματος και ουσιαστικοποίησης μιας μεταπολίτευσης που θα έχει λαϊκά χαρακτηριστικά, με την ορμητική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Από την άλλη, η κατεύθυνση της συστημικής παλινόρθωσης με διαφορετικά μείγματα νεοφιλελεύθερης πολιτικής και απόντα το λαό (που θα παρακολουθεί απαθής όσα γίνονται κατά τη διαπραγμάτευση) και με μόνιμο ρεφρέν το «εφικτό και ρεαλιστικό».

Το περίεργο είναι ότι το καθησυχαστικό πνεύμα της πολιτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ από τις Ευρωεκλογές και ύστερα -προφανώς για να κερδηθούν ακροατήρια ή να ουδετεροποιηθούν αντίπαλες διαθέσεις-, αμβλύνει το ριζοσπαστισμό, την ανάγκη συμμετοχής και την τόλμη που χρειάζεται, και μεταθέτει σχεδόν τα πάντα στο πεδίο της διακυβέρνησης. Επειδή ο αντίπαλος (όχι ο Σαμαράς, αλλά η ευρωκρατία) μελέτησε 2 χρόνια την κατάσταση και τις εξελίξεις, θα προσπαθήσει με πολλούς τρόπους να παλινορθώσει τον συστημισμό και έτσι το «καθησυχαστικό πνεύμα» δεν τον τρομάζει.

Από την πρώτη στιγμή μιας αλλαγής, η κοινωνία και η πολιτική θα απαιτούν τις προϋποθέσεις μιας σύνθετης και βαθιάς διεξόδου της χώρας από την καθολική κρίση στην οποία τη βύθισαν. Οι μήνες που έρχονται είναι κρίσιμοι. Αυτό και μόνο υπαγορεύει την ανάγκη της λαϊκής δραστηριοποίησης και σίγουρα όχι μόνο την Κυριακή των εκλογών.

Κυρίως μετά! Χωρίς να υποχωρεί το πνεύμα ριζοσπαστισμού, συμμετοχής και τόλμης, με κάθε μέρος της κοινωνίας να παίζει πραγματικά το ρόλο του. Πολιτικό κίνημα, κοινωνική συνείδηση, δημοκρατική-πατριωτική αφύπνιση, πανευρωπαϊκή-διεθνική αλληλεγγύη. Αυτά έχει ανάγκη η χώρα και όχι μόνο μια διαχειριστική διακυβέρνηση στα όρια ανοχής των ευρωκρατών.

Το σενάριο δεν είναι γραμμένο και δεν το ξέρει κανείς!

 

Tagged : / /

10/1/2015, ομιλία στα πλαίσια της ημερίδας “Ρήξη ή Ομηρία;”

Η ομιλία έγινε στα πλαίσια της Ημερίδας που διοργάνωσε η εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς στις 10/1/2015 στην Αθήνα με θέμα: Ρήξη ή Ομηρία; Πολιτικό σύστημα και λαϊκός παράγοντας την επόμενη μέρα. Δείτε εδώ όλες τις ομιλίες από τους εξαιρετικά ενδιαφέροντες ομιλητές http://www.e-dromos.gr/video-hmerida-10-01-2015/

Tagged : / /

Περί πολιτικής και ηθικής ξανά και ξανά…, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.243,27/12/2014)

2_SYRIZA-650x250

Χρειάζονται κανόνες δεοντολογίας και γιατί;

Ολοκληρώνονται αυτές τις μέρες οι εργασίες της Επιτροπής Δεοντολογίας για όσους θα συμμετέχουν στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Πολλοί ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στη συγκρότηση μιας τέτοιας επιτροπής. Αρχικά, τα προβλήματα που εμφανίστηκαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές ξεπέρασαν κατά πολύ το συνηθισμένο επίπεδο. Στη συνέχεια έγινε φανερό ότι πολλοί μπορεί να πλησιάζουν για διαφορετικούς λόγους τον ΣΥΡΙΖΑ τώρα που είναι «προ των πυλών» και, βεβαίως υπάρχει, πέρα από την αρνητική και θετική εμπειρία, όπως αυτή που φέρνουν φρέσκα κινήματα και νέες μορφές πολιτικής συλλογικότητας όπως οι Podemos στην Ισπανία.

Το τελευταίο παράδειγμα, που προσιδιάζει περισσότερο στην μορφή «κόμμα-κίνημα» παρά στη μορφή «κόμμα» όπως αυτή κυριαρχεί στον πολιτικό βίο, φέρει πολλά στοιχεία ριζοσπαστισμού, τόσο στη δομή όσο και στις διαδικασίες. Ένα από αυτά είναι η «ηθική δέσμευση» για όλους όσοι θέλουν να ενταχθούν στις γραμμές των Podemos. Αυτή αναφέρεται με ρητό τρόπο στις σχέσεις του κινήματος αυτού με τη διοίκηση, το κράτος, τις επιχειρήσεις, τα ΜΜΕ και συνολικά τα κοινά.

Δεν ηθικολογούμε…

Οι εραστές του πραγματισμού περιγελούν οποιαδήποτε αναφορά στην ηθική. Τη θεωρούν σκέτη ηθικολογία που αναδύει μάλλον έναν θρησκευτικό, κατηχητικό πνεύμα. Στην πραγματικότητα, υποβιβάζουν την πολιτική σε τέχνη του εφικτού, σε κυριάρχηση των μέσων για να επιτευχθεί ένας οποιοσδήποτε σκοπός, προσπερνούν την απαίτηση για ουσιαστική και χειραφετητική συμμετοχή των πολλών. Αρνούνται έτσι κάθε ανάγκη για ιδεολογία, νόημα και ουσία στα πεδία αυτά. Η εξουσιομανία, ο αυταρχισμός, η προσωπική ανάδειξη, ο καριερισμός, ο παραγοντισμός, η υποτίμηση του αγώνα και του ανθρώπινου παράγοντα, προωθούνται μέσα από την παρόξυνση όλων των αρνητικών φαινομένων που συνοδεύουν το κράτος, τη γραφειοκρατία και τον ατομικιστικό εγωισμό.

Δεν μπορεί, όμως, να αγνοηθεί η απαίτηση να ξανασυνδεθεί η πολιτική με την ηθική, να ηθικοποιηθεί η πολιτική. Στην πραγματικότητα, το αίτημα αυτό έχει τεθεί από πολλά μαζικά κινήματα, αλλά και μέσω της αυθόρμητης απόρριψης της πολιτικής ως «τέχνης του εφικτού». Οι «πλατείες» στην Ελλάδα και όλη τη Μεσόγειο, το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα, τώρα οι Podemos στην Ευρώπη αλλά και η επίδραση του «ινδιανισμού» στα εγχειρήματα μετάβασης στη Λατινική Αμερική, φέρνουν με έντονο τρόπο στην επικαιρότητα μια σειρά τέτοια ζητήματα.

Η έλλειψη της ηθικής, όπως τονίζει ο φιλόσοφος Κάρελ Κόσικ, οδηγεί σε ένα κενό, το άτομο-πολίτης δεν έχει κανένα κριτήριο για το τι είναι θετικό και τι αρνητικό, τι είναι σωστό και τι λάθος. Η Αριστερά δεν αρκεί να διακηρύσσει τη διαφορετική ηθική της, χρειάζεται οπωσδήποτε να αποδεικνύει έμπρακτα ότι διαθέτει μια άλλη ηθική, γιατί αυτή αποδεικνύεται, πρωτίστως, στις στάσεις και στις συμπεριφορές και όχι στις διακηρύξεις.

Όπου κι αν βρεθεί κανείς, τα τελευταία χρόνια, στη χώρα μας θα ακούσει: «Να πληρώσουν όσοι οδήγησαν τη χώρα σε αυτό το χάλι», «φτάνει με το αίσχος των ΜΜΕ, όσα δεν έχουν άδεια να κλείσουν», «μην μας προδώσετε», «μην γίνετε σαν κι αυτούς, μην τους μοιάσετε». Η επίκληση αυτή δεν είναι λαϊκισμός, το ηθικό και αξιακό φορτίο αυτής της -ακόμα εν ενεργεία- λαϊκής απαίτησης δεν είναι καθόλου μικρό.

Πού γεννάται το πρόβλημα;

Δεν ανακαλύπτουμε… την Αμερική θέτοντας το ζήτημα της ηθικοποίησης της πολιτικής, απέναντι στην εισβολή του ατομικισμού στις σφαίρες δράσης ακόμα και μιας αριστερής πολιτικής. Πως μπορεί και τρυπώνει ο ατομικισμός παντού; Ποιοι όροι επιτρέπουν, ποιοι παράγοντες αποδυναμώνουν αυτό το φαινόμενο ή έστω ευνοούν άλλες, αντιθετικές δυνατότητες;

Ο ατομικισμός έρχεται, συνήθως, να εισπράξει οφέλη που έχουν προκύψει από τη συλλογική πάλη, χρησιμοποιώντας θεσμούς και κατακτήσεις της. Ένα κόμμα, για παράδειγμα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ που εκτινάχθηκε από το 4,5 στο 27% μπορεί να γίνει όχημα ανέλιξης για πολλούς. Από την άλλη, η τάση ενσωμάτωσης δεν είναι απλά σύμφυτο του ατομικισμού-εγωισμού αλλά και μέσο εγκλωβισμού ή ευνουχισμού σημαντικών λαϊκών κινημάτων. Άρα, η αστική πολιτική επιδιώκει να ισχυροποιηθεί αυτή η τάση, κάθε φορά που αντιμετωπίζει ένα νέο και απρόβλεπτο κίνημα ή κόμμα.

Επομένως, υπάρχουν πολλοί αντικειμενικοί λόγοι που το πρόβλημα αυτό θα έρχεται ξανά και ξανά στο προσκήνιο. Δεν καταργείται με έναν νόμο στη Βουλή, ούτε στα κομματικά όργανα. Ο στόχος της επαναηθικοποίησης της πολιτικής αφορά το γενικό ανέβασμα της συνείδησης των ίδιων των ανθρώπων που μετέχουν σε μεγάλα κινήματα και προσπάθειες αλλαγής της κοινωνίας.

Καλό είναι να κάνουμε ορισμένες διακρίσεις. Υπήρξε -ή και υπάρχει ακόμα- ένα είδος στράτευσης στην Αριστερά και στα κομμουνιστικά κόμματα, όπου κυρίαρχο ήταν το πνεύμα προσφοράς και θυσίας για μεγάλα οράματα. Αυτοί οι αγώνες, που έγιναν από απλούς ανθρώπους που υπερέβησαν τις συνηθισμένες κλίμακες, εμπνέουν αλλά συνήθως δεν προβληματίζουν βαθύτερα. Γιατί θα έπρεπε να αναγνωρίζουμε τι σχέση έχει το υλικό υπόστρωμα με τις ιδέες και την ιδεολογία. Θα πει κανείς ότι οι μορφές στράτευσης ήταν πιο πρωτόγονες και η σχέση ατομικού-συλλογικού λιγότερο εξελιγμένη. Όλοι γνωρίζουμε τα αρνητικά φαινόμενα που συχνά συνόδευαν αριστερά και κομμουνιστικά εγχειρήματα. Αλλά και αναγνωρίζουμε ότι η ένταξη σε αυτό το κίνημα δεν σήμαινε μια πιο άνετη και εύκολη ατομική ζωή αλλά το αντίθετο.

Σήμερα ζούμε σε μια πιο «περίεργη» εποχή, μετά την υποχώρηση μεγάλων ιδεών και οραμάτων. Στις δυτικές κοινωνίες κυριαρχεί ο μεταμοντερνισμός και επιβάλλεται ένας νέος ατομικισμός, ενώ η κοινωνική ζωή έχει γίνει πολύ πιο σύνθετη. Στις συνθήκες αυτές, η στράτευση σε μεγάλα εγχειρήματα γίνεται με διαφορετικούς τρόπους, είναι πιο πολυεπίπεδη και έχει νέα χαρακτηριστικά. Ακόμα, όμως, δεν έχει αποκρυσταλλωθεί σε μια ενιαία οργανωτική και πολιτική πείρα. Η «μορφή πλήθος», η «μορφή κοινότητα», η τάση επανεδαφικοποίησης (κατάκτησης χώρων από μαζικά κινήματα), η «μορφή κόμμα-κίνημα», το αίτημα για αξιοπρέπεια και άλλες αξίες, φέρνουν στο επίκεντρο νέα ζητήματα.

Τερατάκια και τέρατα…

Στη γωνιά της Ευρώπης που βρίσκεται η Ελλάδα, εμφανίστηκαν πολλές ιδιομορφίες και ζητήματα που χρήζουν ιδιαίτερης μελέτης. Για παράδειγμα, δίπλα στην πιο «πρωτόγονη» μορφή στράτευσης, γεννήθηκαν μορφές που μιλώντας στο όνομα της Αριστεράς και του κομμουνισμού τοποθετούσαν σε διαφορετική βάση τη σχέση ατομικού-συλλογικού, με τρόπο όμως που συνήθως κυριεύονταν από τον αστικό ατομικισμό.

Έτσι, όταν πριν 10 χρόνια ξεκίνησε το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, συνυπήρχαν σε αυτό διάφορες κουλτούρες. Κουλτούρες ριζοσπαστισμού, κουλτούρες της παλιάς στράτευσης και ένα υβρίδιο άποψης-θεωρίας ότι η συλλογική υπόθεση πρέπει να αναγνωρίζει την ατομική φιλοδοξία του καθένα για προβολή και ανέλιξη που, συνήθως, οριζόταν ως «προσφορά».

Η «κατανόηση» της ατομικότητας και της διάθεσης για τέτοια προσφορά, άφηνε στην πράξη αρκετό έδαφος στην υπέρμετρη ατομική φιλοδοξία, ενώ όλοι γνώριζαν ότι στην πράξη δεν θα ίσχυαν οι όποιοι κανόνες (για παράδειγμα, για την παρουσία στα ΜΜΕ) κατά καιρούς έθεταν τα όργανα. Έτσι, ένα τμήμα στελεχών προσαρμόζονταν στους κανόνες που έθετε ο υπαρκτός κοινοβουλευτισμός και η τηλεδημοκρατία, ενώ η πλειοψηφία ζητούσε πάντα (ματαίως) να τηρούνται οι αποφάσεις.

Όλα αυτά, όταν ακόμα οι κλίμακες ήταν της τάξης του 4-5%, ενώ τώρα όλα μεγεθύνονται και σωστά προκύπτει η ανάγκη κανόνων δεοντολογίας. Κανόνες που όμως πρέπει να τηρούνται και όχι συστηματικά να καταπατούνται. Πολλά από αυτά τα ζητήματα δεν μπορούσαν να λυθούν πριν από το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και για αυτό ενσωματώθηκαν ως μεταβατική διάταξη στο καταστατικό του. Αλλά παραμένουν ακόμα στα άλυτα ή στα «αζήτητα».

Τώρα που η κλίμακα μεγαλώνει, το άνοιγμα των θυρών στη νομιμοποίηση της ατομικής φιλοδοξίας (σαν να πρόκειται για κάτι απολύτως φυσιολογικό) ο συνδυασμός της προσφοράς «στο κίνημα» ή «στη σωτηρία της χώρας» με τον «εαυτό μου» και τις φιλοδοξίες, με τη διαμεσολάβηση του κυβερνητισμού, μπορεί να γεννήσει τερατάκια, για να μην πούμε τέρατα.

Μπορεί ένας κώδικας δεοντολογίας να σταματήσει από μόνος του τέτοια φαινόμενα; Όχι. Μπορεί, όμως, να νομιμοποιήσει τη συζήτηση για τα θέματα αυτά, μπορεί να σκιαγραφήσει ορισμένους ηθικούς άξονες (τι είναι καλό και τι κακό, λάθος και σωστό) στις παρούσες συνθήκες, μπορεί να δώσει ώθηση στη συνείδηση που θα πρέπει να επικρατεί εντός του ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτά, να δυναμώσει το στοιχείο του ριζοσπαστισμού.

Γιατί, όπως τονίστηκε και προηγουμένως, μόνο μέσα από το γενικό ανέβασμα της συνείδησης των πολλών που συμμετέχουν σε μια συλλογική προσπάθεια, μέσα από τη δική τους παρέμβαση, μπορούν να αξιοποιηθούν κανόνες και «δικλείδες ασφαλείας».

Tagged : / /