Το «ΟΧΙ» της ψήφου -Άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.277 – 12/9/2015)

Υπέρ άκυρου – λευκού

Ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας δεν ξέρει τι να ψηφίσει, γιατί να ψηφίσει, δεν εμπνέεται διόλου από το εκλογικό σκηνικό που έχει στηθεί, αισθάνεται περισσότερο αποξενωμένο και απόμακρο από αυτό που του προσφέρουν τα κόμματα, όλα τα κόμματα.

Αναλυτές και δημοσκόποι συναντούν τον «Κανένα», εκτιμούν πως ένας παράγοντας που θα κρίνει τις εκλογές θα είναι το ποσοστό της αποχής, του άκυρου και του λευκού. Είναι φυσικό ολόκληρο το πολιτικό φάσμα των συμμετεχόντων στις εκλογές νομιμοποίησης του 3ου μνημονίου να θεωρούν πως αυτή η τάση για άκυρη – λευκή ψήφο ή για αποχή, είναι απολίτικη, συνορεύει με τον αναχωρητισμό και ότι συγγενεύει με μια εγγενή τάση του συστήματος να αποδιώχνει τους πολίτες από την εκλογική διαδικασία.

Μήπως όμως αυτή η επιλογή στις συγκεκριμένες εκλογές αποτελεί μια πολιτική επιλογή που αξίζει της προσοχής και πιθανά της ενίσχυσής μας;

 

Ποιες επιλογές προσφέρονται

Το κύριο χαρακτηριστικό της στιγμής που ζούμε είναι η διάψευση της μαζικής αυταπάτης που καλλιεργήθηκε στην κοινωνία και την πολιτική σφαίρα, ότι είναι δυνατό με τον τρόπο που το επιχείρησε ο ΣΥΡΙΖΑ, να υπάρξει μια λύση και μια διέξοδος στο πρόβλημα του μνημονίου και της τρόικας. Αυτή η μεγάλη διάψευση, τώρα που αποκαλύφθηκαν οι αυταπάτες τόσο του κόσμου όσο και της πολιτικής σκέψης, οδηγεί στο κλείσιμο ενός κύκλου όπου ο καθένας βρίσκεται αντιμέτωπος με τον αποπροσανατολισμό και τη σύγχυση που κουβαλά κάθε μεγάλη ματαίωση και διάψευση.

Έτσι μπροστά στο σκεπτόμενο, προβληματιζόμενο τμήμα των πολιτών της χώρας που αγωνιούν, αυτούς που επιθυμούσαν μια προοδευτική αλλαγή και ένα τέρμα στον κατήφορο και τη διάλυση, προσφέρονται πρακτικά από τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις, δύο επιλογές/λύσεις:

Η μία είναι να πάψει να είναι ριζοσπάστης, να πάψει να θεωρεί ότι είναι εφικτό να ανατραπεί η κατάσταση προς μια θετική κατεύθυνση. Δηλαδή να αναγνωρίσει πως πρέπει εν τέλει να γίνει ρεαλιστής, να αποδεχθεί τη μνημονιακή πραγματικότητα, να υποταχθεί στους όρους της και να αναζητήσει εκεί τις δυνατότητές του. Αυτό προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ σε γενικές γραμμές.

Η άλλη είναι να αγνοήσει τη συντριβή που συνέβη και όλη την εξέλιξη, να μη βγάλει κανένα συμπέρασμα, θεωρώντας πως άλλοι πιο συνεπείς μπορούν να εγγυηθούν και να καταφέρουν να κάνουν αυτά που διακήρυττε πριν από λίγο καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ (κατάργηση μνημονίων, έξοδο από την κρίση, μετάβαση σε καλύτερη κοινωνία κλπ.). Αυτό προτείνουν, σε γενικές γραμμές πάλι, η ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΚΚΕ.

Ανάμεσα σε αυτές τις δύο επιλογές – λύσεις, που συνιστούν μια μεγάλη ιδεολογική αναπηρία, υπάρχει μέσα στην κοινωνία μια γκάμα προβληματισμών, απόψεων, λύσεων, μια «θάλασσα», ένα αρχιπέλαγος σκέψης και αγωνιών που δεν καλύπτεται και δεν μπορεί να βρει διέξοδο. Είναι πολλοί όσοι νιώθουν πως εκβιάζονται να ενταχθούν σε μια από αυτές τις δύο επιλογές που προαναφέραμε.

Δεν αναφερόμαστε ακριβώς σε έναν ενιαίο πολιτικό χώρο, διαμορφωμένο ή υπό διαμόρφωση, που θέλει απλά να βρει τη θέση του στην υπάρχουσα δημοσιογραφική γεωγραφία των πολιτικών δυνάμεων. Δεν πρόκειται για έναν πολιτικό χώρο ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατική / μνημονιακή Αριστερά και στην ντούρα / δογματική Αριστερά.

Πρόκειται για μια διαδικασία πολλαπλών οπτικών που προσεγγίζουν πραγματικές δυσκολίες σε μια διαδικασία μαζικού επαναπροσανατολισμού με πολλούς τρόπους, και μάλιστα μπροστά στην οξύτητα των πραγματικών προβλημάτων.

Πρόκειται για μια διαδικασία που μπορεί να συγκροτήσει έναν πολιτικό χώρο. Το ποια φυσιογνωμία θα πάρει όλο αυτό το τεράστιο δυναμικό είναι προς στιγμήν δευτερεύον στοιχείο. Δηλαδή το αν θα είναι κοντά σε μια σοσιαλδημοκρατική διαχειριστική αντίληψη ή θα είναι φορέας πιο ριζοσπαστικών αναγκών και προτάσεων, αν θα εκφραστεί από μια δογματική Αριστερά ή κάτι άλλο. Το κύριο είναι σήμερα να αντιληφθούμε την ύπαρξη αυτού του δυναμικού και της δυναμικής που περικλείει. Να εντοπιστεί όχι μόνο η ύπαρξή του αλλά και η κατάσταση στην οποία αυτό υπάρχει: κατάσταση απίστευτης συμπίεσης από τα προβλήματα επιβίωσης και από τις διαψεύσεις που έχει γνωρίσει. Αν θέλουμε να κάνουμε μια παρομοίωση, το δυναμικό αυτό μοιάζει με ένα ελατήριο συμπιεσμένο. Συμπιέστηκε γιατί επέμεινε δραματικά σε μια αλλαγή και την υποστήριξε όσο μπορούσε, ενώ παράλληλα επέμεινε να αγνοεί τις προϋποθέσεις που χρειάζονται για να γίνει αυτή η αλλαγή.

Απέναντι σε αυτό το συμπιεσμένο ελατήριο και τη δυναμική που εμπεριέχει, η Αριστερά και των δύο λύσεων / επιλογών στέκεται με αφόρητο συντηρητισμό, καχυποψία και φόβο.

Πρόκειται για ένα τεράστιο δυναμικό και εκεί εδράζεται και η ιστορική δυναμική.

Πάνω στη δυναμική αυτή, εντός και σε σχέση με τη δυναμική αυτή τοποθετείται και το «ΟΧΙ» της ψήφου, η ψήφος του σήμερα. Το «ΟΧΙ» στον Τσίπρα αλλά και το «ΟΧΙ» στην πειθάρχηση και ενσωμάτωση στις δεδομένες λύσεις που του προσφέρονται και είναι ψευδεπίγραφες.

 

Ψήφος αναστοχασμού

Αν σήμερα κεντρικό ζήτημα είναι η κατάρρευση όλων των ψευδεπίγραφων λύσεων, η θέση του λευκού και του άκυρου στις εκλογές είναι ψήφος αναστοχασμού, ελπίδας, είναι ψήφος για το αύριο, γιατί ακριβώς τοποθετείται στους όρους συγκρότησης μιας εναλλακτικής διάδοχης κατάστασης απέναντι στον κύκλο που κλείνει.

Δεν έχει σχέση με μια εν γένει αντικοινοβουλευτική στάση ή μια στάση απαξίωσης γενικά των εκλογών. Είναι μια επιλογή να ξεκολλήσουμε από το υπαρκτό και στάσιμο, από το πολιτικό σκηνικό και την «ακινησία» του, από τα παλιά υλικά και τα παλιά πρόσωπα, την αναπαραγωγή και την επιβίωσή τους ως τέτοια.

Δεν είναι μια επιλογή «αναχωρητισμού» ούτε μια απόσυρση για να γίνουν αναλύσεις κλπ., όπως εύκολα την χαρακτηρίζουν διάφοροι. Είναι μια μάχιμη ψήφος που στηρίζεται σε εκτιμήσεις, δεδομένα και διαθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που δεν «έχουν τον λόγο» όπως τα πολιτικά κόμματα. Είναι επίσης μια ψήφος αντίστασης στα τετελεσμένα και στον εκβιαστικό τρόπο υφαρπαγής ψήφου από τα κόμματα.

Αν σήμερα αυτή η επιλογή δεν υποστηρίζεται με αιχμηρό τρόπο –ενώ υπάρχει έντονα ως διάθεση στους πολίτες που δεν ξέρουν τι να ψηφίσουν ή δεν θέλουν να ψηφίσουν κανέναν– αυτό οφείλεται στο ότι ο κόσμος αυτής της επιλογής φέρει ακόμα βαριά τα ψυχικά τραύματα που έχει προκαλέσει η ανατίναξη των αυταπατών και η ματαίωση των ελπίδων. Βρίσκεται σε φάση αναστοχασμού, χρειάζεται λίγο χρόνο.

Για τις δυνάμεις που επενδύουν στο αύριο και στην οικοδόμηση εναλλακτικής προοπτικής, η επιλογή του άκυρου / λευκού αποτελεί ένα καλό ανακλαστικό φρεσκάδας και διάθεσης για τις αυριανές καταστάσεις.

http://www.e-dromos.gr/to-oxi-ths-pshfou/

Tagged : / /

Μηνύματα λίγο πριν τις κάλπες, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.246,17/1/2015)

kalph

 

Το εκλογικό ρεύμα και η κρισιμότητα των επόμενων μηνών

Στις προσεχείς εκλογές όλα δείχνουν ότι θα καταγραφεί ένα ρεύμα τιμωρίας και αλλαγής. Το ρεύμα αυτό θα τροφοδοτήσει μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ που η έκτασή της δεν μπορεί ακόμα να προβλεφθεί. Θα μπορούσε να ήταν σαρωτική, ουσιαστική, αν και εφόσον τα προηγούμενα δύο χρόνια είχαν δοθεί πιο σαφή δείγματα γραφής και κυρίως αν είχε συγκροτηθεί ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου.

Το παλιό πολιτικό-κομματικό σύστημα πνέει τα λοίσθια. Στην ουσία, είναι ανύπαρκτο. Ο δικομματισμός (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) έχει τελειώσει από το 2012, η διάλυση του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνεται, η ΔΗΜΑΡ διαλύθηκε μέσα σε λίγους μήνες, ενώ δημιουργούνται νέα μορφώματα, όπως το Ποτάμι, αμφίβολης διάρκειας και ρόλου. Η συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής προσκρούει στην τεραστίων διαστάσεων κρίση του σάπιου πολιτικού συστήματος και στην ευρεία του καταδίκη στη λαϊκή συνείδηση. Το γεγονός ότι συντηρητικά στρώματα σκέφτονται να εγκαταλείψουν την Ν.Δ. και να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιεί το μέγεθος του κλυδωνισμού που έχει υποστεί το αντιπροσωπευτικό σύστημα στη χώρα μας με τη μορφή που το γνωρίζαμε. Αυτός είναι ο λόγος που ακυρώθηκε η αντι-αριστερή προπαγάνδα τρόμου και φόβου που είχε σχεδιάσει το νεοδημοκρατικό επιτελείο.

Η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος, έδινε -και δίνει ακόμα- τη δυνατότητα μιας βαθιάς πολιτικής τομής, μιας σημαντικής μεταπολίτευσης του λαού, κατά την οποία όλοι οι όροι του πολιτικού πεδίου, του κράτους, της κοινωνίας θα τροποποιούνταν σε προοδευτική κατεύθυνση. Μια μεταπολίτευση που θα οδηγούσε στον εξοστρακισμό από την πολιτική σφαίρα όσων ευθύνονται για τη διάλυση της χώρας και το γονάτισμα της κοινωνίας, στο καθάρισμα όλου του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού από την κόπρο του Αυγεία. Είναι όρος η διάλυση του σάπιου πολιτικού συστήματος για κάθε προοδευτικό βήμα της κοινωνίας. Αυτή η ανάγκη, που τόσο εμφατικά έφερε στην επιφάνεια το κίνημα των πλατειών, δεν αναδείχθηκε ως δυνατότητα και αναγκαιότητα τους τελευταίους μήνες.

Ο διπολισμός εγκλωβίζει

Ας κάνουμε λίγο πιο σαφές το σημείο αυτό. Η αντιμετώπιση του μνημονιακού διαπλεκόμενου πολιτικού κόσμου και της τροϊκανής επικυριαρχίας, δεν εξαντλείται μέσα από την επίλυση της αντίθεσης Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και μόνο. Ο διπολισμός ή νέος δικομματισμός ανάμεσα στα δύο κόμματα εγκλωβίζει δυνάμεις και περιορίζει στόχους, γιατί απλώς η Ν.Δ. δεν είναι η μόνη μνημονιακή δύναμη, ούτε κυβέρνησε ποτέ μόνη της. Η ανάδειξή της σε αποκλειστικό αντίπαλο βοήθησε στην συσπείρωσή της (τα ποσοστά της είναι αρκούντως μεγάλα, ενώ θα μπορούσε να έχει σφυροκοπηθεί παντοιοτρόπως και να έχει απομονωθεί σε μέγιστο βαθμό) και τώρα ευελπιστεί, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία, να παίξει κάποιο ρόλο.

Ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου, ένα αριστερό πολιτικό κίνημα θα όφειλε να μην αφήσει καμιά ανάσα σε όλους τους μνημονιακούς σχηματισμούς. Η μεταμνημονιακή Ελλάδα χρειάζεται κάθαρση και νέο πολιτικό σύστημα που σε τίποτα να μη μοιάζει με το σημερινό. Αυτό είναι που δεν βλέπουν οι διαφημιστικές, οι εταιρίες μετρήσεων, τα κανάλια και όλα τα πλοκάμια του παλιού πολιτικού συστήματος. Η παραμονή όλης της προεκλογικής ρητορικής απλώς και μόνο στο έδαφος της οικονομίας και ειδικότερα στο ερώτημα «πού θα βρείτε τα λεφτά και πώς θα πληρωθούν τα ομόλογα», αποσκοπεί να αφήσει στην άκρη το ζήτημα ποιος και πώς θα καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.

Τώρα όλοι αναρωτιούνται πόσο πρώτος θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι διαφορά θα έχει από την Ν.Δ. και ποιο κόμμα θα είναι τρίτο. Η «τριτιά» μοιάζει λίγο σαν το βούτηγμα μέσα στο κρύο των νέων για να πιάσουν τον σταυρό στα Θεοφάνια. Ποιος θα τον πιάσει; Ποια θα ήταν η σημασία αυτών των δεδομένων μπροστά σε έναν περίπατο-χείμαρρο των λαϊκών δυνάμεων με μια σαρωτική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Αλλά γι’ αυτό χρειαζόταν το πολιτικό κίνημα που ποτέ δεν οικοδομήθηκε. Τι μένει; Μένει να γίνουν πολλά και σημαντικά.

Καθησυχαστικό πνεύμα και ριζοσπαστισμός

Η εικόνα που σχηματίζεται δείχνει πως υπάρχουν αποθέματα και έντονη λαϊκή διάθεση για να μπει ένα τέρμα στο κακό. Αλλά εκφράζεται με έμμεσο τρόπο, διά της αντιπροσωπεύσης, διά της ανάθεσης. Τα «δώστε μας μεγάλη εντολή», τη «μαγική μέρα των εκλογών» και «εμείς θα διαπραγματευτούμε επάξια» μαζί με το «μην ανησυχείτε, όλα είναι υπό έλεγχο και θα πάνε καλά», δημιουργούν όρους υποστολής της αναγκαίας συμμετοχής και τόλμης που πρέπει να επιδειχθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή.

Ζητούμενο μιας μεγάλης αλλαγής είναι η συνεχής παρουσία του λαϊκού παράγοντα και όχι η στιγμιαία έκφρασή του μέσα από την εκλογική διαδικασία. Αυτή ξεκλειδώνει απλά την πόρτα: Οι μνημονιακές δυνάμεις θα χάσουν τη διακυβέρνηση και η ευρωκρατία θα υποχρεωθεί σε κινήσεις και προσαρμογές στα νέα δεδομένα. Θα αντιδράσει, θα δυσκολέψει, θα υπαγορεύσει όρους, θα εκβιάσει, θα νουθετήσει, θα ρίξει γέφυρες, θα θολώσει τα νερά, θα πάρει πρωτοβουλίες, θα δημιουργήσει τετελεσμένα.

Η σχέση κοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής θα δοκιμαστεί σε διαφορετικές συντεταγμένες, όπου θα κονταροχτυπηθούν δύο διαφορετικές και ανταγωνιστικές κατευθύνσεις: Από τη μια, η κατεύθυνση βαθέματος και ουσιαστικοποίησης μιας μεταπολίτευσης που θα έχει λαϊκά χαρακτηριστικά, με την ορμητική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Από την άλλη, η κατεύθυνση της συστημικής παλινόρθωσης με διαφορετικά μείγματα νεοφιλελεύθερης πολιτικής και απόντα το λαό (που θα παρακολουθεί απαθής όσα γίνονται κατά τη διαπραγμάτευση) και με μόνιμο ρεφρέν το «εφικτό και ρεαλιστικό».

Το περίεργο είναι ότι το καθησυχαστικό πνεύμα της πολιτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ από τις Ευρωεκλογές και ύστερα -προφανώς για να κερδηθούν ακροατήρια ή να ουδετεροποιηθούν αντίπαλες διαθέσεις-, αμβλύνει το ριζοσπαστισμό, την ανάγκη συμμετοχής και την τόλμη που χρειάζεται, και μεταθέτει σχεδόν τα πάντα στο πεδίο της διακυβέρνησης. Επειδή ο αντίπαλος (όχι ο Σαμαράς, αλλά η ευρωκρατία) μελέτησε 2 χρόνια την κατάσταση και τις εξελίξεις, θα προσπαθήσει με πολλούς τρόπους να παλινορθώσει τον συστημισμό και έτσι το «καθησυχαστικό πνεύμα» δεν τον τρομάζει.

Από την πρώτη στιγμή μιας αλλαγής, η κοινωνία και η πολιτική θα απαιτούν τις προϋποθέσεις μιας σύνθετης και βαθιάς διεξόδου της χώρας από την καθολική κρίση στην οποία τη βύθισαν. Οι μήνες που έρχονται είναι κρίσιμοι. Αυτό και μόνο υπαγορεύει την ανάγκη της λαϊκής δραστηριοποίησης και σίγουρα όχι μόνο την Κυριακή των εκλογών.

Κυρίως μετά! Χωρίς να υποχωρεί το πνεύμα ριζοσπαστισμού, συμμετοχής και τόλμης, με κάθε μέρος της κοινωνίας να παίζει πραγματικά το ρόλο του. Πολιτικό κίνημα, κοινωνική συνείδηση, δημοκρατική-πατριωτική αφύπνιση, πανευρωπαϊκή-διεθνική αλληλεγγύη. Αυτά έχει ανάγκη η χώρα και όχι μόνο μια διαχειριστική διακυβέρνηση στα όρια ανοχής των ευρωκρατών.

Το σενάριο δεν είναι γραμμένο και δεν το ξέρει κανείς!

 

Tagged : / /