Εγκληματικές οργανώσεις, λογοδοσίες, απελευθέρωση…, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.183, 12/10/2013)

Διαρκές έγκλημα κατά της κοινωνίας επί 3,5 χρόνια

Σαν σήμερα, στις 12 Οκτώβρη πριν από 69 χρόνια, απελευθερωνόταν η Αθήνα από τους ναζί καταχτητές και κλίμα ενθουσιασμού και γιορτής είχε πλημμυρίσει το λαό. Σήμερα παίρνονται ορισμένα μέτρα ενάντια στους νεοναζί και ορίζονται ξανά οι κανόνες της ειδικής καθεστωτικής φάσης που ζούμε, υπό κηδεμονία, υπό αρμοστεία, δηλαδή ως κανονική αποικία χρέους. Με την τρόικα, τα διαρκή μνημόνια, το δουλικό μνημονιακό πολιτικό τόξο. Γίνεται, λοιπόν, λόγος περί εγκλήματος, βίας και εγκληματικής οργάνωσης, έχουν δουλειά οι νομικοί, δικαστικοί και πολιτικοί κύκλοι και η ζωή συνεχίζεται…
Όχι ακριβώς. Μπορεί η Χ.Α. να βρίσκεται ενώπιον του νόμου, μπορεί να έχουν κάπως ανασάνει γειτονιές και πόλεις από την τρομοκρατική, δολοφονική δράση της, αλλά η ζωή δεν συνεχίζεται έτσι απλά. Χτες μόλις μάθαμε για δύο αυτοκτονίες. Αγρότης 59 ετών, πατέρας 3 παιδιών, στην Αμαλιάδα κρεμάστηκε στο λιοστάσι του, που τόσο το είχε δουλέψει, γιατί αντιμετώπιζε μεγάλα οικονομικά προβλήματα. 
Πέρασε το σκοινί στην ελιά, μέρα μεσημέρι και εκεί τον βρήκε αργότερα ο 22χρονος γιος του. Διοικητική υπάλληλος της ΕΤ3, 47 ετών, πρόσφατα απολυμένη λόγω του «μαύρου» που έριξε η κυβέρνηση Σαμαρά στην ΕΡΤ πήδηξε από τον 5ο όροφο.
Για αυτούς η ζωή, κυριολεκτικά, δεν συνεχίζεται. Πότε όμως σταμάτησε να ρέει η ζωή στο μυαλό, στη διάθεση, στα όνειρα ενός λαού, μιας νεολαίας, μιας γενιάς απόμαχων;

Υπάρχουν, δυστυχώς, πολλά εγκλήματα. Υπάρχει μια γενοκτονία. Οι θάνατοι αυξήθηκαν και οι γέννες μειώθηκαν κατά 15.000 το χρόνο που πέρασε. Η χώρα και η κοινωνία υφίστανται ένα διαρκές έγκλημα εδώ και 3,5 χρόνια: Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί η διάλυση μιας χώρας, η καταστροφή της οικονομίας, η εκτόξευση της ανεργίας, οι μισθοί και συντάξεις πείνας, οι ουρές στα συσσίτια, η τεράστια η απόγνωση, η πρωτιά στις αυτοκτονίες παγκοσμίως;

Αν συνεχιστεί το πείραμα, στο τέλος, το πειραματόζωο όσο κι αν αντιστέκεται δεν θα μπορεί να σωθεί. Κι αυτή η τιμωρία μιας χώρας, ενός λαού, ενός πολιτισμού θα είναι προς παραδειγματισμό, προς φρονηματισμό, προς γενική τρομοκράτηση. Ό,τι έκανε η Χ.Α. σε μια γειτονιά, σε μια περιοχή, σε μικροκλίμακα, το κάνει σε μια ολόκληρη χώρα το μνημονιακό-τροϊκανό σύστημα, ο συνασπισμός των ισχυρών της Ευρώπης, των χρηματαγορών-ληστών-καταστροφέων, αγκαζέ με ένα διεφθαρμένο ως το μεδούλι υπαλληλικό πολιτικό προσωπικό.
Ζητάμε την τιμωρία των ενόχων όλων των εγκλημάτων. Ζητάμε την τιμωρία όσων προχώρησαν σε τούτο το έγκλημα. Αν χρειάζεται «ειδική πλειοψηφία» για να χαρακτηριστεί «εγκληματική» η δράση της τρόικας και των μνημονιακών, αυτή υπάρχει: Εκατομμύρια Έλληνες και Ελληνίδες, εκατομμύρια εργαζόμενοι, απολυμένοι, συντριμμένοι, επαγγελματοβιοτέχνες, αγρότες, νέοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, έχουν αποφανθεί κι αν χρειάζεται θα το ξανακάνουν. Η λογοδοσία θα γίνει. Θα δώσουν λόγο όσοι ήξεραν και έκαναν ό,τι έκαναν. Θα δώσουν λόγο όσοι προχώρησαν σε τούτο το έγκλημα. Θα γίνει κάθαρση, όχι απλά της αστυνομίας από τους νεοναζιστικούς θύλακες, αλλά ενός ολόκληρου πολιτικού και κρατικού συστήματος που στρατεύτηκε για να περάσει και να φανεί φυσιολογικό το έγκλημα κατά της χώρας, του λαού, της κοινωνίας.
Και θα ’ρθει η «12η Οκτωβρίου» για όλη τη χώρα και την κοινωνία. Θα γιορτάσει ο λαός μια μεγάλη νίκη ενάντια στο μεγαλύτερο έγκλημα που έγινε σε καιρό ειρήνης. Σε ένα έγκλημα που έχει συνέπειες όσο και ένας πόλεμος ή μια κατοχή. Η απελευθέρωση θα έρθει από έναν αγωνιζόμενο, όρθιο λαό. Το φρόνημα, τώρα, δεν πρέπει να καμφθεί, δεν πρέπει να μας κυριέψει η απόγνωση. Μετράμε τους νεκρούς μας, τον Παύλο Φύσσα, τους χιλιάδες «ανώνυμους» 30χρονους, 47χρονες, 59χρονους που δίνουν τέλος στην ζωή τους, τους χιλιάδες νεκρούς στους τόπους δουλειάς και πνιγμένους ή δολοφονημένους μετανάστες.
Το πολυτιμότερο πράγμα είναι η ζωή. Αγαπάμε τη ζωή, θα νικήσουμε το φασισμό των μνημονίων, της τρόικας και όλων των εγκληματικών συμμοριών. Ο γίγαντας Λαός θα σταθεί ορθός!
Tagged : / /

Οι πολιτικές διαστάσεις μιας συστημικής εκστρατείας, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.182, 5/10/2013)

Το απλοποιητικό σχήμα «εγκληματική οργάνωση»,  η πολιτική κρίση και οι αναγκαίες απαντήσεις. 

Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής και όσα συμβαίνουν στις μέρες μας δεν μπορεί να χωρέσει στο απλοποιητικό σχήμα «εγκληματική οργάνωση». Αυτή η διάσταση είναι υπαρκτή, έχει καταγγελθεί εδώ και χρόνια, τώρα αποκαλύπτεται πολύπλευρα. Όμως, γύρω από την νέα επικοινωνιακή εκστρατεία και το νέο τηλεδικείο που στήθηκε, υπάρχει μια διάσταση, μια σημαντική διάσταση που, ενώ παίζει κεντρικό ρόλο, αποσιωπάται με ενοχή. Είναι η πολιτική διάσταση του φαινομένου αλλά και της εκστρατείας καταπόλεμής του.
Η επιρροή της Χ.Α. δεν οικοδομήθηκε πάνω στην απήχηση που έχει η εγκληματική της φύση και δράση, αλλά κυρίως γύρω από την πολιτική και την φυσιογνωμία που πρόβαλλε και η οποία της επέτρεψε να έχει επίδραση σε τεράστια ακροατήρια καθώς και σημαντική διείσδυση σε κοινωνικούς χώρους, όπως για παράδειγμα στη νεολαία. Στο σημείο αυτό υπάρχει σιωπή και διαστρέβλωση. Η Χ.Α. πρόβαλλε ένα αντισυστημικό πρόσωπο, μια αντιμνημονιακή πλατφόρμα και μία εθνικιστική αντίθεση στο γενικό ξεπούλημα. Συναντήθηκε ο λόγος της με το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης, με την οργή του κόσμου προς το πολιτικό σύστημα και την πολιτική των μνημονίων. 
Η βία, ο τρόμος, η συμμορίτικη δράση, η δήθεν αποτελεσματικότητα του «εδώ και τώρα λύσεις» της άνοιξαν, με την ανοχή και συνεργασία της αστυνομίας και των ΜΜΕ, το δρόμο για να καταλάβει θέσεις, να δυναμώσει σε επικίνδυνο βαθμό, περνώντας μάλιστα το τελευταίο διάστημα σε ένα νέο στάδιο δράσης. Η απειλή προς το σύστημα δεν προερχόταν από τη δύναμη που είχε σε «μάχιμες» δυνάμεις, αλλά από την πολιτική επιρροή που απόκτησε και τη διείσδυση που έκανε σε νευραλγικούς τομείς του κράτους. Όσο το μνημονιακό καθεστώς διέλυε τον κρατικό μηχανισμό και αποσάθρωνε την κοινωνία, τόσο δυνάμωνε η πρόσβαση της Χ.Α. σε τομείς του εν γένει κρατικού μηχανισμού.
Ας δούμε πώς περιγράφει την κατάσταση ο Αλέξης Παπαχελάς στην Καθημερινή της 2/10/2013:
«Κανείς δεν ξέρει πόσοι μπορεί να είναι οι πολίτες που στηρίζουν την απόφασή του (του Σαμαρά) να τραβήξει μια κόκκινη γραμμή με τη Χρυσή Αυγή, ειδικά μάλιστα όταν μιλάμε για μια κοινωνία που είναι απίστευτα θυμωμένη και έτοιμη να αποδομήσει τους πάντες και τα πάντα… Τα προβλήματα του κόσμου, όμως, δεν λύθηκαν με τις διώξεις κατά της Χρυσής Αυγής. Τα προβλήματα είναι μπροστά μας. Ο πολιτικός κόσμος δεν έχει κάνει αυτά που πρέπει για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη του Έλληνα πολίτη. Βλέπει ότι κάποιοι το παλεύουν, βλέπει όμως και κάτι απίθανες παλαιοκομματικές φιγούρες να του θυμίζουν την ανικανότητα και τη φαυλότητα που θέλει να ξεχάσει. Τι έγιναν εκείνες οι περίφημες πρωτοβουλίες για να εκλείψει η περιώνυμη ασυλία υπουργών και βουλευτών και να ανασυνταχθεί το πολιτικό μας σύστημα;.. Και στο τέλος υπάρχει βεβαίως η οικονομική κρίση και η αίσθηση της ταπείνωσης που νιώθει ο μέσος Έλληνας, λόγω της συνεχιζόμενης παρουσίας της τρόικας. Ο συνδυασμός έχει εξαντλήσει τον κόσμο, ιδιαίτερα τώρα που τελειώνουν οι τελευταίες “καβάτζες”».

Κρίση και έλλειμμα εκπροσώπησης
Επομένως, αν έτσι έχουν τα πράγματα, όλα λειτουργούν στο κόκκινο. Υπάρχει τεράστιο πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, υπάρχει υφέρπουσα πολιτική κρίση που συμπληρώνει την κοινωνική και οικονομική.

Τόσο το φαύλο πολιτικό σύστημα, που αποτελεί τη μήτρα πολλών αρνητικών φαινομένων, όσο και η τρόικα, που με την παρουσία της θυμίζει ότι βρισκόμαστε υπό ειδικό καθεστώς κατοχής, χάνουν την εμπιστοσύνη του κόσμου. Τόσο απλά, μόνο που στο πολιτικό επίπεδο αυτά μένουν χωρίς εκπροσώπηση ή, για την ακρίβεια, οι νεοναζί προσπαθούν να τα εκμεταλλευτούν και πρέπει να ομολογήσουμε ότι το έκαναν με επιτυχία.

Χρειάζεται, όμως, μια παρατήρηση: Τους αφέθηκε το έδαφος να το κάνουν, γιατί σχεδόν όλο το πολιτικό φάσμα δεν θέλησε να ονοματίσει με το πραγματικό τους όνομα αυτά τα φαινόμενα (οι συστημικοί προσπαθούν να τα αποκρύψουν και μέρος της Αριστεράς αρνείται να αποδεχτεί τις βαθύτερές τους διαστάσεις). Το μνημονιακό τόξο έκανε τη δουλειά του, αλλά οι αριστερές δυνάμεις; Το τελευταίο διάστημα ακούμε τα πάντα, αλλά δεν ακούμε κάτι συγκεκριμένο και ηχηρό για το πολιτικό σύστημα. Κι όχι μόνο. Οι εκπρόσωποι της ΔΗΜΑΡ, συστηματικά, αμαυρώνουν τους αγώνες του λαού. Ταυτίζουν, για παράδειγμα, το κίνημα των πλατειών με την Χ.Α. Διαστρεβλώνοντας υποστηρίζουν ότι η «πάνω πλατεία» στο Σύνταγμα ανήκε στην Χ.Α., άρα η μούντζα και η οργή προς το πολιτικό σύστημα αποδίδονται σε χρυσαυγίτικα σχέδια… Αυτό είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα στην ανιστόρητη και επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων. Όσοι έχουν μνήμη θυμούνται πως το σενάριο αυτό είχε λανσαριστεί στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, με την περίφημη θεωρία του αριστεροχουντισμού: υποτίθεται πως αριστερές δυνάμεις μαζί με χουντικούς ευθυγραμμίζονταν για να γκρεμίσουν τη νεαρή τότε δημοκρατία. Η θεωρία αυτή προσπάθησε να θέσει υγειονομικές ζώνες απέναντι στις πιο αγωνιστικές και δυναμικές κινητοποιήσεις της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου. Η επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων, σήμερα, θέλει να πλήξει με κάπως διαφορετικό τρόπο το λαϊκό ριζοσπαστισμό και την πολιτική δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να συσπειρώσει ευρύτερες δυνάμεις γύρω του. Όταν ο πρωθυπουργός, από τις ΗΠΑ σε επίσημες δηλώσεις, θεωρεί άκρα τη ναζιστική Χ.Α. αλλά και όσους θέλουν την αποχώρηση από την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, δείχνει ότι είναι εμπρηστικός και πως έχει άλλες στοχεύσεις, πέρα από το χτύπημα μιας, αποδεδειγμένα, εγκληματικής ναζιστικής οργάνωσης.
Το πρόβλημα, επομένως, του πολιτικού κόσμου είναι ακριβώς η πολιτική διάσταση, τόσο με την σημασία της διένεξης από την στιγμή που θέλησε να περιορίσει-χτυπήσει την Χ.Α., όσο και κυρίως με τη σημασία της βαρύτητας και του μεγέθους που αυτή έχει στην κοινωνία ή του βαθμού αποξένωσης που έχει το πολιτικό σύστημα από ένα ογκούμενο κομμάτι της κοινωνίας. Διότι τόσο όταν συλλαμβάνονται όσο και όταν κρίνονται μη προφυλακιστέοι οι χρυσαυγίτες, αυτό που φοβίζει τους κυβερνητικούς είναι το ότι δεν έχουν εντοπίσει πώς θα συμπεριφερθούν οι 400.000 χιλιάδες που ψήφισαν Χ.Α. το 2012 και οι πολλοί περισσότεροι που σκέπτονταν να το κάνουν μέχρι σήμερα. Αλλά η πολιτική διάσταση έχει και μια άλλη σημασία. Η Ιωάννα Κοντούλη, εκπρόσωπος των Οικολόγων Πράσινων στις τελευταίες εκλογές, μιλώντας σε πολιτική εκπομπή στις 2/10/13 ανέφερε πως «ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος έχει μικρή επαφή και ελάχιστη σχέση με το 1.500.000 άνεργους, με το πιο φτωχό τμήμα της κοινωνίας». Έθεσε, δηλαδή, το πρόβλημα με ακόμα πιο σοβαρές διαστάσεις. Ένα τμήμα της κοινωνίας ούτε ακούει, ούτε συγκινείται από το πολιτικό σύστημα, από τις πολιτικές δυνάμεις, από την πολιτική δραστηριότητα. Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά επικοινωνία μαζί του. Ένα μεγάλο τμήμα του θα απόσχει και από τις εκλογές αλλά επίσης ένα μεγάλο τμήμα θα πάρει μέρος σε αυτές και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι συγκινείται από τις μιντιακές εκστρατείες…

Η στάση της Αριστεράς
Η απόκρουση της επικίνδυνης θεωρίας των δύο άκρων επιβάλλει σταθερότητα και ευρύτητα χειρισμών. Πιθανόν μάλιστα προσοχή και αυτοσυγκράτηση. Την επαύριον της δολοφονίας του Π. Φύσσα το αίτημα να συλληφθούν, άμεσα, όλοι όσοι πήραν μέρος στη δολοφονία ήταν το αναμενόμενο, το πιο φυσιολογικό. Όταν ξαναστήθηκαν τα τηλεδικεία, όταν η ΓΑΔΑ διέρρεε στοιχεία, οι φράσεις «όλα στο φως» και να «συγκληθεί αμέσως η Βουλή» έπρεπε να ακουστούν δυνατά και να συνδυαστούν με τις επιφυλάξεις των συνταγματολόγων για τον τρόπο με τον οποίο κινήθηκε η όλη διαδικασία. Τέλος, όταν πια είναι πασιφανής η ανάμειξη της αστυνομίας (μόνο αυτής;) στην υπόθαλψη και στήριξη της Χ.Α., τότε ο τόνος πρέπει να ανέβει γιατί αυτά είχαν καταγγελθεί από καιρό. Γιατί πολλοί θύλακες υπάρχουν και γιατί η Δικαιοσύνη είναι όντως τυφλή… Αντ’ αυτών κυριάρχησαν χαμηλοί τόνοι, αμηχανία, γενικολογία, απουσία πρωτοβουλιών. Προσεκτική τακτική; Ίσως.
Αλλά έχουμε μια κρίση πολυδιάστατη, καθολική. Έχουμε μια κυβέρνηση που είναι επικίνδυνη. Όπως δεν δίστασε να ρίξει μαύρο στην ΕΡΤ, να κυβερνά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, έτσι και τώρα ξανακινείται τυχοδιωκτικά και εκβιαστικά με το χτύπημα της Χ.Α,. με την εμμονή της γύρω από την θεωρία των δύο άκρων, εκτελώντας συμβόλαια τροϊκανά και γεωπολιτικά, με στόχο να πλήξει κάθε δυνατότητα ρεαλιστικής εναλλακτικής πρότασης (δηλαδή, να πλήξει την Αριστερά, το λένε καθαρά Φαήλος και Χρύσανθος). Το άμεσο αποτέλεσμα είναι αρχικά η μετατόπιση προς τα δεξιά όλου του πολιτικού σκηνικού, αλλά και η διεύρυνση του κύκλου της πολιτικής κρίσης στην χώρα μας και της αποσάθρωσης του κρατικού-θεσμικού χώρου.
Η Αριστερά, επειγόντως, πρέπει να πείσει ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού ότι θα καταστεί ηγέτιδα δύναμη διεξόδου της χώρας, της οικονομίας, της κοινωνίας. Στοίχημα δύσκολο που χτίζεται βήμα-βήμα μέσα από την ενεργό συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Επομένως, μια πρόταση αγωνιστικής δημοκρατίας και πρωτοβουλίας με επίκεντρο την Αριστερά στο διαφαινόμενο μπάχαλο χώρας, κράτους, διοίκησης, κοινωνικής πρόνοιας, οικονομίας, άμυνας κ.λπ., είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία.

Σχετικά με ένα σύνθημα

Πολλές φορές κατηγορήθηκε η Αριστερά ότι υπέθαλψε ένα σύνθημα που φωνάχτηκε, κατά κόρο, στα 3,5 χρόνια μνημονιακού καθεστώτος στην χώρα μας. Το Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, η χούντα δεν τελείωσε το ’73 και μάλιστα αναφέρθηκε ως πειστήριο ότι η Αριστερά θεωρεί το καθεστώς ως μία χούντα, άρα ακολουθεί εμπρηστική ακραία πολιτική υποδαύλισης της δημοκρατίας που έχουμε. Κανείς από τους καθεστωτικούς δεν αναρωτήθηκε γιατί γεννήθηκε αυτό το σύνθημα αυθόρμητα, γιατί φωνάχτηκε και φωνάζεται ακόμα από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, γιατί τόσος κόσμος θεωρεί ότι υπάρχει μια τυραννία που στερεί το ψωμί, διαλύει την Παιδεία και σκοτώνει την ελευθερία. Αλλά οι φωστήρες του πολιτικού εκκρεμούς που ονομάζεται ΔΗΜΑΡ, θέλουν να συνδέσουν το σύνθημα αυτό σαν απόδειξη του πώς ανοίγει το δρόμο η «πάνω πλατεία» στον «πολιτικό μηδενισμό» και το «δεξιό ναζιστικό εξτρεμισμό». Η καλύτερη απάντηση σε όλα αυτά δίνεται από τη Χ.Α. που υιοθέτησε το σύνθημα (αναγνωρίζοντας την δυναμική του) για να το διαστρεβλώσει. Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, η χούντα σας ξεκίνησε το ’73 φώναζαν στα δικαστήρια αυτές τις ημέρες οι χρυσαυγίτες. 
Τεράστια διαφορά, ο δημοκρατικός λαός, επιμένει. -Η χούντα δεν τελείωσε- τόσο απέναντι στα κάθε είδους τροϊκανά φερέφωνα, όσο και απέναντι στους ναζιστές, πλαστογράφους της Ιστορίας.
Tagged : / /

Το καταστατικό του Σύριζα στις οργανώσεις!, δημοσιεύτηκε στο Δρόμο της Αριστεράς, στην Αυγή της Κυριακής και στην Εποχή, στις 6/10/2013

Σε «εύλογο» χρονικό διάστημα τυπώθηκε το καταστατικό του Συριζα που εγκρίθηκε από το ιδρυτικό συνέδριο τον περασμένο Ιούλη. Έχει τυπωθεί σε 20.000 τεμάχια (χρειάζονται άμεσα άλλα τόσα ώστε να καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες) και σύντομα θα είναι διαθέσιμο σε όλες τις Οργανώσεις Μελών.

Το καταστατικό αποτελεί την «ταυτότητα» του κόμματος στο οποίο αποτυπώνονται οι γενικοί στόχοι, οι κανόνες λειτουργίας και οι σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα του σύνθετου πολιτικού οργανισμού που είναι ο Σύριζα. Κατοχυρώνει την δημοκρατία των μελών και την αποτελεσματικότητα στη δράση και οργανώνει όλη την εσωτερική λειτουργία του κόμματος. 
Το καταστατικό, σαν περιεκτικό κείμενο που με σαφήνεια διατυπώνει την ταυτότητα και τη λειτουργία του κόμματος, είναι ένα εφόδιο. Ένα εφόδιο για κάθε μέλος σε μια σύνθετη και δύσκολη κατάσταση και για στόχους που απαιτούν πολλές υπερβάσεις για να πραγματοποιηθούν. Το καταστατικό, στην καλαίσθητη και εύχρηστη μορφή που κυκλοφορεί, μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό κείμενο για την ανάπτυξη του κόμματος, τη διεύρυνση της εμβέλειάς του και να τροφοδοτήσει μια εξωστρεφή δραστηριότητα και όχι μια εσωστρεφή αναδίπλωση.

Αυτοί είναι οι λόγοι που το καταστατικό του Συριζα πρέπει να διαβαστεί, αναλυθεί, προπαγανδιστεί και να αποτελέσει απαρχή σχέσεων με φίλους και ψηφοφόρους του Σύριζα. Δεν είναι ένα «εσωτερικό» ντοκουμέντο, δεν είναι απλά το «δίκαιο» που ισχύει εντός του κόμματος. Είναι ένα κείμενο που προπαγανδίζει τη δημοκρατική και ριζοσπαστική φύση του κόμματος, επιδιώκοντας να γίνει κτήμα και να παρακινήσει σε δράση και συλλογική στάση δεκάδες χιλιάδες και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες σε ολόκληρη τη χώρα.

Με αυτή την προοπτική, το καταστατικό προέχει να φθάσει και να μοιραστεί άμεσα σε όλα τα μέλη του Συριζα και να γίνει κτήμα τους. Να παρουσιαστεί συστηματικά σε όλες τις οργανώσεις μελών και να απαντηθούν τυχόν ερωτήσεις και απορίες. Αυτή η διαδικασία είναι ένα αναγκαίο βήμα για τη δημιουργία ενός πνεύματος κοινής θέλησης και κοινής δράσης ολόκληρου του κόμματος, απαρχή και βάση για την εξάπλωση και το ρίζωμά του μέσα στην ταραγμένη πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Ρούντι Ρινάλντι 
συντονιστής της επιτροπής για το καταστατικό
Tagged : /

«Το θεριό κι ο Γιάννης», άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.181, 28/9/2013)

εικόνα: Δημήτρης Θ. Αρβανίτης
(δρόμος της αριστεράς φ.177)
Οι ανεπαρκείς αναλύσεις της Αριστεράς και η επιχείρηση «απεγκλωβισμού».

«Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη» λέει η παροιμία. Πώς μπορούν να οριστούν δυο τέτοιες πλευρές σε όσα συμβαίνουν σήμερα; Οι διαστρεβλωτικές και παραμορφωτικές παρεμβάσεις είναι πολλές και έτσι οι πρωταγωνιστές δεν διακρίνονται καθαρά και η εικόνα μένει σκόπιμα θολή.
Πώς βλέπει η Αριστερά το γενικό κάδρο των εξελίξεων και πώς αντιλαμβάνεται το δικό της ρόλο μέσα σε αυτό; Για να αρχίσουμε να γινόμαστε πιο σαφείς, είναι το μνημονιακό σύστημα και οι παραφυάδες του η μια πλευρά και η Αριστερά, ο αγωνιζόμενος λαός η άλλη; Ή μήπως από τη μια βρίσκονται όλες οι δυνάμεις ενός «συνταγματικού τόξου» και η Χρυσή Αυγή με όλες τις διασυνδέσεις της από την άλλη;
Ήταν και είναι επαρκής, η ανάλυση της Αριστεράς για την κατάσταση που εκτυλίσσεται; Είναι αποτελεσματική η στάση και η συμπεριφορά της; Μέσα από ποια σχήματα ερμηνεύτηκαν τα όσα έγιναν από την δολοφονία του Παύλου Φύσσα ως τώρα και ποιο ρόλο διαδραμάτισε μέχρι στιγμής η Αριστερά στο νέο σκηνικό που στήνεται με δυναμικότερους παράγοντες την Ν.Δ. και την Χ.Α.;
Οι πρώτες αναγνώσεις έκαναν λόγο για ύπαρξη ενός ευρύτερου σχεδίου αποσταθεροποίησης και άρα για την ανάγκη προσεκτικών βημάτων. Πολιτικά καταγγέλθηκε η επικίνδυνη και ανιστόρητη θεωρία των «δύο άκρων» -που ειρήσθω εν παρόδω δεν έχει εγκαταλειφτεί, ούτε ηττηθεί- και επιδιώχθηκε η αποφυγή κάθε ενέργειας που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κλιμάκωση ή εφαρμογή αυτού του σχεδίου.

Σχεδιασμοί και ελλείμματα
Για το μεγαλύτερο σχηματισμό της Αριστεράς, το γεγονός και όσα ακολούθησαν θα μπορούσαν να τραυματίσουν την ανοδική πορεία που είχε αρχίσει να καταγράφει από τις αρχές Σεπτέμβρη και τους ειδικούς σχεδιασμούς κυρίως για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια παγίδα ή να οδηγήσουν σε μια εμπλοκή και ένταση που δεν θα τον βοηθούσαν. Αλλά από τη στιγμή που εκδηλώθηκε το «συμβάν» και η διαχείριση του συμβάντος, έπρεπε πάση θυσία να ακυρώσει το σχεδιασμό του Σαμαρά γύρω από τη θεωρία των δύο άκρων. Αυτό οδηγούσε και σε τακτικού τύπου και κυρίως θεσμικού χαρακτήρα κινήσεις με συγκράτηση στο επίπεδο της κινητοποίησης και συνεχή επανεκτίμηση της κατάστασης.
Η στάση αυτή πρακτικά είχε ένα έλλειμμα: Δεν πρόβαλε μια αποφασιστικότητα και δεν θωράκισε το λαϊκό κίνημα με μια πολιτική «αγωνιστικής δημοκρατίας» και σφοδρής απαίτησης να
συλληφθούν όλοι οι υπεύθυνοι της δολοφονίας και να αποκαλυφθούν όλες της οι «άκρες». Σημειώνεται ότι τα λόγια περί αποτελεσματικής αντίδρασης του κράτους δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι στην επίθεση πήραν μέρος τριάντα άτομα και συλλήφθηκε ένας μονάχα, ούτε τη σειρά ερωτηματικών για τη διαχείριση της υπόθεσης, ενώ ο Δένδιας πετά την μπάλα σκοπίμως σε 30 δικογραφίες και διάφορες έρευνες.
Οι προτάσεις για συζήτηση στη Βουλή και συνάντηση πολιτικών αρχηγών, η επίσκεψη στον πρόεδρο της δημοκρατίας, κινήσεις κορυφής και θεσμικής φύσης, δεν απαντούν από μόνες τους στο ζήτημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απάντησε αποφασιστικά, δεν πήρε μια κεντρική πρωτοβουλία για την έκφραση ενός μεγάλου δημοκρατικού αντιφασιστικού κινήματος, δεν τύπωσε, για παράδειγμα, 500 χιλιάδες προκηρύξεις με 4 προτάσεις – δεσμεύσεις με βάση το γεγονός που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία.
Η κύρια κατεύθυνση που υιοθετήθηκε συμπληρώνονταν και από μια στάση διαχείρισης αγωνιστικών διαθέσεων ή και κινήσεων και αντιδράσεων που θα γίνονταν έτσι κι αλλιώς. Στάση «απεγκλωβισμού» από μια σχεδιασμένη αποσταθεροποίηση ώστε να μην επηρεαστούν οι εκλογικοί συσχετισμοί. Αντίληψη ότι το κίνημα των πολιτών είναι ενεργό δια της ψήφου και η ψήφος είναι η κύρια και αποφασιστική μορφή πάλης.  Ο απεγκλωβισμός, όμως, σαν επιδίωξη μπορεί να οδηγήσει σε άλλους εγκλωβισμούς.
Αυτά λέγονται γιατί ενώ η επίθεση συνεχίζεται, την ίδια στιγμή τόσο στο απεργιακό όσο και στο αντιφασιστικό πεδίο φαίνεται να πέφτει «αυλαία» και συναισθήματα ανάμεικτα να διαπερνούν τα πιο αγωνιστικά κομμάτια της κοινωνίας. Η ενδυνάμωση του «Κανένα» σημαίνει πως η εμπιστοσύνη προς τα κόμματα υποχωρεί, καθένας αισθάνεται πολύ μόνος και εγκαταλειμμένος (παρά τα λόγια) και η «ανάθεση» στην Αριστερά γίνεται πιο κριτική, πιο κυνική, με πάμπολλες επιφυλάξεις.
Μία πιο «αγωνιστική» πτέρυγα της Αριστεράς και της κοινωνίας -περισσότερο εγκλωβισμένη σε απλουστεύσεις και στερεότυπα- δεν μπορεί να διαβάσει καν το τι συμβαίνει και φυσικά δεν μπορεί να δώσει μια προοπτική στην ογκούμενη λαϊκή οργή.

Αδυναμίες ερμηνείας
Στις ελλείψεις της Αριστεράς εν γένει μπορεί κανείς να καταλογίσει και την αδυναμία να ερμηνευτεί σωστά το φαινόμενο της Χ.Α. μέσα στην ελληνική κοινωνία. Εγκληματική, δολοφονική, ναζιστική συμμορία; Ναι και αποκαλύφθηκαν πλατιά οι τέτοιες πλευρές του μορφώματος. Αλλά είναι και άλλα πράγματα που συναντώνται με την πραγματικότητα εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που δεν έγιναν ξαφνικά ναζιστές ή δολοφόνοι. Και αυτά είναι η συγκεκριμένη πολιτική και τοποθέτηση της Χ.Α., η ιδεολογία που διαδίδει και βεβαίως η σχεδιασμένη πρακτική της.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Χ.Α. είναι απλά η συσπείρωση χουντικών και φασιστικών στοιχείων που πάντα υπήρχαν αλλά δεν εκδηλώνονταν και τώρα έχουν οργανωθεί. Άλλοι ότι είναι απλά το μακρύ χέρι του κεφαλαίου και άλλοι μιλούν για σχέδιο σιωνιστικών κύκλων ή ότι σχεδόν στήθηκαν όλα από την Ν.Δ. για να προχωρήσει ο σχεδιασμός της. Οι απόψεις των Γ. Δελαστίκ  και Τ. Φωτόπουλου που προκάλεσαν αρκετές συζητήσεις εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία.
Δυσκολεύεται η Αριστερά να δει την σχετική αυτονομία που έχει μια ναζιστική οργάνωση, η οποία αποκτά μαζικό έρεισμα και όταν εκδηλώνεται μια επίθεση και απόπειρά περιορισμού της, τότε αντιδρά και αντιδρά με βάση το μαχητικό αντισυμβατικό χαρακτήρα που θέλει να προσδώσει στη δράση της. Η αντίδρασή της έχει και πολιτικά χαρακτηριστικά. Αποσκοπεί να αμυνθεί και να διατηρήσει θέσεις και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς πολιτική. Θα αντεπιτεθεί ξέροντας ότι ένα τμήμα του συστήματος έχει αποφασίσει να την περιορίσει, ξέροντας όμως και ότι η μικροπολιτική έχει κοντά ποδάρια για ένα τμήμα της κοινωνίας.

Αναγκαίες απαντήσεις
Το βασικό πρόβλημα είναι πως η Αριστερά δεν πρωταγωνιστεί στην πολιτική αντιπαράθεση όπως αυτή εξελίσσεται. Παρακολουθεί, αποφεύγει κακοτοπιές, δεν θέλει να κάνει «το μεγάλο λάθος», αλλά και δεν εκφράζει δυνάμεις και δυνατότητες για μια άλλη πορεία. Προσβλέπει στο να εισπράξει σε εκλογικό επίπεδο την δυσφορία για την συγκάλυψη που υπήρχε για την Χ.Α. Ή να αξιοποιήσει το γεγονός ότι η Αριστερά ήταν ιστορικά ο χώρος που δέχτηκε τις μεγαλύτερες προβοκάτσιες και έχει ιστορικό δημοκρατικών και αντιφασιστικών αγώνων. Μόνο που έτσι, δεν δίνει αυτή το «τέμπο», το ρυθμό, δεν στριμώχνει την αντίπαλη πλευρά (μνημονιακό – τροϊκανό τόξο και θεωρία των δύο άκρων), ούτε και ηγείται εκείνη σε μια μάχη για να διαλυθεί η ναζιστική φασιστική συμμορία.
Τα ερωτήματα παραμένουν: Ποιος ή ποια τα «θεριά» και ποιος ο «Γιάννης»; Ποιος και γιατί φοβάται τον άλλον και τι κάνει για να τον αντιμετωπίσει; Και ακόμα: Ο φόβος και ο τρόμος που ενστάλαξε στην κοινωνία το ναζιστικό μόρφωμα, πόσο μεγάλος είναι ή πόσο έχει υποχωρήσει κα σε ποιο βαθμό; Η απέχθεια προς το πολιτικό σύστημα πόσο βάζει και την αριστερά στο κάδρο και σε τι αντιδράσεις οδηγεί; Οι απαντήσεις πρέπει να δοθούν μέσα σε μια εξαιρετικά δύσκολη, ρευστή και πυκνή σε γεγονότα κατάσταση, όπου οι δυνάμεις που επενεργούν είναι περισσότερες από δύο.
Tagged : / / /

Τοποθέτηση στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, 1/9/2013

Δεν υιοθέτησα την εισήγηση της γραμματείας προς την Κ.Ε. Για τρεις λόγους ουσιαστικούς.

Ο πρώτος λόγος είναι ότι ξεκινάμε την δουλειά με λάθος τρόπο, με τρόπο συνηθισμένο από τα παλιά, με την «πεπατημένη»  και την δύναμη της συνήθειας, με αρκετή προχειρότητα. Και εξηγούμαι: Η εισήγηση είναι ένας «κουβάς» θεμάτων διαφορετικών, που το καθένα έχει την σημασία του, για τα οποία όμως δεν μπορούμε σχεδόν ποτέ με επάρκεια να εξετάσουμε ή να συζητήσουμε, με αποτέλεσμα στο τέλος να μη βγαίνει συμπέρασμα για το ποια είναι η κεντρική μας κατεύθυνση. Έχει ξαναγίνει –σε συνεδριάσεις της Κ.Ε- να καταλήγουμε σε τέτοια κείμενα που μετά παρουσιάζονται και στις οργανώσεις με τις τρεις συνηθισμένες τροποποιήσεις, με αποτέλεσμα η συζήτηση που ακολουθεί στις οργανώσεις μελών να είναι γενική, επί παντός του επιστητού, όπου ο καθένας λέει ό,τι του έρθει εκείνη την στιγμή. 
Στην συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε ως σύνολο θεμάτων: τον πόλεμο στην Συρία, την κινητοποίηση για την ΔΕΘ, την παρέμβαση στους αγώνες που γίνονται αυτήν την περίοδο, τον στόχο να φύγει η κυβέρνηση, το ζήτημα των συμμαχιών και την δημιουργία επιτροπών για την ανατροπή της κυβέρνησης ή για την υπεράσπιση της δημόσιας περιουσίας, τις εσωτερικές διαδικασίες για εκλογή νέων οργάνων, την προετοιμασία του κόμματος για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Είναι πάρα πολλά θέματα και δύσκολα, λίγο επεξεργασμένα λίγο συζητημένα και με πρόχειρο τρόπο ριγμένα στο χαρτί.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αυτή η αντιμετώπιση οδηγεί σε αδυναμία κεντρικού προσανατολισμού για τα μέλη και τις οργανώσεις μελών. Τα καλούμε σε όλα και θα προσανατολιστούν σε ό,τι νομίζουν ότι μπορούν και σε ό,τι τα πιέζει περισσότερο. Άλλοι θα
δουλεύουν από τώρα για τις αυτοδιοικητικές, άλλοι για τις ευρωεκλογές, άλλοι για την ιδιωτικοποίηση του νερού, άλλοι για την αντιμετώπιση των φασιστών, άλλοι για τα μέτωπα που ανοίγουν σε παιδεία, υγεία κ.λπ., άλλοι θα προσπαθούν να φτιάξουν μια επιτροπή, οι νεολαίοι θα κάνουν το φεστιβάλ τους και όλοι μαζί θα λέμε να φύγει η κυβέρνηση. Όλα αυτά δεν είναι προσανατολισμός και δεν είναι σοβαρή στάση.
Κοντολογίς απαιτείται αξιολόγηση και ιεράρχηση των στόχων μας και ανάδειξη των κεντρικών στόχων.
Στην παρούσα συγκυρία ο ριζοσπαστισμός δεν έγκειται στο αν ένας σχηματισμός έχει τη ριζοσπαστικότερη των αντιλήψεων σε όλα τα θέματα, αλλά στο αν μπορεί να υπηρετήσει με ριζοσπαστικό και ρηξικέλευθο τρόπο τις βασικές ανάγκες που αυτή τη στιγμή έχει ανάγκη η χώρα και ο λαός, δηλαδή  σταμάτημα της καταστροφής, μίνιμουμ επίπεδο διαβίωσης για όλους, συγκράτηση των οικονομικών και κοινωνικών δομών της χώρας και προώθηση μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αυτό μπορεί να ακούγεται «λίγο», αλλά η υπηρέτησή του μπορεί να γίνει μόνο με συγκρούσεις και ριζοσπαστισμό.

Ο τρίτος λόγος αφορά την έλλειψη σοβαρής στάσης. Ένας παλιότερος έγραφε: «Εκείνο που πραγματικά έχει αξία στον κόσμο, είναι η σοβαρή στάση, και ακριβώς σε αυτή τη στάση το κόμμα αφιερώνει τη μεγαλύτερη προσοχή». Το ερώτημα που τίθεται είναι η σχέση μας με την σοβαρή στάση και πόση προσοχή της αποδίδουμε. Σε όλους τους τομείς και σε όλα τα ζητήματα μικρά και μεγάλα. Το κεντρικό σύνθημα του ιδρυτικού μας συνεδρίου ήταν «ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ – αυτοδύναμος λαός». Σωστό σύνθημα. Πώς το εννοούμε όμως; Πόσο κοντά είμαστε σε αυτό; Πόσο μοχθούμε για να τα προωθήσουμε; Πώς θα γίνει ισχυρός ο ΣΥΡΙΖΑ; Πώς ο λαός θα γίνει πραγματική αυτοδύναμος με αυτοπεποίθηση, ιδανικά, οράματα για μια άλλη Ελλάδα; Τι βήματα έχουμε κάνει σε αυτήν την κατεύθυνση; 
Στις δεδομένες συνθήκες χρειαζόμασταν μια σύνοδο της Κ.Ε. που να εξέταζε άμεσα δύο ζητήματα: Πρώτο το θέμα του πολέμου στην Συρία και τον καθορισμό μιας στάσης και γραμμής για αυτόν. Δεύτερο να εκτιμούσαμε την κατάσταση του κόσμου μετά την καλοκαιρινή επέλαση της κυβέρνησης και να επεξεργαζόμασταν την τρέχουσα γραμμή του κόμματος με στόχο την κοινωνική ανασυγκρότηση και την δημιουργία ενός πολιτικού ρεύματος διεξόδου της χώρας. Να εκτιμούσαμε το γιατί παντού μας λένε «πού είναι και τι κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ », γιατί υπάρχει αυτό το ερώτημα, ποιοι και γιατί το θέτουν, τι ουσιαστικά ζητούν από εμάς. Να σκύβαμε με σοβαρότητα πάνω στα προβλήματα της κοινωνίας και να δεσμευόμασταν για 3-4 ρεαλιστικά και συγκεκριμένα πράγματα και να βλέπαμε πώς θα σπάγαμε την καθήλωση και την ανάθεση που επιβάλλεται σε μια κοινωνία που αποσυντίθεται, που κονιορτοποιείται μέρα με την μέρα, που γίνεται ασώματη. Από αυτές τις γενικές διαπιστώσεις να καθορίζαμε μια κεντρική γραμμή τόσο για την περίοδο όσο και για την ανασυγκρότηση των κοινωνικών χώρων και μετώπων. Για τις εκλογικές αναμετρήσεις θα έφτανε μια και μόνο παράγραφος που να τόνιζε την ιδιαίτερη προεκλογική χροιά της περιόδου και τα καθήκοντα που απορρέουν από αυτήν, με την υπογράμμιση ότι άμεσα τα αρμόδια τμήματα, η γραμματεία κ.λπ. θα πρέπει να εφοδιάσουν το κόμμα με εισηγήσεις και κατευθύνσεις.

Ξέρω ότι είμαστε ένα νέο κόμμα. Τείνουμε όμως να λειτουργούμε με παλιές συνήθειες και με λιγοστή τόλμη. Κηρύσσουμε τον παραγοντισμό εκτός νόμου, αλλά αυτός κυριεύει τις γραμμές μας. Δεν έχουμε μια οργανωτική πολιτική που να είναι αντίστοιχη του στόχου της μετάβασης και της οικοδόμησης ενός σύγχρονου πραγματικά αριστερού κόμματος και η νομή κάθε υποτιθέμενης ή πραγματικής μικροεξουσίας μετατρέπεται σε σαράκι.
Δεν ακούμε καλά την κοινωνία και επομένως δεν συγκλονιζόμαστε από τα βάσανά της. Προχωράμε βέβαιοι για την άκοπη διακυβέρνηση και ό,τι αυτή φέρνει. Κυρίως δεν προετοιμαζόμαστε για τις δυσκολίες που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Έτσι όμως γινόμαστε ευάλωτοι από πολλές απόψεις…
Φοβάμαι πως η κεντρική κατεύθυνση που ρητά ή υπόρρητα βγαίνει είναι η προετοιμασία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές και η ετοιμότητα να κερδίσουμε τις βουλευτικές όποτε αυτές γίνουν. Η ανατροπή υπάρχει σαν σύνθημα. Δεν υπάρχει η προετοιμασία των όρων μιας διεξόδου της χώρας και επομένως η προετοιμασία της κοινωνικής ανασυγκρότησης, ενός πολιτικού ρεύματος διεξόδου για τον στόχο αυτό. Ο πολίτης οφείλει κυρίως να ψηφίσει όταν έρθει η ώρα και η ώρα θα έρθει. Αυτή η γραμμή όμως είναι πιο πίσω από αυτό που χρειάζεται ο τόπος, ο λαός, η χώρα, αν θέλετε και ο ΣΥΡΙΖΑ. 
Το κόμμα χρειάζεται επειγόντως, σε όλα τα επίπεδα λειτουργία, διαδικασίες σαφείς στόχους και ρόλους κάθε επιπέδου, κάθε στελέχους, κάθε οργάνωσης μελών. Χρειάζεται σαφή πολιτική γραμμή και γείωση στην πραγματικότητα και την κοινωνία. Ο ΣΥΡΙΖΑ των μελών, ο ΣΥΡΙΖΑ της μετάβασης, ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστής των εξελίξεων, ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίδα του λαού είναι τα μεγάλα ζητούμενα στα οποία όλοι μας πρέπει να συμβάλουμε.
Tagged : / / /

“Τι έδειξε η συζήτηση για το καταστατικό του νέου κόμματος και διάφορες αναφορές”, δευτερολογία στη συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, 18-19/5/2013

1. Δεν έχουμε θεωρία για το κόμμα, σύγχρονη θεωρία. Επομένως, ο βηματισμός μας πρέπει να γίνει με ανοικτό μυαλό και δημιουργική σκέψη, να δούμε τι μπορεί να σημαίνει κόμμα σύγχρονης εποχής, κόμμα της Αριστεράς του 21ου και του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα. Κόμμα που να ανταποκρίνεται στα καθήκοντα που η φάση ανάπτυξης ή η συγκυρία έχει θέσει στις ελλαδικές συνθήκες, στο επίπεδο ανάπτυξης της κοινωνικής συνείδησης και ιστορικής διαδρομής της ελληνικής αριστεράς.

2.  Δεν έχουμε λοιπόν επαρκή θεωρία, αλλά το χειρότερο είναι πως δεν έχουμε πολιτική για το κόμμα, δεν έχουμε κοινές βασικές αρχές στο πώς οικοδομείται ένα σύγχρονο κόμμα της αριστεράς, και δεν έχουμε εντοπίσει ποια είναι σήμερα τα κρίσιμα ζητήματα της πολιτικής για το κόμμα:

Για παράδειγμα από τα παρακάτω ποια είναι τα πιο κρίσιμα ζητήματα σήμερα; Που πρέπει να δοθεί άμεσα το κύριο βάρος;
  • Στην έντονη παρουσία του προέδρου έτσι ώστε να ρέπουμε στο προεδρικό κόμμα;
  • Στην διασφάλιση της δημοκρατίας και ποιανού, της δημοκρατίας ή των κανόνων διαμάχης των στελεχών ή της δημοκρατίας και της συμμετοχής των μελών;
  • Στο άνοιγμα στην κοινωνία και το ρίζωμα σε χώρους;
  • Στην πολυφωνία ή τον συνεκτικό πολιτικό λόγο και δέσμευση προς το λαό που δοκιμάζεται σκληρά;
  • Στην καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και του καριερισμού;
  • Στο βάρος για την λειτουργία και την πολιτικοποίηση των Οργανώσεων Μελών; Στο ανέβασμα του ιδεολογικού και πολιτικού επιπέδου του στελεχικού δυναμικού;
  • Ποια εκτίμηση έχουμε για το υπάρχον στελεχιακό δυναμικό; Είναι έτοιμο για τα καθήκοντα που μας μπαίνουν ή είναι βουτηγμένο σε συνήθειες του χτες; Κι αν είναι πώς τροποποιείται η κατάσταση;
Η απάντηση σε αυτά ή σε παρεμφερή ερωτήματα θα προσδιόριζαν μια πολιτική για το κόμμα στις τωρινές συνθήκες. Κάτι εντελώς αναγκαίο για να πάμε μπροστά.
Ακόμα και το πώς αντιμετωπίζουμε αυτό που αποκάλεσε ο Ν. Βούτσης «Διφυές κόμμα», απαιτεί για να απαντηθεί μια πολιτική για το κόμμα, θέλει πολιτική αντιμετώπιση. Τα οργανωτικά πρέπει να υπηρετούν την θεωρία (που λείπει) και την πολιτική για το κόμμα (που πρέπει να προσδιοριστεί).

3. Επομένως είναι φτωχή η συζήτηση που γίνεται μόνο για τις συνιστώσες και τις λίστες. Είναι ασφυκτικά περιορισμένο το πλαίσιό τους όταν δεν συνοδεύονται από στοιχεία που προανέφερα. Υπάρχει ένας οργανωτικός συντηρητισμός που συνίσταται να στηριζόμαστε στην υπάρχουσα στενή εμπειρία του καθενός και σε βολικές λύσεις, ενώ δεν υπάρχει αρκετή έμπνευση για να υιοθετηθούν οργανωτικά μοντέλα – προτάσεις – πολιτικές που να απαντούν στα μεγάλα προβλήματα που έθεσε η εκθετική εκλογική μας ανάπτυξη. Αν θέλαμε να δημιουργήσουμε έναν οργανισμό ικανό να συνδυάσει την εσωτερική ανάπτυξή του με την περισσότερο οργανωμένη σχέση του με το ρεύμα ψηφοφόρων και οπαδών που δημιούργησε η αντιμνημονιακή πάλη, θα ανακαλύπταμε πολύ πρωτότυπες αλλά αναγκαίες μορφές για την δομή και των δυο επιπέδων (κόμμα – σχέση με το ρεύμα ριζοσπαστισμού). Για παράδειγμα, πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες ανησυχούν
μήπως και ο πρόεδρος αποκτά υπερβολικές αρμοδιότητες, δεν ενημερώνει, μήπως γινόμαστε προεδρικό κόμμα. Έτσι καταθέτουν προτάσεις για το από πού θα εκλέγεται ο πρόεδρος από την ΚΕ ή το Συνέδριο. Υπάρχει μια πτυχή που δεν θίγεται: πώς θα δημιουργήσουμε όρους πιο συλλογικής ηγεσίας. Προτάσεις για αναπληρωτές/τριες συντονιστές παντού σε όλα τα όργανα, η καθιέρωση πιθανά αντιπροέδρου ή και αντιπροέδρων και βασικά η συλλογική λειτουργία δημιουργούν άλλες προϋποθέσεις. Τέτοιες προτάσεις σε αυτό το κλίμα έγινε προσπάθεια να υπάρχουν στο καταστατικό.

Μια μικρή αναφορά σε ορισμένα που λέχθηκαν κατά την συζήτηση και χρειάζεται ένας σύντομος σχολιασμός

«Μικρό ή μεγάλο κόμμα». Δηλαδή άλλα θα ισχύουν στο εσωτερικό μας αν είμαστε μικρό κόμμα και άλλα αν είμαστε μεγάλο. Μπαίνει λάθος το ζήτημα γενικά. Είναι άλλο ένα κόμμα αριστερής αντιπολίτευσης, ζύμωσης και καταγγελίας και είναι άλλο πράγμα ένα κόμμα που έχει μεγάλη εμβέλεια και πιθανή την προοπτική να παίξει σημαντικό ρόλο στην πολιτική κοινωνική οικονομική ζωή του τόπου. Αυτό με κάποιο τρόπο αποτυπώνεται και στην εσωτερική λειτουργία και στους κανόνες που την διέπουν.

«Ανοικτό κόμμα». Κάποιοι αναρωτήθηκαν δηλαδή κόμμα «είδα φως και μπήκα»; Όχι σύντροφοι. Αλλά μέλος επειδή «Συμφωνώ με πολιτικούς στόχους ΣΥΡΙΖΑ, θέλω να πάρω μέρος στην διαδικασία αυτή, καταλαβαίνω έστω και διαισθητικά την κρισιμότητα της αναμέτρησης, θέλω να συμμετάσχω, αντιλαμβάνομαι ότι με την συμμετοχή μου προωθώ μια άλλη διαδικασία και πολιτικό σχέδιο για τον τόπο, την χώρα, την Αριστερά». Η βάση για ένα πραγματικά μαζικό κόμμα υπάρχει, υποδομή και προετοιμασία για την υποδοχή δεν υπήρξε μέχρι τώρα. Επίσης υπήρξαν στενές αντιλήψεις που έδιωχναν κόσμο, υποτιμούσαν τον κόσμο. Να το ομολογήσουμε και μεταξύ μας: δεν είναι θελκτικές οι διαδικασίες μας ούτε βοηθούν στην εμπλοκή απλών ανθρώπων υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ που θα ήθελαν να γίνουν μέλη.

«Κόμμα – συνδικάτο και εκλογικά συστήματα ανάδειξης ηγεσιών». Άλλο το συνδικάτο και άλλο πράγμα το κόμμα. Στο κόμμα υπάρχει ένα μίνιμουμ πολιτικοϊδεολογικής συμφωνίας. Δεν αντιστοιχεί η λειτουργία του κόμματος στην δομή και τους τρόπους εκλογής στα συνδικάτα. Και δεν είμαστε ένας αθώος πολιτικά χώρος τόσο στην κομματική όσο και στην συνδικαλιστική πρακτική. Κουβαλάμε λάθη, λαθεμένες αντιλήψεις και πρακτικές. Μην υψώνουμε λοιπόν τόνους αλλά να προτείνουμε πολιτικές, συνολικές πολιτικές για το κόμμα. (Αλλά αν θέλουμε κάτι περισσότερο στο ζήτημα, έχει τεθεί από την ίδια την ζωή το θέμα της ανακάλυψης και εμπότισης ακόμα και των διαδικασιών συνδικάτων και κομμάτων από τις διαδικασίες της άμεσης δημοκρατίας κι όχι από την διαχείριση απλά του ζητήματος – σχέσης πλειοψηφίας/μειοψηφίας. Δεν εξαντλείται μόνο σε αυτό το ζήτημα της πραγματικής δημοκρατίας παρόλο που είναι βασικό).

«Κόμμα των μελών». Ορισμένοι το χαρακτήρισαν ως «καραμέλα». Έχουν έτσι τα πράγματα σύντροφοι και συντρόφισσες; Όχι. Στο σχέδιο καταστατικού υπάρχουν στοιχεία που δίνουν έμφαση και κατεύθυνση να υπάρξει μια σημαντική διόρθωση: από το κόμμα στελεχών και παραγόντων να γίνουμε ένα κόμμα με ρίζες στην κοινωνία, μαζικό κόμμα, με ιδιαίτερη έμφαση στην λειτουργία και ζωντάνεμα των Οργανώσεων Μελών. Κατατέθηκαν προτάσεις που είναι σε αυτή την κατεύθυνση και επίσης στην κατεύθυνση να κοπούν νοοτροπίες μηχανισμού και καριερισμού, να τεθούν στοιχεία πιο ριζοσπαστικής αντίληψης για την εσωτερική λειτουργία και την ανάδειξη στελεχών.

«Εσωτερικός εχθρός». Αναφέρθηκε, πως αντί να συζητάμε σοβαρά ζητήματα ή ελλείμματα δημιουργείται – ανακαλύπτεται ένας «εσωτερικός εχθρός» και μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως προσφιλής αρνητική πρακτική στο χώρο της Αριστεράς σε κρίσιμες περιόδους. Μια πολιτική για το κόμμα πρέπει να προνοήσει και να δημιουργήσει πλαίσια που να μην λειτουργούν τέτοια σχήματα. Όμως μην ξεχνάμε ότι ο «εσωτερικός εχθρός» μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα: Ανακαλύπτεται ένας υπαρκτός ή ανύπαρκτος δεξιός κίνδυνος, που εκφράζει μάλλον η πλειοψηφία ή ο πρόεδρος και επομένως δικαιολογείται ο αγώνας για την καταπολέμηση αυτής της παρέκκλισης. Προέρχομαι από μια παράδοση της αριστεράς που έθεσε το ερώτημα «που βρίσκεται η αστική τάξη; Μέσα στο κόμμα», επομένως «Φωτιά στο γενικό επιτελείο». Έχουμε φτάσει σε τέτοιες εκτιμήσεις;

«Οι 66 νομαρχιακοί γραμματείς είναι του ΣΥΝ». Ακούστηκε από αρκετούς συντρόφους. Έχω κάνει και εγώ αναφορά στο φαινόμενο αυτό. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι το στοιχείο αυτό το ανέφερε ο σ. Βίτσας για να υποδηλώσει μια αρνητική κατάσταση. Το σταχυολογούμε λοιπόν και το κολλάμε σε πολλές τοποθετήσεις σαν στοιχείο χωρίς να έχουμε έναν βασικό μπούσουλα για το τι χρειάζεται. Το χειρότερο είναι πως για άλλα αρνητικά δεν γίνεται ιδιαίτερη μνεία. Πχ για το πώς έγιναν οι διαδικασίες για την ανάδειξη νομαρχιακών επιτροπών στην Αθήνα ή για το πώς αποκλείεται η μία από τις δύο συνιστώσες από μια οργάνωση περιφερειακής πόλης.

Συμπέρασμα:
Χρειαζόμαστε επειγόντως μια άλλη σχέση λειτουργίας στο εσωτερικό με έμφαση την πολιτική συζήτηση και χρειαζόμαστε επειγόντως μια άλλη σχέση με την κοινωνία, με μια πιο συνεκτική εκφορά πολιτικού λόγου και με την δημιουργία σχέσεων που να συσπειρώνουν την εμπιστοσύνη γύρω από το σχέδιό μας και την πολιτική μας.
Στην επιτροπή καταστατικού έγινε μια ορισμένη συζήτηση. Στο κόμμα πρέπει να γίνει ακόμα μεγαλύτερη και πλατύτερη. Δεν θα είναι εύκολο. Είναι εξαιρετικά δύσκολο μέσα στις προθεσμίες που έχουμε. Παρόλα αυτά θα πρέπει να παίξουμε έναν ρόλο σαν μέλη της ΚΕ σε αυτήν την συζήτηση.
Πρώτα με την καταγραφή των απόψεων των μελών και των προτάσεων.
Δεύτερο με την υπεύθυνη τοποθέτησή μας στον διάλογο αυτό. Με κείμενα, αρθογραφία, τοποθετήσεις, συζητήσεις κλπ.

Παράκληση προς όλες τις πλευρές και τους συντρόφους/σσες να αποφύγουμε όλοι μας τις απολυτότητες, τις υπερβολές, τα δάνεια από το παρελθόν. Αν χρειάζονται απαραίτητα τα «δάνεια» αυτά, να καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να τα αξιοποιήσουμε δημιουργικά στην ανακάλυψη και εφεύρεση του νέου κόμματος. Να μην μονοπωληθεί η συζήτηση από το μοντέλο κόμματος που είχε ο ΣΥΝ. Δεν βοηθάει στο σημερινό πρόβλημα, ούτε για την πολιτική που πρέπει να έχουμε για το κόμμα, ούτε εντοπίζει με σαφήνεια τις παθογένειες που μπορεί να υπήρχαν και κυρίως δεν δείχνει ότι πολλά πρέπει να αλλάξουν σε επίπεδο στελεχικό. Όπως είδατε δεν υψώνω τόνους, για Ιφιγένειες, θυσίες και άλλα. Τονίζω να διασαφηνίσουμε τις πολιτικές μας για το κόμμα.
Έχουν γίνει πολλές προτάσεις. Αυτές έχουν διπλό χαρακτήρα. Ορισμένες αφορούν συγκεκριμένα άρθρα, διατυπώσεις κλπ. Και άλλες είναι πιο συνολικές. Αρχίζω από τις δεύτερες. (Πρόκειται για δύο συμβολές. Μία του σ. Παναγιώτη Πάντου και μία των συντρόφων Μιχάλη Καστρινάκη και Κώστα Παπακώστα). Όλοι τους συμμετείχαν στην επιτροπή καταστατικού και είχαν δώσει σημειώματα κλπ. Τώρα ζητούν να συμπεριληφθούν στο εισηγητικό υλικό όπως η συμβολή του σ. Στέλιου Παππά. Νομίζω ότι πρέπει να γίνουν δεκτές και να συμπεριληφθούν. Άλλωστε δεν τροποποιούν τον όγκο του υλικού.
Άλλες είναι πιο ειδικές. Προτείνω όλες να τις δει η επιτροπή που πρότεινα να βγει από την ΚΕ άμεσα, να δει ποιες μπορούν να συμπεριληφθούν και πώς στο εισηγητικό υλικό και ποιες αφορούν την συζήτηση και να θεωρηθούν σαν προτάσεις που κατατίθενται στον εσωτερικό διάλογο για το καταστατικό. Μερικές από αυτές μπορεί να συμπεριληφθούν στην τελική πρόταση που θα φθάσει στο συνέδριο και τελικά εκεί να ξεκαθαριστούν τα πράγματα με τις αποφάσεις του συνέδριου.
Υπάρχουν δύο ειδικές που πρέπει να τις ξεκαθαρίσουμε τώρα:
Σχετικά με τον τίτλο. Παραμένει (και θα αναγράφεται έτσι) ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Αν κάποιος έχει άλλη άποψη ας την καταθέσει και στο συνέδριο μπορούμε να αποφασίσουμε.
Υπάρχει και η πρόταση που αναφέρει ότι καταρτίζουμε εσωτερικό κανονισμό και όχι καταστατικό. Νομίζω ότι δεν πρέπει να αλλάξουμε τώρα το χαρακτήρα της δουλειάς που έκανε η επιτροπή καταστατικού.

Παρέκβαση (δεν διαβάστηκε, λόγω έλλειψης χρόνου, στην ΚΕ αλλά υπήρξε δέσμευση να δοθεί γραπτά)

Ήθελα να αναφερθώ σε ορισμένα σημεία ενός άλλου καταστατικού. Στο καταστατικό του PSUV (Ενοποιημένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας). Η αναφορά αυτή έχει την σημασία της γιατί μας δείχνει αναφορές σε ζωντανά κινήματα και κόμματα, μιας κλίμακας άλλης από αυτά των κομμάτων διαμαρτυρίας. Έχει σημασία γιατί η γνώση μας εγκλωβίζεται μόνο στην πείρα της ευρωπαϊκής αριστεράς.
Το PSUV ορίζεται ως σοσιαλιστικό κόμμα. Δεν υπάρχει καθόλου η λέξη «αριστερά».

Αποσπάσματα από το Καταστατικό του Ενοποιημένου Σοσιαλιστικού Κόμματος Βενεζουέλας (PSUV)

Άρθρο 3: Αξίες και αρχές

Το κόμμα συγκροτείται ως κόμμα σοσιαλιστικό, με την πεποίθηση ότι η σοσιαλιστική κοινωνία είναι η μοναδική εναλλακτική λύση για την υπέρβαση του καπιταλιστικού συστήματος. Υιοθετεί ως δημιουργικές πηγές τις σκέψεις και τα έργα του Σιμόν Μπολίβαρ, του Σιμόν Ροντρίγκεζ και του Εζεκίελ Ζαμόρα. Με τον ίδιο τρόπο, υιοθετεί τις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού, του χριστιανισμού, της θεολογίας της απελευθέρωσης, όλη την παγκόσμια κριτική και ανθρωπιστική σκέψη, την ισοτιμία και την ισότητα των φύλων και την ηθική υποχρέωση οικοδόμησης ενός μοντέλου που θα σέβεται τη ζωή και τη μητέρα γη, προκειμένου να εγγυηθεί την επιβίωση της ανθρωπότητας.
Ως κόμμα πολυεθνικό και πολύμορφο, έλκει τις ρίζες του από την αφροϊθαγενικότητα που κληροδοτήθηκε από τον Γκουαϊκαϊπούρο και τον Χοσέ Λεονάρντο Τσιρίνο, εμπνέεται από τη θεμελιώδη ηγεσία και τις επαναστατικές ιδέες του Κομαντάντε Ούγκο Τσάβες, και αποσκοπεί στη δημιουργία του νέου άντρα και της νέας γυναίκας σε ένα χωνευτήρι ελπίδων και ονείρων που κάνουν το δικό μας σοσιαλισμό ένα σοσιαλισμό μιγά, φορτωμένο με αφρικανικότητα, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ιθαγενικών λαών μας, και με ένα διεθνές όραμα του οποίου ο μεγαλύτερος εκφραστής ήταν ο Φρανσίσκο ντε Μιράντα.
Υιοθετούμε την πολιτικοστρατιωτική ενότητα ως αρχή για τη διασφάλιση της άμυνας και της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.

Άρθρο 5: Μέθοδοι εσωκομματικής δημοκρατίας

Για τη λήψη αποφάσεων και τις εσωκομματικές εκλογές το κόμμα μπορεί να χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους: Άμεση καθολική και μυστική ψηφοφορία. Διορισμό. Εκλογές σε πρώτο, δεύτερο και τρίτο βαθμό. Διαβούλευση και συναίνεση. Αυτές αποφασίζονται από τα διάφορα καθοδηγητικά όργανα ανάλογα με τις πολιτικές συνθήκες.

Άρθρο 6: Χαρακτηριστικά του μέλους

Κάθε μέλος [ΣτΜ: στο ισπανικό αναφέρονται και τα δύο φύλα, «Toda y todo militante…» = «Κάθε αγωνιστής και αγωνίστρια…»] του Ενοποιημένου Σοσιαλιστικού Κόμματος Βενεζουέλας (PSUV) είναι σοσιαλιστής, μπολιβαριανός, αντιιμπεριαλιστής, αντικαπιταλιστής, διεθνιστής, ανθρωπιστής, οικολόγος και φεμινιστής. Υποχρεούται να δέχεται και να εφαρμόζει τις αρχές, το πρόγραμμα και το καταστατικό του κόμματος, ως αγωνιστής/αγωνίστρια των ονείρων και των ελπίδων της μεγάλης πλειοψηφίας. Καθοδηγεί τη συμπεριφορά του σύμφωνα με τις ακόλουθες αξίες:
α) τη σοσιαλιστική ηθική και ήθος
β) τη σοσιαλιστική μόρφωση και αυτομόρφωση
γ) τη συνειδητή πειθαρχία που βασίζεται στην κριτική και την αυτοκριτική
δ) την εφαρμογή της αλληλεγγύης και την αγάπη
ε) την επίγνωση του κοινωνικού καθήκοντος
στ) τον αγώνα ενάντια στη διαφθορά και το γραφειοκρατισμό

Ορισμένα σχόλια

Το ιδεολογικό φορτίο είναι πολύ πιο ανεβασμένο από αυτά που συναντάμε στα ευρωπαϊκά κόμματα. Δεν είναι αποκλειστικά μαρξιστικής αναφοράς και έχουν ιδιαίτερη αναφορά σε προσωπικότητες και διανοητές που ούτε καν γνωρίζουμε καλά καλά αλλά έχουν ιδιαίτερη σχέση με την ιστορία της χώρας τους και των λαών τους.
Στο ιδεολογικό τους πλαίσιο δεν αναφέρονται μόνο στον μαρξισμό. Αν και λείπει η λέξη χρησιμοποιούν το «επιστημονικός σοσιαλισμός» και αναφέρονται και σε άλλα προοδευτικά ιδεολογικά ρεύματα σκέψης. Θα πρέπει να συνηθίσουμε πως υπάρχουν προοδευτικά ρεύματα σκέψης που μπορεί να μην έχουν αφετηριακή βάση τον μαρξισμό αλλά κάτι άλλο. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία με ποια μυαλά πάμε να οικοδομήσουμε ένα μαζικό σύγχρονο αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα στις νέες συνθήκες. Αυτή η καταστατική συνύπαρξη ρευμάτων σκέψης και ιδεών πρέπει να συνυπάρχει σε ένα συναγωνιστικό πλαίσιο που δημιουργείται γύρω από τους σκοπούς και στρατηγικούς στόχους του κόμματος και άρα η διαπάλη, η συζήτηση, η αναφορά κλπ σε αυτά δεν πρέπει να θίγει τον σεβασμό, την προσωπικότητα, την αυτονομία κάθε ρεύματος και τα αξιακά του χαρακτηριστικά, αλλά να επικεντρώνεται γύρω από τα επίδικα πολιτικά ζητήματα.
Την ίδια στιγμή εκφράζουν σαν κόμματα ένα πολύ πιο ανεβασμένο επίπεδο συνείδησης και πειθαρχίας που αντιστοιχεί στην σημασία και κρισιμότητα των κοινωνικών αναμετρήσεων και των διαδικασιών μετάβασης στις χώρες τους.
Αν κανείς μελετήσει το καταστατικό του PSUV και το συγκρίνει με το καταστατικό του MAS (Movimiento al Socialismo) Βολιβίας θα δει αρκετές διαφορές αλλά περίπου τον ίδιο τόνο. Οι διαφορές εγγράφουν τις ιδιαίτερες διαδρομές που έχει κάθε εμπειρία και εγχείρημα.
Ίσως αυτές οι σκέψεις και γνώσεις να μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε το δύσκολο – σύνθετο, πολυδιάστατο κομματικό φαινόμενο ιδιαίτερα σε ευρωπαϊκές χώρες, όπου υπάρχουν άλλες παραδόσεις και κουλτούρες.
Το σχέδιο καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει στοιχεία της μέσης συριζικής συνείδησης, των στοιχείων που έχουν κατακτηθεί από την κοινή πάλη, έχει ριζοσπαστικά στοιχεία (οικολογία, φεμινισμός, ενάντια στο σεξισμό κλπ). Περιγράφει όμως μια πολύ πιο χαλαρή μορφή «στράτευσης» απ’ ότι η λατινοαμερικάνικη και είναι φυσικό.
Ο Μίμμο Πορκάρο (Ιταλός διανοητής) παρεμβαίνει στην «συζήτηση» με την άποψη του μαζικού συνεκτικού κόμματος, αλλά γι’ αυτά σε άλλη παρέκβαση…
Tagged : / / /

“Επεξεργαζόμαστε μια νέα θεωρία για ένα νέο κόμμα”, συνέντευξη στο 13ο Ενημερωτικό Δελτίο του Ινστιτούτου ‘Νίκος Πουλαντζάς’, Μάρτιος 2013

Στην πορεία για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ στο οποίο θα μετεξελιχθεί σε ενιαίο πολυτασικό κόμμα, κεντρικό ρόλο παίζει η συζήτηση για τις οργανωτικές μορφές που θα υιοθετήσει καθώς και τις αρχές λειτουργίας του. Στόχος φυσικά είναι η μέγιστη αποτελεσματικότητα και αξιοποίηση των δυνάμεων του νέου φορέα, και παράλληλα η διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με ευρύτερα ακροατήρια, ώστε να επιτυγχάνεται συνεχής ώσμωση με τις κοινωνικές και κινηματικές διεργασίες. Μάλιστα, έχει ήδη συγκροτηθεί ευρεία επιτροπή καταστατικού (απαρτίζεται από 60 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, αλλά είναι ανοιχτή και σε άλλα μέλη του κόμματος) η οποία έχει αναλάβει να συνθέσει τις μέχρι σήμερα εμπειρίες στην Ελλάδα με αυτές άλλων χωρών (π.χ. Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Λατινική Αμερική, Σκανδιναβία), αλλά και να απαντήσει με καινοτόμο τρόπο στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας. Στόχος είναι μέχρι το Μάιο να παρουσιαστεί ένα πρώτο επεξεργασμένο σχέδιο. Με αυτή την αφορμή, συζητήσαμε με τον Ρούντι Ρινάλντι, συντονιστή της επιτροπής καταστατικού, για τις προτεραιότητες και τους στόχους της όλης προσπάθειας. Την συνέντευξη πήραν οι Δώρα Κοτσακά-Καλαϊτζιδάκη, Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος και Παναγιώτης Πάντος.

Ερ.: Η επιτροπή καταστατικού έχει αναλάβει ένα μεγάλο έργο, με βαθιές πολιτικές προεκτάσεις. Από τη μια μεριά η κατάρρευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος, και από την άλλη οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις που οδήγησαν στη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε εκφραστή της ελπίδας του λαού, δημιουργούν νέα δεδομένα. Ποιες είναι οι κύριες ανάγκες στις οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνεται η λειτουργία του κόμματος και πώς αυτές θα προσεγγιστούν κατά την πορεία των εργασιών σας;

Απ.: Βασικό μέλημά μας είναι να μη γίνει μια διεκπεραιωτική, αλλά μια ουσιαστική συζήτηση γύρω από το περιεχόμενο και το ρόλο ενός ενιαίου πολυτασικού κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς, και το πώς αυτό μπορεί να αποτυπωθεί σε ένα καταστατικό. Πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου ότι διαφορετικό χαρακτήρα έχει ένα κόμμα του 4-5% και διαφορετικό ένα αντίστοιχο κόμμα που βρίσκεται όμως κοντά στο κατώφλι της κυβέρνησης. Έτσι, παρότι οι μέχρι σήμερα εμπειρίες μας είναι πολύτιμες. Τη σκέψη μας πρέπει να καθοδηγεί το τι είδους κόμμα θέλουμε να δημιουργήσουμε. 

Παράλληλα ας έχουμε κατά νου ότι ένα καταστατικό δεν μπορεί να λύσει με απόλυτο τρόπο εγγενή προβλήματα που υπάρχουν στο κόμμα, και τα οποία έχουν να κάνουν με την ιδιοσυστασία του, όπως για παράδειγμα το πού, πώς και με ποιον τρόπο παράγεται η πολιτική γραμμή, με ποιον τρόπο αυτή εκφωνείται κ.λπ. Μπορεί όμως να διευθετήσει ορισμένα ζητήματα και ενδεχομένως να τα θέσει σε τροχιά ωρίμανσης ή και λύσης. Έτσι, το καταστατικό πρέπει να περιγράφει τον «υπαρκτό» ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επίσης να κάνει σαφή και τη δυναμική του (π.χ. μέσα από το προοίμιο και τις μεταβατικές διατάξεις) δείχνοντας με σαφήνεια τον ανοιχτό χαρακτήρα του όλου εγχειρήματος. Το ίδιο το καταστατικό –και αυτό ίσως αποδειχτεί η μεγαλύτερη πρόκληση για την επιτροπή– καλείται να αφήνει περιθώρια για πολιτική ζύμωση σε σχέση με τα ζητήματα που θα ανακύψουν στο μέλλον. 

Ερ.: Βασικό στοιχείο που έχει αναδειχθεί μέσα από την ιστορία της Αριστεράς αλλά και από την πρόσφατη αναβίωση του αιτήματος για άμεση δημοκρατία, είναι η δυνατότητα ουσιαστικής συμμετοχής των μελών στη ζωή του κόμματος και στη λήψη των αποφάσεων. Σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως ενιαίο πια κόμμα;  

Απ.: Υπάρχει σήμερα ένα τεράστιο αίτημα να φτιαχτεί ένα κόμμα των μελών του. Τι σημαίνει, όμως αυτό και πώς μπορεί να γίνει πράξη σε μια εποχή που η κεντρική πολιτική επικαιρότητα κινείται με τεράστια ταχύτητα, ενώ η κομματική ζωή είναι αναγκαστικά πολύ πιο αργή, με αποτέλεσμα η πληροφορία για όλα όσα συμβαίνουν στην κεντρική πολιτική σκηνή να φτάνει στα μέλη αργά και εκ των υστέρων;
Καλούμαστε λοιπόν να ξεφύγουμε από την πεπατημένη των καταστατικών που υποτίθεται ότι δίνουν ορισμένα δικαιώματα στα μέλη, ενώ στην ουσία εστιάζουν στο να λύσουν τα ζητήματα των επιτελικών ομάδων μεταξύ τους. Ωστόσο, το ζήτημα της συμμετοχής του μέλους δεν λύνεται μόνο καταστατικά, αλλά κυρίως πολιτικά. Για να κατοχυρωθεί πραγματικά ο ρόλος της βάσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων πιστεύω ότι πρέπει να παρέμβουμε στο θέμα του πολιτικού χρόνου και των σημερινών ρυθμών. Αν αποδεχτούμε την πολιτική ατζέντα που θέτουν οι αντίπαλοι, δεν θα προλαβαίνουμε τίποτα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μόνο ορισμένες επιτελικές ομάδες, οι οποίες θα παίρνουν γρήγορες αποφάσεις, ενώ η βάση θα αρκείται σε μια κινητοποίηση ή απλώς θα ψηφίζει. Αν όμως θέτουμε οι ίδιοι την ατζέντα, τα πράγματα αλλάζουν. Αν, για παράδειγμα, αποφασίσουμε να δουλέψουμε όλοι μαζί το ζήτημα της ανθρωπιστικής κρίσης που βιώνει η Ελλάδα, και σε αυτό το ρυθμό μπουν οι οργανώσεις του κόμματος, συλλέγοντας υλικό και παίρνοντας πολιτικές πρωτοβουλίες, τότε τα μέλη θα δημιουργούν γεγονότα και θα αποφασίζουν για την παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Ερ.: Με τον κόσμο με τον οποίο συναντιέται ο ΣΥΡΙΖΑ στα κινήματα, αλλά για διάφορους λόγους δεν επιθυμεί την κομματική ένταξη, τι γίνεται;. Συχνά, όταν το αποφασίζει αισθάνεται ότι έχει περιορισμένες δυνατότητες να διαμορφώσει την ατζέντα. Προβληματίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ ως προς αυτά; Θα είναι κομμάτι των αναζητήσεων της επιτροπής καταστατικού εναλλακτικοί τρόποι οργάνωσης του κόμματος;

Απ.: Πράγματι, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων που ενώ μας ψηφίζουν και ενώ είναι κοινωνικά ενεργοί, βλέπουν γενικά τα κόμματα με καχυποψία. Παρ’ όλα αυτά παρακολουθούν τις επεξεργασίες μας και συχνά συμμετέχουν ακόμη και στις συνελεύσεις μας. Επειδή στις σημερινές συνθήκες –αλλά και πάντα, εδώ που τα λέμε– δεν περισσεύει κανείς, πρέπει να βρούμε τρόπους να μονιμοποιήσουμε αυτή τη σχέση συνεργασίας και αλληλεπίδρασης. Το αν αυτό σημαίνει ότι εκτός από μέλη πρέπει να υπάρχουν και «φίλοι» του κόμματος ή κάτι άλλο, είναι σίγουρα ένα από τα θέματα στα οποία θα κληθεί η επιτροπή να απαντήσει.

Οπωσδήποτε, ξεκινάμε από μια αντιμνημονιακή βάση με σοσιαλιστική προοπτική, κάτι που προφανώς έχει ένα εύρος. Αυτό όμως αποτελεί και δύναμη. Από εκεί και πέρα καλούμαστε να δούμε τα ιδιαίτερα στρώματα. Έτσι, δίπλα στα παραδοσιακά εργατικά στρώματα υπάρχει ένα νέο προλεταριάτο. Παράλληλα, δεν υπάρχει ούτε μία εξέγερση παγκόσμια στην οποία να μην έπαιξε ρόλο ο άνεργος φοιτητής, ακόμη και πρόσφατα στις αραβικές χώρος. Σήμερα στην Ελλάδα αυτοί είναι πολλοί οι άνεργοι, με πτυχίο, υψηλή εκπαίδευση και χρόνο στη διάθεσή τους. Αν αυτοί θέλουν να αγωνιστούν αλλά ταυτόχρονα αμφισβητούν τα κόμματα ή αναζητούν νέες οργανωτικές διαρθρώσεις, θα τους κλείσουμε την πόρτα;     

Ερ.: Ένα άλλο ανοιχτό ζήτημα για τα αριστερά κόμματα είναι κατά πόσο τα παραδοσιακά οργανωτικά μοντέλα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. 

Απ.: Τα τελευταία 30 χρόνια υπάρχει μια έλλειψη θεωρίας σε αυτό το ζήτημα. Έχουμε πολύ υλικό από διάφορες εμπειρίες, πολλά ερωτήματα, αλλά όχι μια συστηματική και αναλυτικά επεξεργασμένη απάντηση. Το ζήτημα όμως είναι κομβικό. Οι αλλαγές που έχουν γίνει στο εσωτερικό της εργατικής τάξης είναι τεράστιες, και άρα πρέπει να ξαναδούμε πώς ένα κόμμα της αριστεράς μπορεί να την εκφράσει, αλλά ακόμη και αν πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πιο ευρύ. Πρέπει να ξεπεράσουμε τα στερεότυπά μας, που λένε ότι το μόνο δυνατό κόμμα στο χώρο της Αριστεράς είναι το κόμμα νέου τύπου, και να αναζητήσουμε μια νέα θεωρία για ένα νέο κόμμα που θα μπορεί να περιγράψει, να οργανώσει και εκφράσει τις πραγματικές ανάγκες που ανακύπτουν σε μια πορεία κοινωνικού μετασχηματισμού, οι οποίες δεν είναι τόσο ξεκάθαρες όσο ήταν στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Παραδοσιακά η αριστερά σκεφτόταν ότι πρώτα καταλαμβάνουμε την πολιτική εξουσία και μετά αρχίζουν οι μεταβατικές διαδικασίες. Αυτό το σχήμα όμως δεν ξέρω αν ισχύει πλέον.  Παρόλο που η πολιτική εξουσία παραμένει κεντρικό ζήτημα, οι διαδικασίες μετάβασης μπορεί να ξεκινάνε πριν από την κατάληψη της εξουσίας. Έτσι και το κόμμα που θα παίξει κεντρικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία πας να φτιάξεις πρέπει να είναι προετοιμασμένο για κάτι τέτοιο και να γειώνεται ηγεμονικά στην κοινωνία, αντί να επιδιώκει να εκφράσει και να οργανώσει μια πρωτοπορία της εργατικής τάξης.

Ένα ερώτημα που προκύπτει, για παράδειγμα, είναι ποιες πρέπει να είναι οι βασικές μονάδες οργάνωσης ενός νέου κόμματος. Παλιότερα τα κόμματα οργανώνονταν στη βάση του επαγγέλματος και στους χώρους δουλειάς. Τώρα που η άρνηση της ζωντανής εργασίας διευρύνεται πολύ, ίσως πρέπει να αναζητήσουμε παράλληλα μοντέλα οργάνωσης, και δεν εννοώ μόνο με βάση τον τόπο διαμονής. Όλα αυτά όμως πρέπει να συντεθούν σε μια ενιαία, συνεκτική πρόταση. Την ίδια ώρα, δεν πιστεύω ότι πρέπει στη λογική του «πλήθους», όπως το θέτει ο Νέγκρι, γιατί το στοιχείο της εργασίας διατηρεί ακόμη μια κεντρικότητα, παρά τις άυλες και αποσπασματικές μορφές που αυτή παίρνει. Έτσι, η ανάγκη είναι να ενωθεί αυτό το νέο προλεταριάτο και όχι το πλήθος, κάτι σίγουρα περισσότερο επίπονο και απαιτητικό.

Μέσα σε όλη αυτή τη συζήτηση το υβριδικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς κατορθώσαμε το τελευταίο διάστημα να συνομιλήσουμε με υποτελή στρώματα και έτσι μπορούμε να αναρωτιόμαστε με πιο τρόπο δώσουμε μόνιμα χαρακτηριστικά σε αυτή τη σχέση. 

Ερ.: Η προσέγγιση όλων των παραπάνω ερωτημάτων θέτει αναπόφευκτα και κάποια ζητήματα μεθοδολογίας. Πώς πρόκειται να κινηθεί η επιτροπή καταστατικού; 

Απ.: Δεν ξεκινάμε από το μηδέν, αυτό είναι βέβαιο. Αν εξαιρεθούν απολύτως διαδικτυακά κόμματα, όπως οι Πειρατές, λίγο πολύ όλα τα υπόλοιπα έχουν μια βασική λογική διάρθρωση: μέλη, οργανώσεις βάσης, ανώτερα όργανα, σχέσεις με κράτος, τοπική αυτοδιοίκηση, κυβέρνηση κ.λπ. Όταν μπεις όμως στην ουσία της συζήτησης, θα πρέπει όντως να αποφασίσεις πού θα δώσεις το βάρος. Θεωρώ ότι η έμφαση δεν πρέπει να δοθεί στους κανόνες για το πώς οι τάσεις θα συνυπάρχουν και θα λειτουργούν μέσα στο κόμμα, αλλά περισσότερο στο τι γίνεται με τον κόσμο του κόμματος, με ποιον τρόπο εκφράζεται, με ποιον τρόπο ακούγεται η φωνή του. Πρέπει επίσης να λειτουργήσουμε ανοιχτά όλο αυτό το διάστημα, να είναι όλη η συζήτηση της επιτροπής διαθέσιμη στα μέλη, ακόμη και να εγκαινιάσουμε τρόπους επικοινωνίας με όσους επιθυμούν να συμβάλουν στην προσπάθειά μας, π.χ. μέσα από το διαδίκτυο. Το αίτημα των μελών για συμμετοχή δεν είναι μόνο δίκαιο, αλλά επίσης μπορεί να δώσει νέες, πολύτιμες ιδέες και πληροφορίες.

Ερ.: Από τη σύγχρονη πολιτική θεωρία γνωρίζουμε ότι η συμμετοχή στην κρατική εξουσία γίνεται όχι μόνο από θέσεις κυβερνητικές αλλά και από αντιπολιτευτικές. Πώς λοιπόν το κόμμα, τα στελέχη του, οι επιστημονικοί συνεργάτες, η αυτοδιοίκηση, τα γραφεία των βουλευτών και του προέδρου κ.λπ., όχι μόνο τα θεσμικά όργανα δηλαδή, εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία διακυβέρνησης, κυριαρχείται σήμερα από πελατειακές σχέσεις και  διαπλοκή; Χρειάζεται ένας κώδικας αρχών στη βάση του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ συνδιαλέγεται, παρεμβαίνει και συμμετέχει στο κράτος; 

Απ.: Αυτό είναι ένα κεντρικό ζήτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα και ένα από τα καινούρια θέματα που μας έχει βάλει η ζωή. Αν επρόκειτο δηλαδή απλώς να αντιγράψουμε ένα παλιό καταστατικό και να κάνουμε μία μόνο προσθήκη, θα έπρεπε να είναι πάνω σ’ αυτό. Όπως λοιπόν η αστική τάξη προχώρησε σε μια διάκριση εξουσιών για να φυλάγεται κατά κάποιον τρόπο, έτσι πρέπει κι εμείς να κάνουμε μια διάκριση επιπέδων και να δούμε ότι άλλο είναι το κίνημα, άλλο το κόμμα, άλλο η εξουσία κι άλλο η κυβέρνηση.

Για να προστατευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ από τον κρατισμό και τον κυβερνητισμό πρέπει να βρούμε κάποιους κανόνες. Γιατί το πιο εύκολο –και το έχουμε δει να συμβαίνει συχνά στην ιστορία– είναι το κόμμα να μην παίζει κανένα ρόλο στα πράγματα, να εστιαστεί όλη η προσπάθεια στα της διακυβέρνησης και το κόμμα να υπάρχει μόνο για μια τυπική επικύρωση αποφάσεων. Αυτός ο κίνδυνος πρέπει να αποφευχθεί, κάτι που απαιτεί αυτό το ιδιαίτερο κόμμα που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ –ένα κίνημα υπό διαρκή μετάβαση και μετασχηματισμό– να βρίσκεται πολύ ψηλά στην ηθική και στην αντίληψη του μέλους. Το μέλος να πιστεύει βαθιά ότι δεν μπορεί να γίνονται πράγματα ερήμην του.

Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε τις πρακτικές αποφάσεις, ώστε η όποια κρατική, κυβερνητική δουλειά να μην απορροφήσει το σύνολο των στελεχών. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, ένα μεγάλο κομμάτι να μείνει εκτός αυτής της προσπάθειας, αλλά παράλληλα θα πρέπει να του δώσουμε κύρος, ρόλο και δύναμη, ώστε να έχει νόημα να κρατάει μια δομή, η οποία με τη σειρά της θα στηρίζει όλα όσα γίνονται σε κυβερνητικό επίπεδο. Ιδίως για το ζήτημα της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων το κόμμα πρέπει να είναι ο πιο αυστηρός κριτής, ένας ελεγκτικός μηχανισμός όλης της υπόλοιπης διαδικασίας.

Ερ.: Ας κλείσουμε με ένα ειδικό θέμα. Πρέπει στο καταστατικό του ΣΥΡΙΖΑ να προβλέπονται ποσοστώσεις για την εκπροσώπηση κάποιων κατηγοριών μελών στα όργανα;

Απ.: Συνήθως όταν μιλάμε για ποσοστώσεις σκεφτόμαστε την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών. Πιστεύω όμως ότι πέρα από αυτό πρέπει να προβληματιστούμε και για κάποιες άλλες κατηγορίες. Για παράδειγμα πρέπει να βρούμε τρόπους να αναδειχθούν άνθρωποι μεταξύ των καινούριων μελών του κόμματος, αυτών που μας προσέγγισαν το τελευταίο διάστημα, όπως επίσης να υπάρχει μια ισορροπημένη εκπροσώπηση όλων των γενεών στα όργανα, έτσι ώστε νεότεροι άνθρωποι να βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης και να ζυμώνονται με τους παλιούς, χωρίς να αποκλείονται από τις κομματικές επετηρίδες. Υπάρχουν τέλος όσοι δεν θέλουν να είναι μέλη τάσεων, που επίσης δεν πρέπει να χαθούν, οπότε πρέπει να αναζητήσουμε τρόπους να διασφαλίζεται και η δική τους εκπροσώπηση στα όργανα.
Tagged : / / /

“Διανύουμε μια πρωτόγονη ιστορική φάση, αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα”, ομιλία στην εκδήλωση των εκδόσεων “Στοχαστής”, 18/2/2013


Τη Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013 πραγματοποιήθηκε εκδήλωση παρουσίασης των βιβλίων του Αντόνιο Γκράμσι «Για την αλήθεια ή για το να λέμε την αλήθεια στην πολιτική» και του Λουκά Αξελού «Ξαναδιαβάζοντας τον Γκράμσι», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Στοχαστής (http://www.stochastis.gr).


Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν και μίλησαν οι :
– Λαοκράτης Βάσσης, φιλόλογος-συγγραφέας
– Γιώργος Μανιάτης, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
– Νίκος Ξυδάκης, δημοσιογράφος
– Ρούντι Ρινάλντι, εκδότης της εφημερίδας Δρόμος της Αριστεράς

Χαιρετισμό απηύθυνε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας ( εδώ  ολόκληρος ο χαιρετισμός )

Την εκδήλωση έκλεισε ο Λουκάς Αξελός, συγγραφέας και υπεύθυνος των εκδόσεων Στοχαστής.




ΡΡ: Η σημασία του γκραμσιανού έργου και η ιδιαίτερη θέση του στο μαρξιστικό πολιτικό-θεωρητικό οικοδόμημα έχει ορισμένα «παράξενα» στοιχεία, αφού το κύριο θεωρητικό έργο του, τα Τετράδια της φυλακής, δεν γράφτηκαν για να εκδοθούν, διαβάστηκαν κατά κύματα ή καλύτερα δόθηκαν τμήματα του έργου αυτού κατά δόσεις για να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες.

Αυτή η παραξενιά της ιστορίας έτυχε σε έναν άνθρωπο-διανοητή-ηγέτη του ιταλικού κομμουνιστικού κινήματος του οποίου η  ζωή και το έργο σκόπευαν να αποτελέσουν μια αξεδιάλυτη ενότητα.
Ο ίδιος δεν δημοσίευσε κανένα βιβλίο, απέφευγε καν να υπογράφει τα άρθρα που δημοσίευε στον Τύπο και το βασικό του έργο, τα Τετράδια της φυλακής, εκδόθηκαν ολοκληρωμένα για πρώτη φορά το 1975 σε μια έκδοση υπό την επιμέλεια του Τζερατάνα. Το έργο αυτό γραφόταν ανάμεσα στο 1929 όταν πρωτοδόθηκε στον Αντόνιο Γκράμσι η δυνατότητα να γράφει (είχε συλληφθεί το 1926) και σταμάτησε να γράφεται (δεν τελείωσε ποτέ, αφού είναι ένα σύνολο από σημειώσεις μεταγραμμένες σε διάφορα τετράδια) το 1935, όταν πλέον η υγεία του δεν του επέτρεπε να συνεχίζει. Δύο χρόνια μετά ο Γκράμσι πεθαίνει (1937).
Ο Γκράμσι έδρασε και ανήκει στην μεγάλη στρατιά των επαναστάσεων που συγκλόνισαν τον 20ό αιώνα και αντιμετώπισε πρακτικά, πολιτικά, πολιτιστικά και ηθικά πολλά δύσκολα προβλήματα της πολιτικής, του κράτους, της κουλτούρας, των διανοουμένων, του κόμματος, των απαντήσεων του κεφαλαίου, τον φασισμό, τον αμερικανισμό και τόσα άλλα.
Δίκαια το γκραμσιανό έργο αποτελεί πηγή έμπνευσης, στοχασμού, θεωρίας, και κουλτούρας. Έργο που ανοίγει δρόμους για την θεωρία και την πράξη της απελευθέρωσης. Ένα μεγάλο εργαστήρι σκέψης, αποτίμησης, διάνοιξης νέων δρόμων κ.λπ. Γι’ αυτό και η επαφή με το έργο του μετασχημάτισε, ωρίμασε, διαμόρφωσε όσους ήρθαν σε επαφή με αυτό πολλά-πολλά χρόνια μετά.

«Πρωτόγονη ιστορική φάση»

Σε ένα σχόλιό του, ο Γκράμσι θα κάνει την παρακάτω επισήμανση:

«Το να επιμένουμε στο στοιχείο “πρακτική” του δεσμού θεωρία-πρακτική, όταν τα δύο αυτά στοιχεία έχουν διασπαστεί, έχουν αποκοπεί, σημαίνει ότι διανύουμε μια σχετικά πρωτόγονη ιστορική φάση».
Κάθε άνθρωπος που έχει μια μικρή έστω πείρα ή σχέση με το πραγματικό κίνημα ή με ενδιαφέροντα και ανήσυχα πολιτικά εγχειρήματα, δεν μπορεί, θα έχει συναντήσει το περίφημο πρόβλημα της σχέσης θεωρίας και πράξης. Ο Γκράμσι κάνει λόγο για την φάση όπου αυτά τα δύο έχουν διασπαστεί, ή αποκοπεί. Τότε πρόκειται για μια πρωτόγονη φάση μπουσουλίσματος του πραγματικού κινήματος και αναζήτησης δρόμων μη πιστοποιημένων και έγκυρων.
Στις μέρες μας ζούμε μια τέτοια «πρωτόγονη φάση» και η ανάγκη για νέα θεωρία και νέα οργάνωση βοά από παντού.
Τις τελευταίες δεκαετίες συντελέστηκαν τεράστιες κατολισθήσεις (θεωρητικές και πρακτικές) , έχουν τεθεί θέματα από την πρακτική πείρα και διάφορα κινήματα, όμως, ελάχιστα βήματα έχουν γίνει στο να συνοψιστεί κριτικά η πείρα, να βγούνε συμπεράσματα, να σκιαγραφηθούν θεωρητικές συλλήψεις και εφαρμογές τους, δεν εμφανίστηκε ένα νέο κύμα επανασύνδεσης της θεωρίας με την πρακτική.
Η ίδια η ιστορική εξέλιξη έχει φέρει στην επιφάνεια ένα όχι ευκαταφρόνητο υλικό που ζητά την θεωρητική επεξεργασία του και την στρατηγική τοποθέτηση απέναντι στις νέες προκλήσεις και προσκλήσεις της ιστορίας.
Ο 20ός αιώνας πέρασε, έδωσε υλικό, άνοιξε δρόμους, γνώρισε αποτυχίες και ήττες επαναστάσεων και μεταβατικών προσπαθειών. Ζητήματα όπως:
  • Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στις μεταβατικές κοινωνίες
  • Η αναδιάρθρωση του κεφαλαίου σαν απάντηση στην παγκόσμια παρατεταμένη κρίση
  • Η παγκοσμιοποίηση της αγοράς και των καπιταλιστικών σχέσεων μετά από μια διάσπασή τους
  • Η διάψευση της σωτήριας λύσης που θα ερχόταν μέσα από την ΕΤΕ και συνεπώς το πρόβλημα της επιστήμης και της γνώσης στις σύγχρονες συνθήκες
  • Η διατάραξη της σχέσης φύσης-κοινωνίας-ανθρώπου
  • Η ανάδυση ζητημάτων που φαίνονταν να έχουν ξεπεραστεί (θρησκευτικοί και εθνικιστικοί φονταμενταλισμοί)
για να αναφέρουμε ορισμένα μόνο από τα σοβαρά ζητήματα, ζητούν μια νέα και βαθύτερη, πλουσιότερη και πιο εκτενή θεωρητική αντιμετώπιση από ό,τι έθετε στην παγκόσμια ημερήσια διάταξη η επανάσταση στις αρχές του 20ού αιώνα.

Στον Γκράμσι ανήκει το μερίδιο εκείνο που έκανε πιο φανερή την ανάγκη να επεκταθεί η ματιά και ο ορίζοντας του εργατικού κινήματος πιο πέρα από εκεί που έφτασε με την Οκτωβριανή Επανάσταση. Αναμετρήθηκε θεωρητικά και πρακτικά με τα προβλήματα, τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις που χρειάζονται μια ορισμένη αντιμετώπιση σε συνθήκες αναπτυγμένων χωρών και με πυκνά πλέγματα ιδεολογικών και κρατικών μηχανισμών, χειριστικών μηχανισμών.

Επεξεργάστηκε μια γενική στάση και στρατηγική και επεσήμανε πόσο σημαντικό είναι, πόσο ζωτικό είναι για το απελευθερωτικό κίνημα του προλεταριάτου, να εγκαταλείψει μια οικονομίστικη αντίληψη και έναν περιορισμό του αγώνα στα επίπεδο αυτό.
Κουλτούρα, πολιτική, ηθική, εποικοδομήματα, ιδεολογία ή ιδεολογίες, ηγεμονία, υλικοί μηχανισμοί δημιουργίας της συναίνεσης, μορφωτικοί όροι και άλλα, αποτελούν κεντρικά ζητήματα στο τρόπο που ο Γκράμσι διαπραγματεύεται τα διάφορα θέματα και στο ποια ζητήματα δίνει έμφαση πώς πρέπει να συμπληρώνουν, να στηρίζουν, να εμπλουτίζουν  την πολιτική πάλη, τις οικονομικές διεκδικήσεις, το κράτος και τον μαρασμό του και άλλα.

Γι αυτό αποτιμώντας το έργο του μπορούμε να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Πέρα από το ότι το σύνολο της σκέψης του ήταν πρωτότυπο, γόνιμο και προαγωγικό: Θεμελιώδεις ένννοιες της σκέψης του όπως το ιστορικό μπλοκ κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων και η ηγεμονία αποτέλεσαν θεωρητικές καινοτομίες που ενσωματώθηκαν στον κλασικό μαρξισμό.
Μέσα από την έννοια της ηγεμονίας είχαμε απελευθέρωση της πολιτικής στην οποία αποδόθηκε αυτονομία αλλά και νέα όρια βεβαίως.
Απελευθερώνει από τον οικονομισμό, διότι η πολιτική δεν είναι η αυτόματη, γραμμική, ανεπεξέργαστη μεταφορά των οικονομικών συμφερόντων της εργατικής τάξης στο πολιτικό πεδίο.
Τα ίδια τα ταξικά συμφέροντα (και οι τάξεις) ορίζονται κατά τρόπο ορατό πλέον και στο ιδεολογικό και στο πολιτικό πεδίο πέραν του οικονομικού. Και αυτός ο ορισμός συνδέεται με την διαμόρφωση πολιτικής στρατηγικής.
Η ηγεμονία καθιστά την πολιτική συνθετότερη τόσο ως
α) λειτουργία του πολιτικού
β) ως στρατηγική του προλεταριάτου.
Αυτή η συνθετότητα, μας απομακρύνει από την ψευδαίσθηση ότι η κοινωνική πορεία, θα είναι μονόγραμμη εφαρμογή συμφερόντων (π.χ. μιας τάξης) και κατά συνέπεια εύκολα χειραγωγήσιμη και διευθυνόμενη. Μας απομακρύνει από την εξελικτική αντίληψη του σοσιαλισμού ως γραμμική οικοδόμηση φθινουσών ταξικών αντιθέσεων.
Η σκέψη του οδηγεί σε πλήγμα της μονολιθικότητας. Όχι τόσο της εσωκομματικής η οποία συνδέθηκε με ιστορικές ανάγκες εξαιτίας των διώξεων και της παρανομίας, αλλά όπως αυτή μεταφέρθηκε και μεθερμηνεύτηκε στη θεώρηση για την κοινωνία και την ταξική πάλη. Κατά συνέπεια μονοκομματικότητες, αυθεντικοί εκφραστές της αλήθειας, αποκλειστικοί κληρονόμοι και δη της ιστορίας του εργατικού κινήματος και του μαρξισμού, αμφισβητήθηκαν οριστικά.
Πέραν αυτού όμως μέσα από το ιστορικό μπλοκ αμφισβητήθηκε και η μονοταξικότητα της πολιτικής προοπτικής. Η πορεία προς την κοινωνική απελευθέρωση πλέον δεν θα είναι η πορεία μιας τάξης (άντε και των δομικά προσδιορισμένων συμμάχων της) που θα καταφέρει να επιβάλει τα συμφέροντά της. Παραπέμπει σε κάθε φάση της πορείας μετάβασης στην διαμόρφωση ενός σύνθετου μπλοκ στο εσωτερικό του οποίου οι δείκτες ηγεμονίας (ήτοι κυριαρχίας και πρωτοπορίας) είναι ζητούμενοι και προς κατάκτηση, όχι εκ των προτέρων προσδιορισμένοι.
Ακόμα, η έννοια της ηγεμονίας δεν περιορίζεται στενά στο ζεύγος καταναγκασμός και συναίνεση όπως προσπάθησε ένα ορισμένο είδος μαρξισμού προκειμένου να τη χωρέσει στα στενά όρια του. Και ο πολιτισμός; Οι πολλές διαστάσεις της υποκειμενικότητας; Η ιστορική κληροδοσία στα πλαίσια του μαρξισμού; Αλλά και εκτός αυτού; Ή δεν υπάρχει τίποτα εκτός αυτού;…
Ζούμε λοιπόν σε μια πρωτόγονη φάση χωρίς επαναστατική θεωρία. Αλλά και με πολύ υλικό που ζητά, που σπρώχνει προς την ανάγκη της θεωρίας, με μαζικά κινήματα και προχωρήματα που είναι φορείς νέων αναγκών και θεωρητικών ψηγμάτων.

Ζούμε μια φάση όπου το κεντρικό ερώτημα που θέτει ο Γκράμσι στην αντιπαράθεσή του με τον οικονομισμό, δηλαδή «πώς γεννιέται η ιστορική κίνηση πάνω στη βάση της οικονομίας», παίρνει νέα συνθετότητα.
Όχι μέσα από κάποιον αυτοματισμό, αλλά μέσα από διαμεσολαβήσεις, μέσα από την πολιτική και σε ατομικό επίπεδο μέσα από ιδεολογικά σχήματα. Που όμως, όλα αυτά τα δίκτυα της διαμεσολάβησης, της υποκειμενοποίησης, της εσωτερίκευσης και των ιδεολογικών συμβόλων είναι πυκνότερα, συνθετότερα. Τούτο αποδεικνύεται από:
Τα νέα διεθνικά κινήματα
Το μορφωτικό επίπεδο των δρώντων και αγωνιζόμενων ανθρώπων
Την τεράστια άρνηση της ζωντανής εργασίας από την σφαίρα της παραγωγής που καθιστά νόμιμο το ζήτημα του περάσματος σε ένα ανώτερο κοινωνικό σύστημα, το αίτημα του κομμουνισμού και της απελευθέρωσης χρόνου για την κοινωνία των συνεταιρισμένων παραγωγών
Το αίτημα της ταυτότητας που παίρνει ξανά διαστάσεις
Το τεράστιο αίτημα συμμετοχής και πραγματικής δημοκρατίας σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου
Την νέα λαϊκή και εθνική αφύπνιση
Τον γιγαντισμό των χειριστικών μηχανισμών και των δυνάμεων καταστροφής.

Με άλλους όρους έχουμε φθάσει σε ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων που γεννά:
  • Παραγωγή για την παραγωγή σε ένα ξέφρενο κυνηγητό υπερκέρδους και μια αποστράγγιση των διαδικασιών αυτών σε πλανητική κλίμακα (παγκόσμια οικονομική κρίση, πλασματική οικονομία κ.λπ.)
  • Κράτος και διάχυση, γιγάντωση του κράτους, επί της κοινωνίας
  • Αλλοτρίωση, γενικευμένη αλλοτρίωση
  • Καταστροφή και δυνάμεις καταστροφής
Και είναι ανάγκη το πέρασμα σε ένα άλλο σύστημα κοινωνικών σχέσεων σε αντίθετη εντελώς φορά από αυτό που γνωρίζουμε και αυτό γίνεται ολοένα και πιο κατανοητό σε παγκόσμιο επίπεδο, σε επίπεδο κινημάτων, σαν αίσθηση των λαϊκών ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Αυτά πρέπει να διατυπωθούν σε επίπεδο προγράμματος, να γίνουν οι λογαριασμοί με το παρελθόν, κι όχι να γίνει και εδώ «κούρεμα». Να «κουρεύουμε» δηλαδή τα ιδεολογικά και θεωρητικά θέματα, παραμένοντας στην «πρωτόγονη φάση».
Ζούμε την έλλειψη νοήματος. Είμαστε στην εποχή της παραποίησης και της διαστροφής. Οι μεγάλες λέξεις που όπως λέει ο ποιητής πυρπόλησαν τις καρδιές των ανθρώπων όπως ελευθερία, δημοκρατία, ρήξεις, συνέχειες, υποκειμενικότητες, δοκιμάζονται. Αφού στάθηκε αδύνατο να παραμεριστούν, αφυδατώθηκαν και αναπαράγονται ως πουκάμισο αδειανό από την συστημική εξουσία. Μοιάζει οι βασικές έννοιες που συγκροτούν την κοινωνία, που από ασώματο σύνολο την καθιστούν σπονδυλωμένη παρουσία, να κυκλοφορούν αδιάθετες, να είναι διεκδικήσιμες.
Μια έκρηξη σημαινόντων, όπως θα έλεγαν και οι διανοούμενοι, χωρίς αποδέκτη.
Εδώ τίθεται το ζήτημα της ηγεμονίας, της επανανοηματοδότησης και της πρακτικής οργάνωσής της.
Π.χ.: Η δημοκρατία. Ένα ζήτημα που η Αριστερά ακόμα και σήμερα δεν έχει την καλύτερη σχέση μαζί του. Προσπάθησε να το προσεγγίσει μέσα από το σχήμα αστική-προλεταριακή δημοκρατία (αληθινή και προς όφελος του λαού). Πέραν του προσχηματικού στοιχείου αυτή η προσέγγιση στην καλύτερη και την πιο αυθεντική της εκδοχή δεν φτάνει.
Χρειάζεται καθολική επανανοηματοδότηση σε όλα τα επίπεδα.
Μέσα από μια οπτική που κάνει έκκληση για ηγεμονία στο φιλοσοφικό και ιδεολογικό και αξιακό επίπεδο, (ας θυμηθούμε ότι η Γαλλική Επανάσταση το τοποθέτησε σε αυτή τη βάση για να διεξαχθεί η ίδια) στο στρατηγικό (ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει, έλεγε ο Πουλαντζάς), στο θεσμικό-πολιτειακό (άμεση δημοκρατία ζήτησαν οι πλατείες και οι απανταχού αγανακτισμένοι), στο στενό πολιτικό (μια νέα σχέση πολιτικής εκπροσώπησης ζητά η συγκυρία) στο εσωκομματικό (μ’ αυτά είναι μπλεγμένος ο ΣΥΡΙΖΑ και κάθε σύγχρονο αριστερό εγχείρημα) κ.λπ.
Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από πουθενά στο ζήτημα «δημοκρατία».

Η ζωή «κόβει» δρόμους

Στις «πρωτόγονες φάσεις» δημιουργούνται προγεφυρώματα και κόβεται δρόμος. Φτάνουμε σε ορισμένα ανώτερα σημεία χωρίς να διατρέξουμε λογικά στάδια και προδιαγραμμένες πορείες. Ένα στοιχείο ασυμμετρίας και χαοτικών τάχα γεγονότων-κινημάτων-ξεσπασμάτων μας οδηγούν σε άλλα σημεία. Για παράδειγμα στην χώρα μας ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά από μια αποσταθεροποίηση του αστικού μπλοκ, που προκλήθηκε από το μαζικό λαϊκό κίνημα ενάντια στο μνημόνιο και την τρόικα, έθεσε ζήτημα μετάβασης σε μια νέα Ελλάδα σε άλλη Ευρώπη. Τέθηκε ζήτημα δημιουργίας ενός κοινωνικού και πολιτικού υποκειμένου που να είναι ικανό να συγκροτήσει ένα ιστορικό μπλοκ δυνάμεων.

Εδώ πλέον η επικαιρότητα του Γκράμσι είναι τεράστια.
Ο ίδιος θα μελετούσε την μνημονιακή κοινωνιολογία και όλες τις αλλαγές τόσο σε επίπεδο οικονομικό όσο και σε επίπεδο εποικοδομήματος.
Θα έδινε τεράστια σημασία στις αλλαγές του συσχετισμού δυνάμεων δείχνοντας την γραμμή της καθεστωτικής ανασύνταξης αλλά και τις δυνατότητες σύμπηξης ενός μεγάλου κοινωνικού μπλοκ αλλαγής.
Θα εξέταζε τα ήθη και τα έθιμα, την πολιτική κουλτούρα της ριζοσπαστικοποίησης και την προσπάθεια του κομματικού συστήματος να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα.
Θα παρενέβαινε δείχνοντας το μεγάλο θεωρητικό κενό που πρέπει άμεσα να καλυφθεί.
Θα εξέταζε το αντιμνημονιακό κίνημα ως βαθιά ετερώνυμο και εσωτερικά αποκλίνον. Οι εσωτερικές αντιφάσεις δεν το εμποδίζουν να είναι δυναμικό. Το εμποδίζουν να είναι ανεξάρτητο και επαρκές. Το επαρκές δεν εξαρτάται με κάποιο κόμμα που θα εκφράσει αυτή την επάρκεια αλλά με την αναβάθμιση του ίδιου του κινήματος. Η αναβάθμισή του δεν μπορεί να προέλθει ούτε από πολιτικές που θα θελήσουν να το εκφράσουν και να διαχειριστούν τις αντιφάσεις του, κρατώντας τες σε ένα μη εκρηκτικό πλαίσιο. Δεν είναι λίγο. Είναι τεράστιο αλλά δεν φτάνει.
Εδώ απαιτείται επαγωγή. Προσανατολισμός δια μέσου παρεμβάσεων που το σπονδυλώνουν, που το καθιστούν κοινωνικό πολιτικό υποκείμενο. Και αυτές με τη σειρά τους θέτουν ένα άλλο μοντέλο  πολιτικής  οπτικής  εντός του οποίου η έννοια της ηγεμονίας θα έχει την πραγματική της διάσταση.

Μια παρατήρηση για την διανόησή μας

Λέει ο Γκράμσι:


«Το λαϊκό στοιχείο αισθάνεται, αλλά δεν κατανοεί πάντα ή δεν ξέρει. Ο διανοούμενος ξέρει, αλλά δεν κατανοεί πάντα και ειδικότερα δεν αισθάνεται.

Το λάθος του διανοούμενου συνίσταται στο ότι πιστεύει πως μπορεί να ξέρει χωρίς να κατανοεί και ειδικότερα χωρίς να αισθάνεται και να ενδιαφέρεται ζωηρά, δηλαδή πως ο διανοούμενος μπορεί να είναι τέτοιος μόνο αν διακρίνεται και αποχωρίζεται από το λαό-έθνος, δηλαδή χωρίς να αισθάνεται τα στοιχειώδη πάθη του λαού, κατανοώντας τα και μετά εξηγώντας τα και δικαιολογώντας τα μέσα στην καθορισμένη ιστορική κατάσταση.
Δεν γίνεται πολιτική ιστορία χωρίς αυτό το πάθος, δηλαδή χωρίς αυτό το συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα στους διανοούμενους και το λαό-έθνος.
Αν η σχέση ανάμεσα σε διανοούμενους και λαό-έθνος, ανάμεσα σε διευθύνοντες και διευθυνόμενους δίνεται με μια οργανική συνάφεια όπου το αίσθημα-πάθος γίνεται κατανόηση και μετά ξέρω, μόνο τότε η σχέση είναι σχέση αντιπροσώπευσης, πραγματοποιείται η ζωή συνόλου που μόνο αυτή είναι κοινωνική δύναμη. Δημιουργείται το ιστορικό μπλοκ».

Τα σαράντα χρόνια της έκδοσης των έργων του Γκράμσι στην Ελλάδα συμπίπτουν με μια ιστορική στιγμή που πολλά από όσα υπέδειξε σαν ένα δρόμο μπορούν να δοκιμαστούν, μπορούν να γονιμοποιηθούν με την δράση των μαζών, μπορούν να ανοίξουν δρόμους για μια άλλη πορεία από την μνημονιακή καταβύθιση και διάλυση μιας χώρας, μιας κοινωνίας, ενός λαού, ενός έθνους.
Στις εκδόσεις «Στοχαστής», και στον Λουκά Αξελό προσωπικά, ένα βαθύ ευχαριστώ και καλή δύναμη στην κοινή πάλη.
Tagged : / / /

“Η μετάβαση έχει αρχίσει”, Ομιλία στο Φεστιβάλ Resistance 1/7/2012


Το φεστιβάλ Resistance 2012 έκλεισε με την πολιτική εκδήλωση – συζήτηση: «Μια χώρα σε μετάβαση – Αγωνιζόμενοι για μια άλλη Ελλάδα».
Στην εκδήλωση, την οποία συντόνιζε ο συγγραφέας, διευθυντής του περιοδικού Τετράδια, Λουκάς Αξελός, μίλησαν οι Αλέξης Τσίπρας, πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, Σοφία Σακοράφα βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Ευτύχης Μπιτσάκης, ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας και Ρούντι Ρινάλντι, εκπρόσωπος της ΚΟΕ.
Παρεμβάσεις έκαναν ο δημοσιογράφος Νίκος Ξυδάκης, οι πανεπιστημιακοί Σία Αναγνωστοπούλου και Σταύρος Κωνσταντακόπουλος, ο χορογράφος Κωνσταντίνος Μίχος, η ιστορικός – σκηνοθέτης Έλενα Πατρικίου και ο αναλυτής – προγραμματιστής Γιάννης Φούντας.

ΕΔΩ οι σύνδεσμοι για όλες τις ομιλίες και τις παρεμβάσεις.
                                                                                                                                  

ΡΡ: Είναι ανάγκη ο προβληματισμός, η σκέψη, να ξεφύγουνε από στερεότυπα και να βαθύνουνε, γιατί η αυτοκτονία της σκέψης, δεν αρμόζει στις ιστορικές στιγμές που ζούμε.
Ολόκληρη η κοινωνία περιμένει να δει πώς θα συμπεριφερθούμε αλλά και σε όλον τον κόσμο παρακολουθούνε έντονα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μας.
Ευελπιστώ η αποψινή συζήτηση να αποδειχτεί πράγματι χρήσιμη, γιατί χρειάζονται και αυτές οι «ανάσες» όταν αγωνιζόμαστε.


Έξι σημεία για όσα συμβαίνουν :


1. Όλα αλλάζουν


Αλλάζει ο πολιτικός χάρτης της χώρας, έχει αλλάξει τελείως η πολιτική γεωγραφία, δεν υπάρχει καθόλου πλέον ο δικομματισμός όπως τον γνωρίσαμε. Αλλάζουν οι συσχετισμοί, αλλάζει η Αριστερά. Η Αριστερά δεν είναι αυτό που ήταν πριν από έξι μήνες σε αυτή την χώρα. Έχει αλλάξει ο συσχετισμός μέσα στην Αριστερά αλλά και ο ρόλος της Αριστεράς μέσα στην κοινωνία. Αλλάζει η Ευρώπη, ακούγονται πιο δυνατά οι τριγμοί του ευρωοικοδομήματος – ακούγονται πιο δυνατά οι αγώνες σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλάζει ο κόσμος όλος.

Όλα αλλάζουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις και κυρίως κάτω από την όξυνση όλων των αντιθέσεων και εκείνων που υπήρχαν και των νέων που αναβλύζουν μέσα στην κρίση, από μια πρωτοφανή καπιταλιστική κρίση που αγκαλιάζει τα πιο βασικά σημεία του συστήματος.
Η χώρα μας, ο λαός μας, το κίνημα στην Ελλάδα βρίσκονται στο επίκεντρο μεγάλων ιστορικών διλημμάτων, επιλογών, κατακτήσεων, στο επίκεντρο συγκρούσεων συμφερόντων και κοινωνικής πόλωσης, που θυμίζει περισσότερο λατινοαμερικάνικες συνθήκες και όχι αυτά που είχαμε ζήσει τελευταίες δεκαετίες στο χώρο της Ευρώπης.
Θα βρεθεί δρόμος για να υπάρξει διέξοδος για τη χώρα, το λαό, την κοινωνία ή θα οδηγηθούμε στην καταστροφή, σε μια τεράστια καταστροφή και χρεοκοπία;
Μπορεί να νοηθεί μια διαφορετική πορεία, μια καλύτερη κοινωνία, ένα ελπιδοφόρο μέλλον ή αυτά απαγορεύονται από τους συσχετισμούς, την μοίρα, την θέση και τη φύση αυτού του τόπου;
Όσα έγιναν στην Ελλάδα τα δυόμισι χρόνια που πέρασαν είναι διδακτικά για όλους μέσα και έξω από την χώρα. Το πειραματόζωο εξεγέρθηκε, ο λαός έχτισε ένα πρωτόγνωρο κίνημα αντίστασης και υπευθυνοποίησης, ο αγώνας αυτός συνδέθηκε με την τεράστια αφύπνιση των λαών που συμβαίνει μέσα στον πολυπολιτικό κόσμο, αφύπνιση που κανείς σήμερα δεν μπορεί να αγνοήσει.
Σε όλο τον κόσμο, τεράστιες μάζες μπαίνουν στο στίβο του αγώνα και ζητούν μια καλύτερη ζωή, έναν διαφορετικό κόσμο από αυτόν που τους προσφέρει ο καπιταλισμός και η κρίση.
Αυτά είναι πράγματα τα οποία πρέπει να μας δίνουν και έμπνευση και κουράγιο αλλά και υλικό για να μπορέσουμε να επεξεργαστούμε νέα θεωρία και νέα πράξη, γιατί η σχέση της αριστεράς με τη θεωρία είναι αρκετά χαμηλή. Οι τελευταίες 2-3 δεκαετίες έχουν δώσει πολύ υλικό για επεξεργασία για την θεωρία και την πράξη ενός απελευθερωτικού κινήματος αλλά αυτό το καθήκον έχει παραμεληθεί για σκοπιμότητες πιο πεζές και επιλογές τάχα αναγκαστικές. Δεν μπορεί να υπάρξει νικηφόρα πορεία αν δεν υπάρξει ανταπόκριση και σε αυτά τα πεδία.


2. Η μετάβαση έχει ήδη αρχίσει


Υποστηρίζω ότι η μετάβαση έχει ήδη αρχίσει. Να το αναλύσουμε λίγο αυτό.

Ξεκινάμε από την πραγματικότητα και όχι από τα σχήματα που έχουμε για αυτήν και τα στερεότυπα που κουβαλάμε.


Υπάρχει ένα 30% του ελληνικού πληθυσμού, λαϊκό, φτωχό, συγκεντρωμένο στα αστικά κέντρα και βιώνει την κρίση σε όλες τις διαστάσεις. Το οποίο 30% δεν έκανε πίσω σε μια από τις φοβερότερες καμπάνιες εκφοβισμού τους τελευταίους δύο μήνες ότι τάχα ψηφίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ θα έφερναν την καταστροφή στη χώρα. Ήταν μια στάση φρονήματος που συσπειρώθηκε γύρω από έναν πολιτικό φορέα και δεν κάμφθηκε. Αντιστάθηκε και μάλιστα για πολύ λίγο δεν μπορέσαμε να πετύχουμε τον στόχο του να ξεκινήσει μια διαδικασία αλλαγής και απόσπασης της διακυβέρνησης από την αστική τάξη.
Λίγο πριν, αυτός ο λαός στις 6 Μάη είχε τιμωρήσει σκληρά όλους τους μνημονιακούς. Γκρέμισε τελείως το δικομματισμό, οδήγησε όποιον είχε υποστηρίξει το Μνημόνιο σε φοβερή συρρίκνωση της δύναμής του και ορισμένα κόμματα τα εξαφάνισε και από το Κοινοβούλιο. Και έδωσε δύναμη μεγαλύτερη σε μια αντιμνημονιακή λαϊκή δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ και τον έφερε στη δεύτερη θέση. Και από εκεί αλλάζουνε όλα τα δεδομένα.
Λίγο πριν, τα δύο προηγούμενα χρόνια, αυτός ο λαός είχε δώσει δείγματα αγώνων και πρωτοπόρων κινήσεων. Και λίγες βδομάδες πριν τις εκλογές είχε μετατραπεί σε ένα πολιτικό ρεύμα αλλαγής και ανατροπής.
Σε αυτές τις συνθήκες μπορούμε να πούμε ότι έχει ξεκινήσει μια διαδικασία μετάβασης. Είναι μια διαδικασία που αφορά εκατομμύρια πολίτες μέσα στη χώρα μας.


3. Ποια μετάβαση, προς τα πού και με ποιον πρωταγωνιστή;


Μιλάμε για μια μετάβαση, για μια μεγάλη πολιτική αλλαγή.

Μια μεγάλη πολιτική αλλαγή που θα γκρεμίσει το πολιτικό σύστημα που υπάρχει στη χώρα μας και έχει εξυπηρετήσει όλη αυτή την εκδοχή ενός βαλκανικού εκσυχρονισμένου μεταπρατισμού και ενός καπιταλισμού τέτοιας φύσης, αλλά και έχει βάλει φαρδιά πλατιά τις υπογραφές στη τροϊκανή κατάσταση και στην κατάσταση των μνημονίων και της χρεοκοπίας της χώρας. Μια μεγάλη πολιτική αλλαγή που θα βάλει τις βάσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση, την ανεξαρτησία, την πραγματική δημοκρατία, τη νέα θέση Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο, τις αλλαγές στις κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις. Δεν είναι ακριβώς ο σοσιαλισμός, αλλά διαδικασία που θα ανοίγει την πόρτα σε έναν κοινωνικό μετασχηματισμό που θα έχει πολλά στοιχεία σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Δεν μπορεί σήμερα να υπάρξει καμία επιστροφή στην κατάσταση του 2008. Δεν ονειρευόμαστε μια κατάσταση, μια επιστροφή νοσταλγική προς τα πίσω. Οι επιλογές που υπάρχουν είναι η χρεοκοπία και καταστροφή αυτής της χώρας ή το άνοιγμα της διαδικασίας σε μια νέα μεταπολίτευση του λαού που θα ανοίγει τους δρόμους, θα βαθαίνει τις αναγκαίες αλλαγές. Και υποστηρίζω ότι αυτή η διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει.
Είναι ένα μεταβατικό σχήμα ανοικτό, πολύμορφο, σχήμα ρήξεων με ό,τι κυριαρχεί σήμερα και ανοίγματος ενός πρωτότυπου δρόμου προς μια καλύτερη κοινωνία. Είμαστε υποχρεωμένοι να πρωτοτυπήσουμε, εάν θέλουμε να δούμε καινούργια πράγματα και νικηφόρες διαδικασίες μεταβάσεις. Δεν μας βοηθάνε ούτε οι ξεπατικωτούρες, ούτε οι νοσταλγίες ενός ορισμένου παρελθόντος. Πρέπει να γράψουμε νέες σελίδες σ’ αυτά τα σημεία μ’ όλο τον σεβασμό στους αγώνες του 20ού αιώνα. Αλλά αυτή την στιγμή ανοίγονται δρόμοι μιας μετάβασης στον 21ο αιώνα. Η μετάβαση η οποία έχει αρχίσει με την ριζική απονομιμοποίηση της κυρίαρχης ιδεολογίας και των βασικών στηριγμάτων της, και την εκφρασμένη θέληση για αλλαγή και τερματισμό του τροϊκανού εφιάλτη, έχει αναγκαστικό σταθμό την απόσπαση της διακυβέρνησης από την αστική τάξη και την αλλαγή-ανατροπή ολόκληρου του πολιτικού συστήματος που έχει βασιστεί η σύγχρονη χρεοκοπία. Αυτό φοβήθηκε η αστική τάξη, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά όλης της Ευρώπης στις πρόσφατες εκλογές. Αυτό φοβάται ακόμα. Αυτό φοβούνται και θέλουν να θωρακιστούνε απ’ αυτόν τον κίνδυνο και πρέπει το λαϊκό κίνημα, και πρέπει οι διαδικασίες μετάβασης να χτίσουνε μια προοπτική μέρα τη μέρα, μέσα από κάθε κινητοποίηση, κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα και μια μεγάλη πολιτιστική αναμόρφωση, ένα άλλο μέλλον. Αυτά σημαίνουν μια πολιτική ρήξεων και με τα διεθνή στηρίγματα που έχουν οι «δικοί μας» εδώ στην Ελλάδα.
Η μετάβαση δεν μπορεί να νοηθεί σαν έργο μιας μικρής ολιγομελούς κυβέρνησης ή κάποιας πρωτοπόρας ομάδας. Πρωταγωνιστική δύναμη είναι ο λαός και μόνο ο λαός, είναι οδηγός σ’ αυτήν την διαδικασία.


4. Η μετάβαση σαν διαρκής διαδικασία ρήξεων και αλλαγής συσχετισμών


Θα μου επιτρέψετε μια παρένθεση. Σ’ ένα σχολιασμό που έκανε ο Μάο Τσε Τουνγκ πριν από χρόνια, σ’ ένα Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας της ΕΣΣΔ, σε μια παράγραφο με τίτλο Η υποτιθέμενη οριστική σταθεροποίηση του σοσιαλισμού έκανε την εξής παρατήρηση:

«Όταν πρόκειται για ένα προτσές μακρόχρονης διάρκειας, όταν πρόκειται για μια διαδικασία μακρόχρονης διάρκειας, πριν από την τελική ποιοτική αλλαγή, υπάρχουν αναγκαστικά αδιάκοπες ποσοτικές αλλαγές και πολλές μερικές ποιοτικές αλλαγές. Αν δεν υπάρχουν μερικές ποιοτικές αλλαγές, ούτε πολλές ποσοτικές αλλαγές, η τελική ποιοτική αλλαγή δεν μπορεί να συμβεί».
Αυτή η φράση οδηγεί τη σκέψη να «συλλάβει» πως όλες οι διαδικασίες που συντελούνται, δεν έρχονται σε μια μαγική νύκτα ή με μια μαγική μπαγκέτα ή κάποια στιγμή θα είναι η στιγμή μιας αποκάλυψης, μιας αλλαγής που γίνεται χωρίς να καταλαβαίνουμε πώς. Έρχονται μέσα από πάρα πολλές μικρές ποσοτικές, μερικές ποιοτικές αλλαγές, οι οποίες πρέπει να συντελεστούν για να φτάσουμε σε μια μεγάλη αλλαγή. Σήμερα στη χώρα μας δεν συμβαίνουν αλλαγές μονάχα ποσοτικού χαρακτήρα. Συμβαίνουν και ποιοτικές αλλαγές και πρέπει αυτό να το σημειώσουμε. Μερικές από τις πιο σημαντικές αλλαγές είναι: 1) το ζήτημα του ριζοσπαστισμού, του λαϊκού ριζοσπαστισμού, που έχει εμφανιστεί στη χώρα μας. Και αυτό που άλλαξε ποιοτικά είναι ότι σήμερα ο ελληνικός λαός βλέπει στην Αριστερά μια δύναμη που μπορεί να μετασχηματίσει την κοινωνία ή που θέλει να μετασχηματίσει την κοινωνία, ή που αναλαμβάνει την ευθύνη να σώσει τη χώρα και την κοινωνία. Και αυτό δεν υπήρχε πριν από λίγο καιρό. Να λοιπόν που έχουμε και μερικές σημαντικές ποιοτικές αλλαγές που πρέπει να τις εστιάσουμε και να κατανοήσουμε από τι θα εξαρτηθεί η εξέλιξή τους και η πορεία της μετάβασης που έχει αρχίσει.


5. Ο ρόλος της Αριστεράς σήμερα

Η Αριστερά, και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύεται σαν ένας φορέας αλλαγής – μετάβασης από τα πράγματα. Από αυτά που συμβαίνουν. Από την ιστορία που υπάρχει σ’ αυτό τον τόπο. Από αυτά που νομίζουνε και άλλοι άνθρωποι από άλλες πιο μακρινές χώρες για αυτό τον τόπο. Όλα αυτά παίζουνε ένα ρόλο.

Η Αριστερά οφείλει άμεσα να ξεφύγει από πάρα πολλά στερεότυπα που έχει. Από ένα δογματικό τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα. Από ένα φόβο για το λαό. Η μια έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον λαό ή ένα φόβο που έχει απέναντι στα κινήματα. Από αυτά έχουμε ξεφύγει τα τελευταία χρόνια. Ο κόσμος έδειξε εμπιστοσύνη στο ΣΥΡΙΖΑ γιατί είναι μια δύναμη της Αριστεράς διαφορετική. Μια δύναμη της Αριστεράς ανοικτή, πιο δημοκρατική, μη σεχταριστική, ευρύχωρη, μια δύναμη που καταλαβαίνει τις αντιφάσεις τις δικές της, μια δύναμη που μιλά και για τον εαυτό της, μια δύναμη που δεν βλέπει να θέλει να μονοπωλήσει όλες τις διαδικασίες που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία. Μια δύναμη που σέβεται τα κινήματα, μια δύναμη που θέλει να υπηρετήσει τα κινήματα. Και αυτό το πράγμα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Και εκεί που έκανε «κλικ» το ποιοτικό, γιατί υπήρξε ένα «ποιοτικό κλικ» ήταν όταν ο Α. Τσίπρας είπε το σύνθημα «για την κυβέρνηση της Αριστεράς». Όταν είπε το απλό πράγμα «αναλαμβάνουμε την ευθύνη για να αλλάξουμε την πορεία» ο κόσμος το αγκάλιασε.
Υπάρχει όμως ένα ζήτημα εδώ πέρα, πώς σταθεροποιείται το 26%; Και πώς ακόμα αναπτύσσεται παραπέρα; Και τι δουλειά πρέπει να γίνει για αυτό;
Πρέπει να γίνει με μια ακούραστη δουλειά. Και με τη δουλειά του μυρμηγκιού και με τη δουλειά κοντά στους ανθρώπους και με το να ανοίξουνε οι πόρτες του ΣΥΡΙΖΑ, να μπει όλος ο κόσμος μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και με το να γίνουμε μια νέα ελπιδοφόρα δύναμη και να έχουμε ένα προγραμματικό σχέδιο το οποίο να μπορεί ο κόσμος να το χαίρεται και να το αγκαλιάζει. Από την άποψη αυτή, η Αριστερά πρέπει να αφήσει όλες τις καθαρούτσικες φόρμουλες, να μη νομίζει ότι υπάρχει μονάχα κεφάλαιο και εργασία. Αυτή είναι η κυρίαρχη αντίθεση που υπάρχει. Εκφράζεται όμως αυτή η αντίθεση και με μνημόνια και με τρόικες και με τρόπους όπως τα γνωρίσαμε και άρα δεν χρειάζεται μονάχα να μιλάμε για ανατροπές, αντικαπιταλιστικές ανατροπές κ.λπ. Χρειάζεται να έχουμε ένα πρόγραμμα το οποίο να μιλάει στη γλώσσα του κόσμου, να του δείχνει το δρόμο μιας μεγάλης πολιτικής, οικονομική και κοινωνικής διεξόδου και αλλαγής. Και βέβαια, πρέπει να απορρίψουμε όλες τις απλοϊκές αντιλήψεις. Και όλους τους δογματισμούς. Η Αλέκα Παπαρήγα θέλει να καταργήσει ακόμα και τον όρο Αριστερά. Θέλει να μιλάει μόνο για τάξεις και μόνο για κομμουνισμό. Τιμωρήθηκε από τη στάση που κράτησε. Τιμωρήθηκε από το σύνθημα «Ισχυρό ΚΚΕ». Έτσι, ουσιαστικά, οδηγήθηκε στο να έχει μια καθεστωτική στάση. Έχουμε ανάγκη προχωρημάτων και δεν πρέπει να δείχνουμε ότι θα τα αντιμετωπίσουμε όλα κάτω από το φόβο της αναθεώρησης. Ότι τάχα, εάν ανοίξουμε τα νέα προβλήματα, τα νέα ζητήματα, τη νέα θεωρία, αναθεωρούμε κάποια κατοχυρωμένα πράγματα που υπήρξανε από τον Μαρξισμό.
Οι πλατείες, το εθνικό, η πατρίδα, η διακυβέρνηση δείτε ακόμα και την κριτική που κάναμε όλοι εμείς πριν από μερικά χρόνια στον κυβερνητισμό. Όλα αυτά αλλάζουν στη συνείδησή μας.


6. Η νίκη και πώς θα φθάσουμε σε αυτήν. Πώς η μετάβαση δεν θα αλλάξει φορά


Δεν δίνονται κάθε μέρα ευκαιρίες, το ξέρουμε αυτό. Αλλά δεν είναι ότι δόθηκε μια ευκαιρία που χάθηκε για πάντα. Ίσα- ίσα, αν φερθούμε σοφά, αν φερθούμε με γνώση, αν δεν φερθούμε με αλαζονεία, μπορούμε και πρέπει να εμφανιστούμε σαν μια δύναμη μετασχηματισμού και μετάβασης και να δείξουμε ότι δεν είναι θέμα «ευκαιριών», αλλά, ζήτημα συνολικής προετοιμασίας του λαού ώστε να συνεχιστεί η διαδικασία μετάβασης που έχει ξεκινήσει. Άρα, ο λαός να προετοιμαστεί κατάλληλα και ολόπλευρα. Πολιτικά, οργανωτικά, θεωρητικά, με νέα συνείδηση, νέα ιδεολογία για τη μετάβαση και το προχώρημα. Είναι τεράστιο έργο. Ακόμα και να βάλουμε τις βάσεις του: σε επίπεδο προγράμματος, στόχευσης, ανάγκης, οργάνωσης, και επιβίωσης του λαού και της κοινωνίας. Είναι τεράστιο βήμα μπροστά.

Πρέπει να μας διακρίνει ο δημοκρατισμός σε όλα τα πεδία. Η δημοκρατία κεντρικό ζήτημα. Σε όλα τα πεδία, παντού. Ένα μεγάλο κίνημα, ρεύμα δημοκρατισμού πρέπει να διαπεράσει και να θεωρείται μόνιμο και διαρκές στοιχείο όλης της μετάβασης.
Αυτή τη στιγμή είναι αναγκαίο να αλλάξει γρήγορα ο ΣΥΡΙΖΑ, να γίνει δύναμη μετάβασης, να γίνει φορέας μετάβασης, να γίνει δύναμη μετασχηματισμού.
Μόνο έτσι θα σώσουμε τη χώρα και θα εγγυηθούμε να μην αλλάξει φορά η διαδικασία της μετάβασης.
Tagged : / /